Ο Πάτρικ Ντέμπσι είναι όχι μόνο γνωστός αλλά και εξαιρετικά αγαπητός σε μια κλασική σχολή τηλεθεατών που συνήθιζαν τα σταθερά εβδομαδιαία βραδινά ραντεβού με τη σειρά της προτίμησής τους. Όπως το «Grey’s Anatomy», ένα από τα πιο επιτυχημένα σίριαλ της ιατρικής υποκατηγορίας, 19 ολόκληρων σεζόν, υψηλής τηλεθέασης και πολλαπλών «πλοκών», με διαφορετικούς χαρακτήρες για να καλύπτουν όλα τα γούστα, και βράχο ευθύνης και ακεραιότητας ανάμεσά τους τον χειρουργό Ντέρεκ Σέπερντ, πιο γνωστό ως McDreamy.
Το περιοδικό «People» δεν ξέχασε τον Ντέμπσι, και φέτος τον ανακήρυξε sexiest man alive. Μόνο ο Μπραντ Πιτ, ο Τζορτζ Κλούνι, ο Τζόνι Ντεπ και ο Ρίτσαρντ Γκιρ, αν και τη μια φορά ως ντουέτο με τη Σίντι Κρόφορντ, έχουν καταφέρει να καπαρώσουν δις τον τίτλο, ενώ το σκήπτρο παρέδωσε στον Ντέμπσι ο Κρις «Κάπτεν Αμέρικα» Έβανς. Κυρίως οι θιασώτες της αμερικανικής ποπ κουλτούρας μελετούν πιο σοβαρά τη συγκεκριμένη διάκριση, που εύλογα αφορά μόνο διάσημους της ευρύτερης δημιουργικής show business (όχι παρουσιαστές, άπαξ ο αθλητής Μπέκαμ, παραδόξως ποτέ ο Τομ Μπρέιντι, συνήθως ηθοποιοί, κυρίως γύρω στα 35 με 40, αλλά και τραγουδιστές, όπως ο τελείως άγνωστος έξω από το κάντρι στερέωμα Μπλέικ Σέλντον.
Κάθε χρόνο, το «People» ψάχνει να ανταμείψει αυτόν που οι Αμερικανοί αποκαλούν «dreamboat», δηλαδή έναν άνδρα που για εμπορικούς λόγους μπορεί να βαφτίζεται σέξι, αλλά περισσότερο φέρει τη γλυκύτητα του ιδανικού γαμπρού στη φαντασία των αναγνωστριών, το αντίστοιχο της θηλυκής sweetheart περισσότερο, παρά της σεξοβόμβας. Και στην περίπτωση του Ντέμπσι, η ευγενική γοητεία του σκόραρε έναντι της εκρηκτικότητας νεότερων, πρόσκαιρων φαινομένων, ή και διαττόντων αστέρων.
Ωστόσο, η διακύμανση της made in USA αρρενωπότητας μέσα στα 40 περίπου χρόνια, από το μάτσο περιβάλλον των Μελ Γκίμπσον και Νικ Νόλτε μέχρι τους εκπροσώπους των υπερηρώων και τον ήπιο Πολ Ραντ αποτελεί ένα αξιοπερίεργο στα χρόνια του #ΜeΤoo – και ο μεταφεμινισμός δεν φαίνεται να ενοχλείται με τα επίμονα καλλιστεία του κομψού λαϊκού περιοδικού.
«Σε αυτή την ηλικία οι ζεν πρεμιέ σε ρομαντικές κομεντί φυσιολογικά απομακρύνονται και με ελκύουν περισσότερο οι χαρακτήρες με αλλαγές σε σχέση με την εμφάνισή μου και με διαφορετική προσέγγιση. Θέλω να ξαφνιάζω τους άλλους και τον εαυτό μου, να ξεβολεύομαι. Κι έτσι, να εργάζομαι πιο σκληρά!»
Κι ενώ σχεδόν όλοι οι «εστεμμένοι» αντιμετωπίζουν τη διάκριση με το αναμενόμενο χιούμορ, που φτάνει στα όρια της αυτοπαρωδίας, ο Ντέμπσι το χειρίστηκε χωρίς ίχνος πλάκας, μάλλον σοβαρά και νηφάλια, με ευγνωμοσύνη και «ίσιες» ευχαριστίες που τον ξεχώρισαν έστω και αρκετά χρόνια μετά την, ας την πούμε, ακμή του.
Συναντώντας από κοντά τον 56χρονο Αμερικανό ηθοποιό, στο Φεστιβάλ Βενετίας, για την προώθηση της δραματικής ταινίας «Φεράρι», όπου υποδύεται τον Πιέρο Ταρούφι, Ιταλό πρωταθλητή της Φόρμουλα 1 στα '50s, λίγες εβδομάδες πριν από τα χαρμόσυνα μαντάτα της ανάδειξής του σε σύμβολο του σεξ δεκαετίες μετά τους πρωταγωνιστικούς του ρόλους σε αισθηματικές κομεντί όπως το «Sweet Home Alabama» και το «Made of Honor», αντιλαμβάνεσαι πως πρόκειται για έναν συγκροτημένο και γλυκομίλητο άνδρα, ευκίνητο και χαμογελαστό, αβίαστα νεανικό και ανίατα κολλημένο με τα αγωνιστικά αυτοκίνητα υψηλού επιπέδου. Εδώ και χρόνια άλλωστε είναι μέλος της ομάδας Πόρσε, με συμμετοχές και κάποιες διακρίσεις στο ΛεΜαν και άλλα πρωταθλήματα, και ξέρει τι σημαίνει να προσπαθείς να ξεχωρίσεις ομαδικά σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον, ακόμη και να παρακαλάς για έναν ρόλο, όπως μου είπε πως έκανε στο «Φεράρι», παρά την επιτυχία που έχει γνωρίσει, συνεπώς να είσαι πρακτικά ευγνώμων για όποια τιμή και πολυτέλεια τύχει στον δρόμο σου.
— Πώς σας φάνηκε η εμπειρία του να παίζετε και να οδηγείτε στην ίδια ταινία;
Ξετρελάθηκα. Με κάλεσε αρχικά ο συντονιστής των κασκαντέρ και με ρώτησε «είσαι οκ να οδηγήσεις ο ίδιος;» και του απάντησα «εννοείται». Οπότε μου ζήτησαν να είμαι στην προετοιμασία, δυο εβδομάδες πριν τα κανονικά γυρίσματα, για να τεστάρουμε τα πάντα, το στήσιμο και τις διαδρομές, και να συναντηθώ με τον Ντέρεκ Χιλ, γιο του παλιού πρωταθλητή με τη Φεράρι, Φιλ Χιλ, και άλλους οδηγούς που ήδη γνώριζα. Και όλη την ώρα σκεφτόμουν «αυτή είναι η καλύτερη δουλειά στον κόσμο»! Όχι πως δεν την κυνήγησα… Εγώ απευθύνθηκα στον Μάικλ (Μαν), λέγοντάς του πως με ενδιαφέρει πάρα πολύ αυτό το σενάριο, ότι το ανακάλυψα ήδη από τη δεκαετία του '90, ότι ξέρω πως προσπαθεί να το γυρίσει εδώ και 30 χρόνια, πως εδώ και πολύ καιρό προσπαθώ να συνθέσω κάτι κινηματογραφικά συναφές και πάντα επιστρέφω στη συγκριμένη περίοδο και στην ιστορία του Ένζο Φεράρι, λόγω της δυναμικής και του δράματος. Διότι δεν γίνεται να κάνεις απλώς μια ταινία για την αυτοκίνηση, δεν θα ήταν αρκετά διασκεδαστική. Και τι συμβαίνει όταν βγαίνεις από το γρήγορο αμάξι σου; Αυτή η ταινία συλλαμβάνει την ουσία τού να είσαι ιδιοκτήτης ομάδας, ή ανταγωνιστής, ή εκείνος που θυσιάζεται για τους άλλους. Δεν μπορώ να το αναπτύξω μόνος μου, μονολογούσα. Έπρεπε να συνδεθώ κατά κάποιον τρόπο με το σενάριο που πάλευε να χρηματοδοτήσει ο Μαν. Το πιο κοντινό σε αυτό ήταν το «Grand Prix», γιατί μετέφερε κινηματογραφικά ένα εξίσου δυνατό δράμα.
— Πόσο κοντά σε σας είναι ο ρόλος;
Μου άρεσε γιατί είχα τη δυνατότητα να δοκιμάσω μια σχετική εξωτερική μεταμόρφωση στα μαλλιά και τα φρύδια. Είχε πλάκα που φαινόμουν διαφορετικός. Γνώριζα ποιος ήταν ο Ταρούφι που υποδύομαι. Έχει περάσει σχετικά απαρατήρητος γιατί ήταν από εκείνους που τελικά επέζησαν. Τόσοι συνάδελφοί του σκοτώθηκαν πολύ νέοι, ενώ ο Ταρούφι έφτασε τα 50 για να γνωρίσει τη σχετική δόξα. Κάποια στιγμή ο Μάικλ Μαν μου είπε πως ίσως είμαι πολύ μεγάλος για να παίξω τον Ένζο, και ευχαρίστησα τον σκηνοθέτη μου για τη φιλοφρόνηση, έναν άνθρωπο που είναι 80 ετών και έχει την ενέργεια 20χρονου (γελάει). Μετά του πρότεινα να κάνω οτιδήποτε στην ταινία, να γίνω ο προσωπικός του βοηθός, ή να υποδυθώ τον Ταρούφι με το bonus να οδηγώ μόνος μου, μου απάντησε «άσε με να το σκεφτώ λίγο» και τελικά μου έδωσε το οκ. Επίσης, τι άλλο να επιθυμεί ο άνθρωπος όταν περνάει μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ιταλία, μένει στη Μόντενα, τρώει καθαρά και υπέροχα, κάνει καθημερινά ποδήλατο και ακούει τα θεϊκά μοτέρ της παλιάς Φόρμουλα 1 να σφυρίζουν δίπλα του; Η αγωνιστική κοινότητα υποστήριξε πολύ εμένα και το project. Αν και συχνά μου υπενθύμιζαν από τη Γερμανία πως ανήκω στο δυναμικό της Πόρσε. Τους καθησύχαζα πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα (γελάει).
— Πώς μπορείτε να περιγράψετε την αγάπη σας για την αγωνιστική οδήγηση, το πάθος, όπως το χαρακτηρίζει στην ταινία ο Φεράρι;
Είναι όντως παθιασμένη σχέση, εθισμός, high. Η συναδελφικότητα και η σκέψη πίσω από κάθε κίνηση με λυτρώνουν. Πριν λίγο καιρό επέστρεψα στους αγώνες και η ομάδα μου αντιλήφθηκε τη χαρά μου. Είναι προφανές: συμβαίνει κάτι χημικό στον εγκέφαλο που σου δίνει άλλη προοπτική για τη ζωή, έχοντας επίγνωση πως με το παραμικρό λάθος τραυματίζεσαι σοβαρά. Ή χάνεις τη ζωή σου. Οπότε οφείλεις να είσαι συνεχώς συγκεντρωμένος, να φιξάρεις το παρόν και το τώρα. «Το να οδηγείς αγωνιστικά αυτοκίνητα είναι η ίδια ζωή, όλα τα υπόλοιπα είναι απλή αναμονή». Μακάρι να το είχα πει πρώτος εγώ, με πρόλαβε ο Στιβ ΜακΚουίν στο «Le Mans»!
— Συγκρίνεται η αγωνιστική αυτοσυγκέντρωση με το focus στη μέθοδο υποκριτικής;
Μόνο στο θέατρο πετυχαίνεις κάτι παρόμοιο. Στο σινεμά το παίξιμο είναι σπαστό, χωρισμένο σε μέρη που ενώνονται μετά. Δεν είναι το ίδιο. Εκτός αν είναι μονοπλάνο. Όπως με τον Μάικλ Μαν, που το συνηθίζει. Γενικά όμως όχι, κυριαρχούν το μοντάζ, τα κοντινά και οι σύντομες λήψεις. Όπως και στη σκηνή, στη Φόρμουλα είσαι εσύ με τη δουλειά σου και τα μάτια των θεατών είναι στραμμένα πάνω σου. Ωστόσο βρίσκεσαι μέσα σε κάψουλα, είσαι οχυρωμένος. Μοναχική και ιδιωτική η αποστολή σου. Ειδικά σε αγώνες αντοχής, όπως οι πολύωροι νυχτερινοί. Ο υψηλός βαθμός αυτοσυγκέντρωσης διαχωρίζει τους πολλούς καλούς οδηγούς από τους λίγους πραγματικά θαρραλέους. Και λόγω της επικινδυνότητας που συνοδεύει το σπορ αυτό, ο κόσμος το έχει εκτιμήσει περισσότερο, γι' αυτό πιστεύω πως έχει αναπτυχθεί τόσο, και τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή να χρηματοδοτηθεί και το ακριβό project του Μάικλ. Υπάρχει όρεξη από το κοινό, γιατί βλέπει το θέμα με πιο συμπονετικό βλέμμα πλέον.
— Πώς θα τον περιγράφατε ως σκηνοθέτη;
Η αντοχή και η επιμονή του είναι αξιοθαύμαστες, όπως και η πειθαρχία και η προσοχή του σε κάθε λεπτομέρεια. Αντιλαμβάνεται κάθε πτυχή της ταινίας, και την αποδίδει με οπτική αίσθηση που δεν έχω ξαναδεί. Μέσα στο τόσο δα δωμάτιο εργασίας του έχει συγκεντρώσει υλικό 30 χρόνων από την προσωπική του έρευνα για την ταινία. Ηχογραφεί τους πάντες και κρατά σημειώσεις για τα πάντα. Κυκλοφορεί ουρλιάζοντας, γιατί δεν ακούει καθόλου καλά, κι εγώ απλά τον ακούω, γιατί δεν θέλω να προσθέσω κάτι, μόνο να τον παρατηρώ! Είναι ο στρατηγός μας κι εμείς τον ακολουθούμε πιστά στη μάχη που έχει σχεδιάσει ενδελεχώς.
— Νιώσατε την ανάγκη να κάνετε τη διαφορά παίζοντας μικρότερο ρόλο σε μια ταινία με άλλον πρωταγωνιστή;
Όχι ακριβώς. Έχω μάθει στο άθλημα πως η δουλειά είναι ομαδική. Έχουμε τον οδηγό, τον σταρ, ας πούμε, τον μηχανικό, τους τεχνικούς αλλά και τον οργανισμό που μας στηρίζει. Κυριαρχεί το πνεύμα της συλλογικής προσπάθειας, με τα «εγώ» στην άκρη. Τώρα, αν με ρωτάτε αν ήθελα μέσα μου να έχω περισσότερες σκηνές με τον Άνταμ Ντράιβερ, απαντώ αμέσως «ναι», αλλά είχα την ευκαιρία να οδηγώ 15 ώρες την ημέρα, οπότε, μια χαρά!
— Προτιμάτε να παίζετε χαρακτήρες με κοινά με εσάς στοιχεία, ή να δοκιμάζετε εντελώς διαφορετικά πράγματα;
Σε αυτήν την ηλικία, οι ζεν πρεμιέ σε ρομαντικές κομεντί φυσιολογικά απομακρύνονται και με ελκύουν περισσότερο οι χαρακτήρες με αλλαγές σε σχέση με την εμφάνισή μου και με διαφορετική προσέγγιση. Θέλω να ξαφνιάζω τους άλλους και τον εαυτό μου, να ξεβολεύομαι. Κι έτσι, να εργάζομαι πιο σκληρά!
— Έχετε αντιληφθεί επαγγελματικό «ρατσισμό» εξαιτίας του τηλεοπτικού σας background;
Ο κόσμος σε ξέρει και σε εκτιμά από αυτό που έχεις παρουσιάσει πρόσφατα, δηλαδή την τελευταία σου δουλειά. Εξαρτάται από μένα να επιλέγω σωστά τους ρόλους μου. Κάθε ηθοποιός έχει περάσει τέτοιου είδους ανησυχίες. Είχα μια πλατφόρμα επί πολλά χρόνια που μου προσέφερε πολλά οφέλη. Ταυτόχρονα, μπορεί να σε κλείσει σε ένα κουτί και να σε τυποποιήσει. Είναι στο χέρι σου να αποδράσεις.
— Διότι στις μέρες μας συμβαίνει κάπως το αντίθετο: Πολλές υπέροχες σειρές δίνουν σημαντικές δυνατότητες σε ηθοποιούς και γενικά σε όλους τους δημιουργικούς συντελεστές, που τις στερήθηκαν τόσα χρόνια, την ίδια στιγμή που οι ταινίες πασχίζουν για την ορατότητά τους, αν ποτέ καταφέρουν να γυριστούν…
Νομίζω πως κι αυτό αλλάζει, ωστόσο. Ο κόσμος λαχταράει το σινεμά και τη μεγάλη οθόνη. Τουλάχιστον εμένα μου αυτό μου συμβαίνει. Ειδικά μετά την κλεισούρα της πανδημίας. Ίσως και γι’ αυτό έγινε η μεγάλη συνδυασμένη απεργία σεναριογράφων και ηθοποιών. Παλεύουμε να κατοχυρώσουμε τις συνθήκες εργασίας μας σε ένα τοπίο που μεταβάλλεται. Η τεχνολογία και η μυθοπλασία διαφοροποιούνται, γυρίζονται από όλους σύντομα βίντεο, το TikTok αποτελεί έναν εναλλακτικό τρόπο αφήγησης, και γι’ αυτό υπάρχει ανάγκη για μια κλασική ταινία με αρχή μέση και τέλος, σε αντιδιαστολή με τη λογική των επεισοδίων. Συναρπαστικοί καιροί.
— Και πώς πιστεύετε πως θα βελτιωθούν οι συνθήκες για τους δημιουργούς πρωτογενούς υλικού;
Με τη συλλογική δουλειά, τον διάλογο και τον παραμερισμό της εγωκεντρικής νοοτροπίας. Το βασικό είναι ο συγγραφέας, ο σεναριογράφος. Καταλαβαίνετε τι εννοώ, κι εσείς γράφετε, από αυτό ζείτε. Από εκεί ξεκινούν όλα. Πώς μπορείς να ενθαρρύνεις οικονομικά έναν συγγραφέα στο ξεκίνημά του και να τον στηρίξεις στη συνέχεια; Να μπορέσει να συνθέσει ποιοτικούς διαλόγους, χωρίς να σκέφτεται πώς θα ζήσει αξιοπρεπώς; Γνωρίζω πως το θέμα είναι οικονομικό, αλλά όλοι μπορούμε να ζήσουμε μια χαρά χωρίς επαύλεις και μαλακίες. Το ζήτημα είναι να το δούμε σφαιρικά. Ναι, καλό είναι και το μεγάλο σκάφος, αλλά τόσοι περιφερειακοί δημιουργοί τροφοδοτούν την εργασία μας, πράγμα ανεκτίμητο, οι οποίοι ζουν στα όρια της φτώχειας. Αυτό πρέπει να αλλάξει.
— Για να κλείσουμε με το θέμα της απόλυτης αρεσκείας σας, ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας οδηγοί ταχύτητας;
Ω, πώς το απαντάνε αυτό τώρα; Από τους σύγχρονους του Ταρούφι, ο Φάντζιο. Ο Τριπ, ο Χιλ, φυσικά ο Σουμάχερ, τώρα ο Χάμιλτον και ο Φερστάπεν. Οδηγοί της παλιάς σχολής που χαίρονται πλέον τους αγώνες με άλλη, πιο ελεύθερη νοοτροπία, όπως ο Αλόνσο, παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Ξέχασα την Ντενίζ Μακλάγκατζ, γνωρίζετε ποια είναι;
— Καθόλου.
Καλά, αν διαβάσετε γι’ αυτήν, θα εκπλαγείτε από τα επιτεύγματά της, στα '50s και τα '60s νομίζω.
— Ακούγεται σαν πιθανό σενάριο ταινίας.
Ακριβώς. Μα σας είπα πως όλο το θέμα της αγωνιστικής οδήγησης είναι το δράμα. Άλλωστε, τι θα ήταν ο Σένα χωρίς τον Προστ;