Μια νέα μελέτη βρετανών και αυστραλών επιστημόνων επιχειρεί να δώσει απαντήσεις για τη σχέση της υπερθέρμανσης του πλανήτη με την απορρόφηση διοξειδίου του άνθρακα από τον ωκεανό .
Οι ερευνητές μελέτησαν πυρήνες πάγου από την Ανταρκτική και τη Γροιλανδία και πιστεύουν ότι «ξεκλείδωσαν» το μηχανισμό που, με τη βοήθεια τεράστιων δινών και ρευμάτων, κατευθύνει το CO2 σε μεγάλα βάθη κρατώντας το εκεί για δεκάδες αιώνες.
Οι επιστήμονες της Βρετανικής Ερευνητικής Ομάδας της Ανταρκτικής και του αυστραλιανού Κέντρου Ερευνών για το Κλίμα και τα Οικοσυστήματα της Ανταρκτικής επικεντρώθηκαν στο Νότιο Ωκεανό, ο οποίος απορροφά το 40% των εκπομπών CO2 που καταλήγουν στη θάλασσα (περίπου το 25% επί των συνολικών εκπομπών που παράγονται). Με βάση τους πυρήνες πάγου που συνέλεξαν, εξέτασαν τις αλλαγές στις θερμοκρασίες και στο CO2 κατά την μεγαλύτερη -φυσική- κλιματική αλλαγή στην πρόσφατη ιστορία του πλανήτη: την υπερθέρμανση που σηματοδότησε τη λήξη της τελευταίας εποχής των πάγων.
Διαπίστωσαν ότι όσο οι θερμοκρασίες της Ανταρκτικής ανέβαιναν, τόσο άλλαζαν τα ωκεάνια ρεύματα, με αποτέλεσμα το διοξείδιο του άνθρακα που βρισκόταν «εγκλωβισμένο» στα βάθη του Νοτίου Ωκεανού, να αρχίσει να εκλύεται στην ατμόσφαιρα. Παλαιότερες μελέτες έδειχναν ότι από την άνοδο των θερμοκρασιών ως την απελευθέρωση του CO2 μπορούν να μεσολαβήσουν έως και 1000 χρόνια. Σύμφωνα με τη Ναυτεμπορική, τα συμπεράσματα της νέας μελέτης καταδεικνύουν ότι το διάστημα που χωρίζει τις διαδικασίες αυτές, τουλάχιστον στην υπό εξέταση περίοδο, ήταν πολύ μικρότερο.
«Οι πυρήνες πάγου αποκαλύπτουν μια σχεδόν ταυτόχρονη αύξηση θερμοκρασιών και διοξειδίου του άνθρακα», λέει ο Τζόελ Πέντρο από την ερευνητική ομάδα του αυστραλιανού ιδρύματος. «Εάν υπήρξε μια μικρή καθυστέρηση, αυτή πιθανότατα δεν ξεπερνούσε τα 400 χρόνια.»
Οι επιστήμονες παρατήρησαν επίσης ότι τα ρεύματα που μεταφέρουν το CO2 από την επιφάνεια στο βυθό εκδηλώνονται σε συγκεκριμένα σημεία. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι το διοξείδιο του άνθρακα που προκύπτει, για παράδειγμα, από την καύση ορυκτών καυσίμων, δεν μπορεί να απορροφηθεί από το ενιαίο σώμα του ωκεανού, όπως είχαν καταδείξει άλλες μελέτες, αλλά μόνο από ορισμένες περιοχές και υπό προϋποθέσεις.
Ένας συνδυασμός ανέμων, δινών και γιγάντιων ρευμάτων πλάτους έως και 1.000 χλμ. ευνοεί την απορρόφηση του CO2 σε πολύ μεγάλα βάθη και την αποθήκευσή του εκεί για δεκαετίες ή και αιώνες. Σε άλλες περιοχές, όπου δεν υπάρχουν οι συνθήκες για τη δημιουργία αυτού του μηχανισμού, το διοξείδιο του άνθρακα «αντανακλάται» πίσω στην ατμόσφαιρα, στο πλαίσιο ενός φυσικού κύκλου.
«Τώρα που έχουμε μια καλύτερη αντίληψη των μηχανισμών απορρόφησης άνθρακα, μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις επιπτώσεις του κλίματος που αλλάζει και της μελλοντικής απορρόφησης άνθρακα από τον ωκεανό», λέει ο Ζαν-Μπατίστ Σαλέ από τη Βρετανική Ερευνητική Ομάδα της Ανταρκτικής. Τα αποτελέσματα της μελέτης θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για τη βελτίωση των μοντέλων, με τα οποία γίνονται προβλέψεις για την κλιματική αλλαγή.
σχόλια