(εικόνα από το κοντινό παρελθόν ή από το κοντινό μέλλον;)
Αντίθετα με ότι μπορεί να πιστεύει κάποιος, η όποια ενασχόληση μου με τη μουσική, τα parties και κατά συνέπεια και με τη νυχτερινή ζωή εντάσσεται πρωτίστως στα πράγματα που κάνουν τη ζωή μου πιο ενδιαφέρουσα και όχι σε αυτά που βασίζομαι προκειμένου να βιοποριστώ. Επομένως το να προσπαθήσω να κάνω μια αποτίμηση των συνεπειών της κρίσης στη νύχτα δεν είναι και το ευκολότερο των έργων εφόσον ως χομπίστας αδυνατώ να αποτυπώσω με νούμερα και συγκρίσιμα στοιχεία αυτά που ισχυρίζομαι. Ταυτόχρονα, και αυτό μπορεί να ληφθεί ως μια πρώτη παρατήρηση, έχω αντιληφθεί ότι εδώ και ένα και πλέον χρόνο βγαίνω αρκετά λιγότερο σε σχέση με παλαιότερα, αν και δεν είμαι βέβαιος ότι για αυτό ευθύνεται περισσότερο η κρίση ή το πέρασμα των χρόνων. Είμαι ωστόσο αρκετά σίγουρος ότι το αυτό ισχύει και για τους περισσότερους από εσάς. Αυτό που θα επιχειρήσω εδώ είναι να καταγράψω μερικές επισημάνσεις μου, που δεν συνδέονται απαραίτητα μεταξύ τους από τη σκοπιά ενός ανθρώπου που ζει και νυχτοπερπατεί κατά βάση στην ευρύτερη περιοχή του Αθηναϊκού κέντρου στα περίπου 5 χρόνια που ζει σε αυτήν την πόλη ξεκινώντας από την βασική παραδοχή ότι λεφτά πλέον δεν υπάρχουν.
Μια αρχική παρατήρηση θα μπορούσε να είναι ότι η κρίση έχει υποβαθμίσει το μύθο της έξαλλης Ελληνικής νύχτας. Η ριμάδα η οικονομία τελικά μπορεί να εξηγήσει σχεδόν τα πάντα και τώρα που τα χρήματα λιγόστεψαν και τα έξοδα εξορθολογίζονται πολλά στη νυχτερινή ζωή αρχίζουν να θυμίζουν τις αντίστοιχες εκείνων των «ξενέρωτων δυτικών» που «δεν ξέρουν να ζήσουν» και «που πας στην____(βάλε όποια χώρα θες που δεν είναι η Ελλάδα) και δεν βρίσκεις μια μπύρα να πιείς μετά τις 12».
Πίσω στην Αθήνα, βρίσκεις ακόμα να πιείς μια μπύρα μετά τις 12 αλλά πλέον τα περισσότερα μπαρ στο κέντρο, ιδίως τις καθημερινές, κλείνουν σε ώρες που δε θα έκαναν τον αλήστου μνήμης Στέλιο Παπαθεμελή να κοκκινίσει από ντροπή για λογαριασμό μας, τουλάχιστον σε σύγκριση με το όχι τόσο απώτερο παρελθόν. Ο λόγος φυσικά δεν είναι ότι ως έθνος «ξενερώσαμε» αλλά ότι λιγότεροι άνθρωποι έχουν χρήματα για να βγαίνουν πολύ τακτικά και όταν το κάνουν θα κινηθούν με περισσότερη σύνεση από παλαιότερα.
Εύκολα συνάγεται ακολούθως ότι οι τιμές πλέον έχουν μεγαλύτερη σημασία από ποτέ, ειδικά για όσους εξακολουθούν να βγαίνουν περισσότερο από μια φορά την εβδομάδα ή στις 15 μέρες. Η συζήτηση πλέον γίνεται λιγότερο για το που είναι καλά τα κοκτέιλ και περισσότερο για το που είναι φτηνότερο το απλό ποτό και η μπύρα. Τα «καλά» κοκτέιλ εξακολουθούν να πουλάνε αλλά μόνο αν είναι πραγματικά καλά, γεγονός συνδεδεμένο περισσότερο με την τεχνογνωσία του χώρου που τα προσφέρει συνυπολογιζόμενου και του παράγοντα “value for money” .
Όσα σημειώθηκαν στην προηγούμενη παράγραφο τείνουν να συμβαίνουν συχνότερα σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν στα μπαρ της γειτονίας σου ή της δίπλα γειτονίας. Περιοχές σαν τα Πετράλωνα ή το Κουκάκι (γιατί όχι αύριο και το Μετς, το Παγκράτι κλπ) αρχίζουν να προσελκύουν νεαρόκοσμο διότι είναι ζωντανές αλλά ταυτόχρονα ασφαλείς και προσιτές οικονομικά. Αν βάλεις στο λογαριασμό και το αυξανόμενο κόστος μεταφοράς (βενζίνες, ταξί) , ίσως είμαστε μάρτυρες μιας κάποιας τάσης επιστροφής στο συνοικιακό bar hoping που είχε εξασθενήσει με τη δημιουργία του Μετρό, το οποίο είχε επιφέρει μια σχετική Θεσσαλονικοποιήση (με την έννοια ότι όλοι βγαίνουμε στις ίδιες περιοχές) της πόλης.
Στο κομμάτι του partying/ clubbing τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει ραγδαία. Τα μεγάλα club με τις ακριβές εισόδους και τους πολλούς πορτιέρηδες βρισκόταν σε παρακμή καιρό πριν την κρίση. Το μοντέλο με τις δωρεάν εισόδους, τα ανερχόμενα ονόματα και τα φτηνότερα ποτά που καθιέρωσαν εναλλακτικοί χώροι και ομάδες όπως αυτή στην οποία ανήκω είναι η νόρμα την εποχή αυτή. Οπότε μπορεί να πει κανείς ότι από αυτήν τη σκοπιά η Αθήνα ήταν από καιρό έτοιμη για την κρίση. Ταυτόχρονα όμως το κακό οικονομικό κλίμα και το αυξημένο ρίσκο δείχνουν να μην ευνοούν καινούριες προσπάθειες και τάσεις . Αρπαχτές και κακές εν γένει βραδιές ακόμα εξακολουθούν να διοργανώνονται αλλά η συχνότητα τους και τα premiums που αφήνουν σε όσους βρίσκονται πίσω από αυτά έχουν περιορισθεί Στα παρήγορα της εποχής, η εφαρμογή παραλλαγής του παραπάνω μοντέλου και στον πολύπαθο χώρο των συναυλιών όπου κάτι δείχνει να αλλάζει και οπού νέες ομάδες παίρνουν ρίσκα και αποδεικνύουν ότι μπορείς να ακούσεις και στην Αθήνα live φρέσκα ονόματα χωρίς να ξεπαραδιαστείς, πράγμα που σε κάνει να αναρωτιέσαι γιατί αυτό δεν συνέβαινε και παλαιότερα.
Για να συνοψίσω κάπου, η συζήτηση για το αν παλαιότερα περνούσαμε καλύτερα τη νύχτα είναι κατά την ταπεινή μου άποψη αχρείαστη. Η παρούσα συγκυρία είναι αναμφίβολα πολύ δύσκολη για όλους και ιδίως για τους επαγγελματικά απασχολούμενους σε έναν κλάδο που προσφέρει υπηρεσίες και προϊόντα που δεν συγκαταλέγονται σε αυτά που λέμε «πρώτης ανάγκης». Την ίδια στιγμή όμως η κρίση έσκασε και πολλές φούσκες της νυχτερινής ζωής. Αναφερόμενος στο μεγαλύτερο κλισέ από καταβολής κρίσεων και κλισέ , η κρίση μπορεί να είναι και ευκαιρία για όσους ασχολούνται με αυτήν. Για τους επαγγελματίες της για να αναπροσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα και τις πρακτικές και συμπεριφορές τους στις απαιτήσεις των καιρών και για αυτούς που τους αρέσει απλά να βγαίνουν συχνότερα από τους υπολοίπους για να σκεφτούν τι είναι αυτό που τους τράβηξε στη νύχτα αρχικά και πως μπορούν αυτό να το απαιτήσουν ξανά.
σχόλια