Θεϊκά, δαιμονικά, αρχαία μυθικά θηρία πρωταγωνιστούν σε μια έκθεση στο Μουσείο Τέχνης της Φιλαδέλφειας που εξερευνά τον ρόλο των ζώων στην τέχνη της Νότιας Ασίας.
Σε έναν ιαπωνικό κύλινδρο από τα τέλη του 12ου αιώνα απεικονίζονται γυμνοί, έντρομοι μοναχοί που τρέχουν για να ξεφύγουν από ομάδες μοχθηρών, ζωοκέφαλων δαιμόνων που τυλίγονται στις φλόγες.
Οι μοναχοί αυτοί δεν καταδιώκονται από τα ζώα. Σύμφωνα με το βουδιστικό Jigoku-zoshi οι ζωώδεις δαίμονες δεν είναι οι υπεύθυνοι γι' αυτές τις εικόνες αλλά οι μοναχοί που απέτυχαν να υποστηρίξουν την αρχή της μεταχείρισης όλων των όντων με σεβασμό και καλοσύνη, γι' αυτό στέλνονται στην Κόλαση.
Το Jigoku-zoshi αποτελεί παράδειγμα των ποικίλων ρόλων που παίζουν τα ζώα και απεικονίζονται στην ασιατική τέχνη, από τα ινδικά αγάλματα μέχρι τα ιαπωνικά ειλητάρια. Οι επισκέπτες θα βρουν πολύ περισσότερες πληροφορίες σχετικά στην έκθεση «Mythical, divine, demonic: Animal imagery in South Asian art» που θα διαρκέσει μέχρι τις 9 Φεβρουαρίου 2026.
Τα ζώα εμφανίζονται παντού στην τέχνη της Νότιας Ασίας, ενός μέρους του πλανήτη που περιλαμβάνει την Ινδία, το Πακιστάν, το Μπουτάν, το Νεπάλ και το Μπαγκλαντές. Σε αντίθεση με τη μεσαιωνική χριστιανική τέχνη στην Ευρώπη, σε αυτό το είδος της τέχνης τα ζώα σπάνια αντιπροσωπεύουν τον εαυτό τους. Τις περισσότερες φορές είναι ενσαρκώσεις των θεών, των αντιπάλων τους ή των έμπιστων συντρόφων τους, που φέρνουν είτε γενναιόδωρες προσφορές είτε καταστροφή στο βασίλειο των θνητών.
Σε αυτή την έκθεση εξετάζονται συγκεκριμένα ζώα –κυρίως το λιοντάρι, το φίδι, ο άνθρωπος-αετός και η Χίμαιρα–, όπως και οι διαφορετικές έννοιες και ταυτότητες που τους έχουν αποδώσει καλλιτέχνες από διάφορους πολιτισμούς και χρονικές περιόδους της Νότιας Ασίας. Οι επισκέπτες μπορούν να δουν από αρχαία ινδουιστικά χειρόγραφα μέχρι ζωγραφικές παραδόσεις του Νεπάλ.
Το πρώτο πράγμα που θα μάθουν εξερευνώντας την έκθεση είναι ότι οι πολιτισμοί της Νότιας Ασίας αντιμετωπίζουν τα ζώα μάλλον διαφορετικά απ' ό,τι η χριστιανική, υλιστική Δύση, η οποία διατηρεί έναν σαφή διαχωρισμό μεταξύ του ανθρώπινου κόσμου και του ζωικού, τον οποίο ο πρώτος πρέπει να κατακτήσει, να ελέγξει και να καλλιεργήσει.
Αντίθετα, οι ινδουιστικές και βουδιστικές κουλτούρες τείνουν να βλέπουν τον κόσμο των ανθρώπων και των ζώων ως μέρος ενός ενοποιημένου συνόλου. Και οι δύο θρησκείες πιστεύουν στην ιδέα της μετενσάρκωσης, συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπων που μετενσαρκώνονται σε ζώα και αντίστροφα. Δεδομένης αυτής της σύνδεσης, δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι πολλοί θεοί και πολλές θεές του ινδουισμού, όπως ο Βισνού, συχνά παίρνουν μορφή κάποιου ζώου ή κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και ζώο. Για παράδειγμα, ο Βισνού, που, σύμφωνα με τις Βέδες, είναι μία από τις σημαντικότερες θεότητες του ινδουισμού, λατρευόταν κυρίως ως προστάτης και συντηρητής του κόσμου που αποκαθιστούσε την ηθική τάξη, τη λεγόμενη «ντάρμα».
Στην έκθεση «Mythical, Divine, Demonic» μπορεί κάποιος να δει πολλούς πίνακες και αγάλματα που απεικονίζουν τέτοιες εκδηλώσεις. Για παράδειγμα, ένα πήλινο άγαλμα από τα τέλη του 5ου ή τις αρχές του 6ου αιώνα αντιπροσωπεύει τη θεά Βαραχί, το γυναικείο αντίστοιχο του ειδώλου κάπρου του Βισνού, Βαράχα. Η Βαραχί έχει επίσης πρόσωπο κάπρου, αλλά σώμα ανθρώπου, θεωρείται ότι είναι η σύζυγος ή η ενέργεια (shakti) του Σίβα ή του Βισνού, και είναι σεβαστή στους ινδουιστικούς ναούς.
Πολλοί μελετητές θεωρούν τον ινδουισμό ως μία από τις αρχαιότερες θρησκείες του κόσμου, επομένως είναι δύσκολο να εξακριβωθεί η αρχική αντιστοιχία ζώων - θεών.
Για παράδειγμα, οι κάπροι συνδέονται γενικά με την άγρια φύση και την υπέρβαση των προκλήσεων, όπως και τα ζώα στα οποία μεταμορφώνονταν οι θεότητες για να νικήσουν τους ισχυρούς δαίμονες.
Στο «Mythical, Divine, Demonic» εμφανίζεται επίσης ένας πίνακας του Σίβα, από τους κυριότερους θεούς της ινδουιστικής θρησκείας, με τη μορφή του πλάσματος Σαραμπά που δημιουργήθηκε γύρω στο 1830. Στην ινδουιστική εικονογραφία απεικονίζεται ως Χίμαιρα, μια θεότητα με πόδια λιονταριού και φτερά πτηνών, η οποία περιγράφεται ως πιο ισχυρή από ένα λιοντάρι ή έναν ελέφαντα στη σανσκριτική λογοτεχνία. Αργότερα, περιγράφεται ως ελάφι με οκτώ πόδια.
Οι γραφές λένε ότι ο Σίβα πήρε τη μορφή του Σαραμπά για να εξημερώσει τον Ναρασίχα, το άγριο άβαταρ του ανθρώπου-λιοντάρι του Βισνού που λατρεύεται από την αίρεση Βαϊσνάβα. Είναι αναμφισβήτητα η πιο ισχυρή από τις πολλές ενσαρκώσεις του Σίβα, αποδεικνύοντας έτσι πόσο περίπλοκα και ποικίλα μπορεί να είναι τα κωδικοποιημένα ζωικά μοτίβα στην τέχνη της Νότιας Ασίας.
Συναντά κανείς θεούς με κεφάλια ζώων, ισχυρά πλάσματα που λειτουργούν ως ιππείς και σύντροφοι των θεών ή ως τρομακτικά θηρία που σκορπούν την καταστροφή και το χάος. Ενώ πολλά ζώα είναι σεβαστά επειδή θεωρούνται ως προστατευτικά και σημάδια καλής τύχης, άλλα εμπνέουν φόβο ή απαιτούν κατευνασμό.
Ακόμα και μεμονωμένα, τα ζώα ερμηνεύονται με μυριάδες τρόπους σε διάφορες περιοχές και πολιτισμούς. Διαφορετικές αναπαραστάσεις δείχνουν πώς τα ζώα εξυπηρετούν μια σειρά από καλλιτεχνικές και συμβολικές λειτουργίες. Για παράδειγμα, απεικονίσεις φιδιών σε σχέση με τον μεγάλο θεό Βισνού μπορεί να θεωρηθούν χρήσιμες ή δαιμονικές ανάλογα με το πλαίσιο που παρουσιάζονται.
Τα έργα της έκθεσης χωρίζονται σε τέσσερις ομάδες που εστιάζουν σε μεγάλο βαθμό στο λιοντάρι, στο φίδι, στον άνθρωπο-αετό και στα σύνθετα όντα, έναν συνδυασμό διαφορετικών ζώων ή ανθρώπου και ζώου. Μέσα από την εξέτασή τους το κοινό θα αποκτήσει μια βαθύτερη κατανόηση του πώς τα ζώα παίζουν έναν περίπλοκο ρόλο στους παγκόσμιους πολιτισμούς.
Με στοιχεία από Artnet.