Του Αδάμ Γιαννίκου, από το ΜΟΝΟ #3
Πόσοι αριστεροί βουλευτές χωρούν στα αριστερά έδρανα της Βουλής; Αν επαναληφθούν οι εκτιμήσεις ψήφου των δημοσκοπήσεων στις εκλογές που όλοι περιμένουν αλλά ακόμα δεν έρχονται, τότε για πρώτη φορά στην Αίθουσα Συνεδριάσεων της Ολομέλειας ο ήλιος του ΠΑΣΟΚ θα περιοριστεί στη θέση που ορίζουν τα χρώματα του ηλιακού φάσματος. Σήμερα, στο ελληνικό κοινοβούλιο υπάρχουν 21 βουλευτές από το ΚΚΕ, 9 από τον ΣΥΡΙΖΑ και 4 ανεπίσημα από την Δημοκρατική Αριστερά. Ίσως, η πιο μεγάλη αλλαγή στην αστική αισθητική της Ελληνικής Δημοκρατίας να είναι η εικόνα ενός κοινοβουλίου όπου οι αριστερές δυνάμεις θα καταλαμβάνουν πολύ περισσότερο χώρο από το 1/10 που ο δικομματισμός αφήνει ως περιθώριο ασφαλείας. Αν αυτά τα τρία κόμματα πάρουν τα ποσοστά που δείχνουν οι τελευταίες δημοσκοπήσεις, τότε αθροιστικά είναι πολύ πιθανόν να βρεθούν με πλέον των εκατό βουλευτών στα έδρανα της Ολομέλειας.
Αυτό δείχνει να τους φοβίζει όλους ή, τουλάχιστον, να τους προκαλεί αμηχανία, περισσότερη από όση νιώθουν όσοι συνάδελφοί τους βλέπουν το πολιτικό τους μέλλον να συνωστίζεται προς το κέντρο. Η σχετική έκπληξη αυτής της ιδιότυπης προεκλογικής περιόδου είναι, σαφώς, το κόμμα του Φώτη Κουβέλη που μετράει δύο χρόνια ζωής. Η δημοσκοπική άνοδος της ΔΗΜΑΡ θυμίζει την ιστορία του 2008 με την αντίστοιχη άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ σε διψήφια ποσοστά, όταν ένα μεγάλο κομμάτι των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ έδειξε διάθεση απεξάρτησης από τη μεγάλη δημοκρατική παράταξη του Γιώργου Παπανδρέου και πρόθεση να μετακινηθεί προς τα αριστερά. Ενώ, όμως, τα γεγονότα του Δεκέμβρη εκείνης της χρονιάς επηρέασαν αρνητικά τον ΣΥΡΙΖΑ, η εξεγερσιακή εικόνα της πρωτεύουσας τους τελευταίους μήνες απεικονίζεται τελείως διαφορετικά στην εικόνα των πρώην συντρόφων της Κουμουνδούρου, οι οποίοι, αν και επισήμως καταχωρούνται στο αντιμνημονιακό μπλοκ, έχουν καταφέρει να μην τρομάζουν τους νοικοκυραίους.
Η τελευταία δημοσκόπηση της GPO (2 Φεβρουαρίου 2012) έδειξε ότι σχεδόν τα 2/3 των ψηφοφόρων θεωρούν ότι πρέπει να δημιουργηθούν νέα κόμματα ενόψει των βουλευτικών εκλογών. Από αυτούς το 45,9% θεωρεί ότι τα νέα κόμματα πρέπει να δημιουργηθούν στον χώρο της ευρύτερης κεντροαριστεράς. Για τα επιτελικά στελέχη της ΔΗΜΑΡ, η ανασύσταση της κεντροαριστεράς παραμένει το μεγάλο στοίχημα, κάτι που σε πολλούς άσπονδους φίλους θυμίζει την αντίστοιχη ρητορική του εκσυγχρονιστικού ΠΑΣΟΚ προ δεκαετίας. Ενώ στον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουν ότι ο κόσμος της αριστεράς αναγνωρίζει την ενωτική του δράση, στη ΔΗΜΑΡ δηλώνουν επί λέξη ότι δεν τους ενδιαφέρει η συγκόλληση της αριστεράς. Ενώ για τους συνεργάτες του Αλέξη Τσίπρα το ερώτημα είναι αν οι όποιες πολιτικές συνεργασίες ενθαρρύνουν τις διεργασίες στο κοινωνικό επίπεδο, για τα στελέχη του Φώτη Κουβέλη πρόκριμα αποτελεί η έννοια της κυβερνώσας αριστεράς, στην οποία μπορούν να ανιχνευθούν κοινές δράσεις αλλά όχι κοινό μέτωπο εξουσίας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αν σ’ αυτό το σκηνικό συνυπολογιστεί η διαχρονική απομόνωση του ΚΚΕ στη δική του πλατφόρμα περί λαϊκής εξουσίας, γίνεται αντιληπτό ότι στην αριστερή άκρη του νέου πολιτικού φάσματος τα μήκη κύματος παραμένουν πολύ διαφορετικά.
Στελέχη και των δύο πλευρών λένε ότι οι προσωπικές σχέσεις μεταξύ τους δεν έχουν δηλητηριαστεί. Όμως, και ο πιο καλόπιστος θα παρατηρήσει στις κατ’ ιδίαν συνομιλίες ότι υπάρχουν έντονες προσωπικές επιθέσεις ένθεν κι ένθεν. Το πρόσωπο, βεβαίως, που συγκεντρώνει τις περισσότερες είναι ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, τον οποίο, οι μέχρι πρότινος σύντροφοί του θεωρούν ότι αντιγράφει τον λαϊκισμό του Ανδρέα Παπανδρέου και τη λογική του «Τσοβόλα, δώσ’ τα όλα». Απ’ την άλλη, πληθαίνουν τα δηκτικά σχόλια για την προσπάθεια της ΔΗΜΑΡ που προσπαθεί να προσεγγίσει με κάθε μέσο στελέχη και ψηφοφόρους που φεύγουν από το ΠΑΣΟΚ. Παραδόξως, ο αριστερός χώρος κινείται σε βιβλικά μονοπάτια, με την επανεμφάνιση του Νίκου Μπίστη να χαρακτηρίζεται ως η «επιστροφή του ασώτου» και η κινηματική δράση των «Συριζαίων» κάτι σαν τους τρεις παίδες εν Καμίνω.
Η κορύφωση του αριστερού δράματος διαδραματίστηκε τον τελευταίο καιρό γύρω από το πρόσωπο του Δημάρχου Αθηναίων Γιώργου Καμίνη, στην παρουσία του οποίου μπορεί κανείς να αναγνώσει συμβολικά το βαθύ ρήγμα που έχει δημιουργηθεί ανάμεσα στα δύο κόμματα. Οι του ΣΥΡΙΖΑ δηλώνουν απογοητευμένοι από τα πεπραγμένα του δημάρχου, για τον οποίο λένε ότι στερείται κοινωνικών ευαισθησιών και λειτουργεί με μια αντίληψη κεντρικής πολιτικής σκηνής για την ευταξία μέσα στην πόλη. Την ίδια στιγμή οι άνθρωποι της Δημοκρατικής Αριστεράς θεωρούν ότι το φαινόμενο Καμίνης είναι ακριβώς το πρότυπο πάνω στο οποίο θα σχεδιαστεί η ανατροπή του πολιτικού σκηνικού με ιδεολογικό άξονα τον μεταρρυθμισμό. Ιδίως όσον αφορά την κρίση, οι τελευταίοι θεωρούν ότι δεν πρέπει να αποκλείεται ο διάλογος με τα κόμματα πέραν της αριστεράς, ακόμα κι αν το διαφαινόμενο αποτέλεσμα είναι η διαφωνία. Στη ΔΗΜΑΡ λένε ότι η παραδοχή κλειδί για την αλλαγή συσχετισμών είναι πως σήμερα ο σοσιαλιστής είναι ορφανός και πως σε ένα πρόγραμμα εξόδου από την κρίση πρέπει κανείς να αντιληφθεί πως η κρίση δεν διευκολύνει το όλα μαζί αλλά το κάθε ένας μόνος του. Βεβαίως, ούτε οι μεν ούτε οι δε θέλουν σε μία διάχυση του καταρρέοντος ΠΑΣΟΚ να μοιάζουν με την κολυμβήθρα του Σιλωάμ, όπως χαρακτηριστικά τονίζουν. Είναι, βεβαίως, αυτό που θεωρεί το ΚΚΕ ότι συμβαίνει. Και για να έχει κανείς μια πλήρη εικόνα της αριστεράς δεν γίνεται να μην λάβει υπόψη το μεγαλύτερο κόμμα της, ακόμα κι αν οι εκλογές γι’ αυτό παίρνουν τον χαρακτήρα άλλης μιας Κυριακής της Ορθοδοξίας.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα έχει την πιο σταθερή και ειλικρινή αντίληψη για τις συνεργασίες. Σε πρόσφατη συνέντευξή της η γενική γραμματέας του κόμματος, Αλέκα Παπαρήγα, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι «Δεν λέμε ότι στις εκλογές θα ψηφίσουν και τα δέντρα όπως κάποτε “ψήφιζαν”, αλλά αυτές θα γίνουν κάτω από μία φοβερή τρομοκρατία». Στο ΚΚΕ θεωρούν ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΔΗΜΑΡ εμπλέκονται σε ένα παζάρι με τους διαγραφέντες και διαφωνούντες του ΠΑΣΟΚ. Επιπλέον, ισχυρίζονται πως είναι λανθασμένη η αντίληψη ότι η κρίση δημιουργήθηκε από το μνημόνιο και πως ένα ενωτικό σχήμα της Αριστεράς το μόνο που θα καταφέρει είναι να δημιουργήσει ένα ρηχό αντιμνημονιακό μέτωπο. Στον Περισσό επιμένουν πως η αντιμνημονιακή συνεργασία δημιουργεί αυταπάτες στον λαό και διατείνονται πως μόνο η αντιμονοπωλιακή στρατηγική που εκφράζει ο επιστημονικός σοσιαλισμός του ΚΚΕ μπορεί να είναι η απάντηση στις δυνάμεις των ξένων συμφερόντων που έχουν επιβάλει σκληρές θυσίες στα λαϊκά στρώματα.
Είναι φανερό πως η αγία τριάδα της ελληνικής αριστεράς κάθε άλλο παρά πρεσβεύει ένα Πιστεύω. Η ρευστότητα του πολιτικού σκηνικού και οι υπόγειες διεργασίες που συντελούνται δεν αφήνουν περιθώρια για ασφαλείς προβλέψεις. Πολλά στελέχη σκέφτονται πως λίγο πριν την κάλπη θα υπάρξουν «διορθωτικές» κινήσεις στο σύστημα που θα το επαναφέρουν σε πιο γνώριμες καταστάσεις. Μπορεί το ιδεολογικό περίβλημα των κομμάτων να είναι αυτό που πρώτο αποδομείται σε μια πολιτική σύγκρουση, το μεγάλο στοίχημα, όμως, παραμένει η προετοιμασία του κομματικού μηχανισμού και τα μέσα που μπορεί αυτός να χρησιμοποιήσει για να μπει το κάθε κόμμα στη μάχη από πλεονεκτικότερη θέση. Δεν είναι τυχαίο που, περισσότερο κι από την αναγνώριση του Στάλιν, το ΚΚΕ έχει κατηγορηθεί για τις απολύσεις στην Τυποεκδοτική και την αρθρογραφία του Ριζοσπάστη.
Στην Δημοκρατική Αριστερά θεωρούν ότι η έλλειψη της κομματικής επιχορήγησης τούς φέρνει σε μειονεκτική θέση στο μικρό διάστημα της οργανωτικής τους υπόστασης. Προγραμματίζουν τη δημιουργία δικής τους εφημερίδας για μετά τις εκλογές και μέσα στο 2012, μιας και διαπιστώνουν πως χρειάζεται να αποκτήσουν μεγαλύτερο βήμα στον δημόσιο λόγο. Στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ δεν κρύβουν πως δέχονται πόλεμο από τα διαπλεκόμενα συμφέροντα που μόνο αυτοί έχουν τολμήσει να κατονομάσουν. Χαρακτηριστικά, λένε πως αν κανείς ανοίξει την εφημερίδα «Έθνος» θα πιστέψει πως ο χώρος της ριζοσπαστικής ανανεωτικής αριστεράς δεν υφίσταται, ενώ υπενθυμίζουν πως ο Αλέξης Τσίπρας έχει κληθεί στον σταθμό MEGA μόνο μια φορά από τον Μάιο του 2010, ενώ η παρουσία των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ στις τηλεοράσεις δεν γίνεται με ισότιμους όρους. Θεωρούν εαυτούς αποκλεισμένους και αυτό είναι ένα μήνυμα που λαμβάνουν σχεδόν καθημερινά από την παραγωγή των εκπομπών.
Το μόνο, ίσως, κοινό που έχουν τα κόμματα της αριστεράς είναι η ανάγκη τους να τοποθετηθούν απέναντι στις νεοφιλελεύθερες δυνάμεις που κινούν τα νήματα της (παρα)οικονομίας και της (παρα)πολιτικής. Μόνο που στην αίθουσα του κοινοβουλίου μια κατανομή που αρχίζει από αριστερά μπορεί να πάει μόνο δεξιότερα, γιατί από την άλλη υπάρχει είτε το ντουβάρι είτε η πόρτα της εξόδου. Πώς, τελικά, θα χωρέσουν οι αριστεροί βουλευτές στα έδρανα της αριστεράς;
σχόλια