Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΤΡΑΜΠ αλλάζει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ έτσι όπως την ξέραμε τα τελευταία πολλά χρόνια και προκαλεί διεθνή αναστάτωση. Ο «νέος σερίφης», όπως αποκάλεσε ο Τζει Ντι Βανς τον Ντόναλντ Τραμπ, επιβάλλει τους δικούς του κανόνες με ωμό, κυνικό τρόπο, χωρίς προσχήματα. Το δίκαιο του ισχυρού και η συναλλακτική πολιτική είναι οι νέοι κανόνες. Η Ουκρανία και ο ηγέτης της το διαπίστωσαν πρώτοι, με πικρό τρόπο.
Πολλοί θυμήθηκαν αυτές τις μέρες, μετά το περιστατικό με τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, τη γνωστή φράση του Χένρι Κίσινγκερ, που είχε πει: «Το να είσαι εχθρός της Αμερικής μπορεί να είναι επικίνδυνο, αλλά το να είσαι φίλος της μπορεί να είναι θανατηφόρο». Ο Τραμπ ταπείνωσε σε δημόσια θέα τον Ουκρανό ηγέτη όταν πήγε να του αντιμιλήσει και τον χρησιμοποίησε για να δείξει πρώτα στους Αμερικανούς, αλλά και διεθνώς, ότι στο εξής κάθε αμερικανική βοήθεια θα προσφέρεται λαμβάνοντας άμεσα ανταλλάγματα. Βέβαια, οι ΗΠΑ είναι αυτές που κερδίζουν από τον πόλεμο στην Ουκρανία από την αρχή και σε πολλά πεδία, γεωπολιτικά και οικονομικά. Ο Ντόναλντ Τραμπ, όμως, επιδεικνύοντας τη συναλλακτική πολιτική που εγκαινιάζει με τη «γονατισμένη» Ουκρανία, επιζητά κι άλλα ανταλλάγματα.
Για την Ελλάδα, που αντιμετωπίζει την τουρκική απειλή, η σχέση με τις ΗΠΑ θεωρείται κρίσιμη για την εθνική ασφάλεια από τη σημερινή αλλά και τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Από τους Έλληνες πολιτικούς, αυτός που έχει δει το κυνικό πρόσωπο του Τραμπ από κοντά είναι ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος ζητούσε διακαώς μια συνάντηση μαζί του το 2017. Οταν αυτή πραγματοποιήθηκε, ο Τσίπρας, που του είχε πλέξει πριν το εγκώμιο, παίρνοντας πίσω παλιότερα αρνητικά σχόλια και μιλώντας για τις κοινές τους αξίες, είδε τον Αμερικανό Πρόεδρο, που έδειχνε βιαστικός και αδιάφορος, να ανακοινώνει με αρκετά ταπεινωτικό τρόπο που προκάλεσε αμηχανία στην ελληνική αποστολή μια συμφωνία αναβάθμισης F-16, κάτι που δεν ήταν καθόλου γνωστό στην Ελλάδα. Προφανώς, υπήρχε μια συζήτηση σε εξέλιξη μεταξύ των δύο πλευρών, που ο Αλέξης Τσίπρας δεν περίμενε ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα αποκάλυπτε και θα ανακοίνωνε δημόσια χωρίς καν να τον ρωτήσει. Γι’ αυτό και η αμηχανία που προκάλεσε η δημοσιοποίησή της ήταν φανερή, παρά την προσπάθεια να κρύψουν την έκπληξή τους. Ο Τραμπ είχε ανακοινώσει τότε, κατά τη διάρκεια των κοινών δηλώσεων, τη συμφωνία για την αναβάθμιση των F-16 ως μια επικερδή συμφωνία για τις ΗΠΑ, η οποία θα δημιουργούσε για τους Αμερικανούς μερικές νέες θέσεις εργασίας, επιδεικνύοντας κυνικά ότι για εκείνον δεν είχε κανένα άλλο νόημα η συγκεκριμένη συνάντηση εκτός από αυτό.

Ήταν τότε που ο Μανόλης Γλέζος, οργισμένος, είχε δηλώσει πως «όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός αγωνίζεται για να μειωθεί η ανεργία στις ΗΠΑ, αγοράζοντας τα F-16, προσφέρει γη και ύδωρ στη μητρόπολη της παγκοσμιοποίησης, επεκτείνοντας την παραχώρηση της Σούδας, ξαναγυρίζει την Ελλάδα στην εποχή του Πιουριφόι, όταν οι ΗΠΑ διόριζαν τους πρωθυπουργούς, και υμνεί τον πλανητάρχη για τα “δημοκρατικά του αισθήματα”, τότε η υποταγή της χώρας στις ΗΠΑ είναι όχι μόνο φανερή αλλά και ολοκληρωτική. Λυπάμαι και οργίζομαι που η ελληνική κυβέρνηση, αντί να αγωνίζεται για την Εθνική Ανεξαρτησία, διαπραγματεύεται το σε ποιον συμφέρει περισσότερο να την παραδώσει». Η σκληρή κριτική, ωστόσο, δεν είχε πτοήσει τον Αλέξη Τσίπρα, καθώς θεωρούσε πολύ σημαντική την καλή σχέση με τον Τραμπ και τη στήριξη των ΗΠΑ για την επιβίωση της κυβέρνησής του.
Ποια είναι η θέση της Ελλάδας σε αυτόν τον κόσμο που αλλάζει;
Για την Ελλάδα, που αντιμετωπίζει την τουρκική απειλή, η σχέση με τις ΗΠΑ θεωρείται κρίσιμη για την εθνική ασφάλεια από τη σημερινή αλλά και τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Η Ε.Ε. μέχρι στιγμής δεν μπορεί να της παρέχει αξιόπιστες εγγυήσεις και πολλά κράτη-μέλη, αδιαφορώντας για την κατοχή εδαφών της Κύπρου, τις απειλές στην Ελλάδα, το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνεργάζεται στενά με την Τουρκία και της πουλά όπλα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, παρότι του ασκείται κριτική πως ταυτίστηκε άνευ όρων με τους Δημοκρατικούς του Μπάιντεν και σε πολλούς Ρεπουμπλικανούς δεν άρεσε αυτό, έχει ξεκαθαρίσει ότι επιδίωξή του είναι να συνεχιστεί ανέφελα η στενή και στρατηγική σχέση με τις ΗΠΑ και με τη νέα διοίκηση, με την οποία επιδιώκει να δημιουργήσει επαφές.
Στην πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο πρωθυπουργός επανέλαβε μεν τη δέσμευση της Ε.Ε. για «μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη στην Ουκρανία», όμως του επισήμανε ότι αυτό απαιτεί σημαντική ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Ε.Ε. αλλά και αμερικανική στήριξη.
Η αίσθηση που επικρατεί διεθνώς είναι ότι «η νέα αμερικανική κυβέρνηση βρίσκεται σε μια αντιπαράθεση με τα διεθνή ερείσματα των Δημοκρατικών, τα οποία θέλουν να κάνουν πέρα», αναφέρει έμπειρος Έλληνας διπλωμάτης. «Όσοι ξένοι ηγέτες στήριξαν τους Δημοκρατικούς θεωρούνται αντίπαλοι για τον Τραμπ και έτσι αντιμετωπίζονται».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η ελληνική διπλωματία θα προσπαθήσει να πείσουν τον Τραμπ ότι δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ να βάλουν όλα τα αυγά στο καλάθι της Τουρκίας, η οποία δεν είναι αξιόπιστος σύμμαχος. Τα συμφέροντα μόνο και όχι το διεθνές δίκαιο, άλλωστε, είναι που υπολογίζουν οι ηγέτες με αυτό το προφίλ. Οχι ότι αυτό δεν ίσχυε και παλιότερα βέβαια.
Εκείνο που δεν αμφισβητείται από κανέναν είναι ότι η περίοδος αυτή, κατά την οποία διεθνείς συμμαχίες και ισορροπίες αλλάζουν ξανά, είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη, ειδικά για χώρες όπως η Ελλάδα, με τον επιθετικό γείτονα που καραδοκεί και έχει κάθε λόγο στην αναμπουμπούλα να χαίρεται.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO