Η διευθύντρια των New York Times, Τζιλ Εϊμπραμσον, κατήγγειλε επίσημα, πως δέχτηκε πιέσεις από βρετανούς διπλωμάτες σχετικά με την υπόθεση Σνόουντεν.
Oπως ανέφερε σήμερα η Εϊμπραμσον, διακριτικά, αλλά φορτικά, βρετανοί διπλωμάτες ζητούσαν να τους παραδώσει τα απόρρητα έγγραφα που είχε δώσει στην εφημερίδα ο Εντουαρντ Σνόουντεν.
Την εποχή των «πιέσεων» οι New York Times είχαν μόλις ανακοινώσει συνεργασία, για την υπόθεση Σνόουντεν, με τη βρετανική εφημερίδα Guardian.
«Με προσέγγισαν άνθρωποι από την βρετανική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον αμέσως μετά την ανακοίνωση πως η βρετανική εφημερίδα Guardian θα συνεργαζόταν με την New York Times για την έρευνα κάποιων από τα απόρρητα έγγραφα τα οποία είχε διαρρεύσει ο Εντουαρντ Σνόουντεν, ανάμεσα στα οποία ήταν και κάποια που αφορούσαν στις δραστηριότητες της GCHQ [των βρετανικών υπηρεσιών πληροφοριών]. Οι αξιωματούχοι αυτοί ήλπιζαν πως θα τους δίναμε με τη θέληση μας ό,τι υλικό διαθέταμε. Δεν χρειάζεται να πω ότι άκουσα την πρόταση τους και φυσικά αρνήθηκα να τους παραδώσω ο,τιδήποτε», είπε η Εϊμπραμσον.
Από την πλευρά της η Guardian ανέφερε πως: «Καταλήξαμε σε συμφωνία με τους ΝΥ Times, αφού η βρετανική κυβέρνηση απείλησε την εφημερίδα ότι θα προβεί σε αγωγή, εκτός αν παρέδιδε ή κατέστρεφε τα έγγραφα που είχε λάβει από τον Σνόουντεν. Στην κλιμάκωση των πιέσεων από την βρετανική κυβέρνηση, η Guardian αποφάσισε να συνεργαστεί με την αμερικανική εφημερίδα σχετικά με τα έγγραφα που απεστάλησαν από τον Σνόουντεν, ώστε να συνεχίσουμε να ρίχνουμε φως στην υπόθεση» και σύμφωνα με τα όσα είπε ο εκδότης της, Αλαν Ρασμπρίτζερ, υπάλληλοι της Guardian αναγκάστηκαν να καταστρέψουν αρχεία που περιείχαν έγγραφα τα οποία είχε αποστείλει ο Σνόουντεν μετά από πιέσεις (και την παρακολούθηση) εκπροσώπων των μυστικών υπηρεσιών της χώρας.
Πάντως η Εϊμπραμσον κατέληξε πως «Ο,τι θέμα κι αν έχουμε στα χέρια μας, όσο κι αν αυτό αποτελεί κίνδυνο για την εθνική ασφάλεια, η ζυγαριά της εφημερίδας θα κλίνει πάντα υπέρ της ενημέρωσης του κοινού».
(Πηγή: theguardian)