Παρασκευή απόγευμα. Ο Δ. έχει πάει να δει τη γιαγιά του. Της έχει φέρει κεράσια και δυο σουβλάκια στη ζούλα, γιατί η γιαγιά τρελαίνεται για σουβλάκια, αλλά δεν πολυκάνει κιόλας να τα τρώει. H γιαγιά του Δ. είναι 87 ετών. Περπατάει με πι και μπαινοβγαίνει στα νοσοκομεία για μεταγγίσεις, αλλά τα’ χει τετρακόσια. Λίγο πριν τσακίσει το δεύτερο πιτόγυρο, ξεσπάει: «Αχ παιδάκι μου, τι θα γίνει αν δεν πάρουμε την πέμπτη δόση;». Ο Δ. την κοιτάζει στην αρχή χωρίς να καταλαβαίνει. Το μυαλό του πάει σε φάρμακα και σε δοσολογίες. Η γιαγιά όμως άλλο λέει. Και έχει άγχος. Το ΔΝΤ έχει μπει στη ζωή της και την απασχολεί. Στο σπίτι της μπήκε προχθές ένας Ρουμάνος (ο ίδιος δήλωσε Ρουμάνος), αλλά ούτε αυτό δεν την τάραξε τόσο. Δεν ξέρω καν αν κατάλαβε ότι ο τύπος αυτός δεν είχε μπει με καλό σκοπό, αφού τρύπωσε από την πίσω πόρτα, μόλις βγήκε από την μπροστινή η κυρία που την φροντίζει. Τον είδε ξαφνικά μέσα στην κουζίνα της, αλλά κι εκείνος πρόλαβε να δει ότι δεν ήταν μόνη, όπως είχε μάλλον υπολογίσει. «Ποιος είσαι εσύ;» του είπε, «Ρουμάνος, πεινάω, έχεις φαγητό;» απάντησε εκείνος. Η γειτόνισσα που είχε κατεβεί για παρέα έβαλε τις φωνές και τον έδιωξε άρον άρον, αυτός αποχώρισε αναίμακτα και η γιαγιά ούτε που ξανασχολήθηκε. Η πέμπτη δόση όμως την καίει.
Δύο πράγματα φοβούνται οι ηλικιωμένοι. Τη δυσκοιλιότητα και την περικοπή των συντάξεων. Και δεν έχουν άδικο. Και τα δύο δυσκολεύουν τη ζωή τους και μπορούν να γίνουν επικίνδυνα για την υγεία τους. Δυαδική είναι όμως και η πίστη των ηλικιωμένων. Πιστεύουν στο Θεό και στην τηλεόραση. Και επειδή η θρησκεία δεν έχει κατορθώσει να γεμίζει κάθε στιγμή της καθημερινότητάς τους, τον ιερό αυτό σκοπό τον έχει αναλάβει η τιβί. Πώς να μην ανησυχεί η γιαγιά του Δ. όταν βλέπει ήδη τη σύνταξή της κουτσουρεμένη και η τηλεόραση της λέει «ετοιμάσου γιατί έρχονται κι άλλα»; Μήπως άραγε, αν αύριο έβγαιναν στην τηλεόραση για να πανηγυρίσουν επειδή «σωθήκαμε» και «όλα από δω και πέρα θα πάνε καλά», δεν θα έβγαιναν οι γριές στους δρόμους μ’ αναμμένα κεριά, όπως το 2002, στην Ομόνοια, μετά την υπογραφή Μπους-Πούτιν για την «Κοινή Διακήρυξη της Νέας Στρατηγικής Σχέσης»;
Η πραγματικότητα σήμερα ελάχιστη σχέση έχει με την τηλεοπτική. Παρόλα αυτά, ο τηλεοπτικός κόσμος όχι μόνο συνυπάρχει με τον αληθινό, αλλά συχνά προπορεύεται στη συνείδηση των τηλεθεατών αποκτώντας μια θέση τόσο καίρια που μοιάζει ρεαλιστικότερη της πραγματικής. Οι πιο αδύναμοι, οι πιο μόνοι, αλλά και γενικότερα οι μεγαλύτεροι που δεν είναι τόσο εξοικειωμένοι με τα νέα μέσα ώστε να έχουν και εναλλακτική, δέχονται αυτό που ο Τσόμσκι ονομάζει προπαγάνδα των ΜΜΕ σαν κομμάτι της κανονικής τους ζωής, χωρίς δηλαδή να αμφισβητούν την εγκυρότητά του ή να κρατάνε, έστω, μια πισινή. Εδώ και χρόνια, η κα Α. τρομοκρατείται συστηματικά τα καλοκαίρια από τις τηλεοπτικές ανακοινώσεις για επικείμενο καύσωνα. Η κα Α. δεν έχει χωράφι, δεν έχει δουλειά στον ήλιο, δεν έχει καν λόγο να βρίσκεται έξω 12-3. Tα νεύρα της όμως παίζουν βιολί, καθώς τα κανάλια κλιμακώνουν την τρομολαγνική τους επίθεση. «Καμίνι πάλι από αύριο, η Αθήνα. Πως δεν θα κινδυνεύσουν παιδιά και ηλικιωμένοι». Η Α. μένει πολλές ώρες στο σπίτι. Η τηλεόραση της κάνει παρέα όσο μαγειρεύει, όσο κάνει δουλειές, ακόμη και λίγο πριν κοιμηθεί. Δεν είναι τυχαίο πως πιάνει τον εαυτό της να στοιβάζει τα παγάκια στην κατάψυξη και τηλεφωνεί έντρομη στη 40άχρονη κόρη της για να τσεκάρει αν φοράει καπέλο.
Τον τελευταίο καιρό παλεύω να συζητήσω για την επικαιρότητα με τον πατέρα μου. Ως ηλικιωμένος-αλλά-όχι-και-πολύ, μου αφήνει κάποια περιθώρια να τον ξαφνιάσω ή να τον προβληματίσω με κάτι που εγώ πιστεύω, ενώ εκείνος όχι. Έχω παρατηρήσει ότι η επικοινωνία γίνεται αισθητά δυσκολότερη μετά το δελτίο των οκτώ.
σχόλια