Στην πρόσφατη συναυλία του στην Τεχνόπολη, ο Θανάσης επέλεξε να δώσει βήμασε μια αναγγελία συμπαράστασης στην υπόδικη κρατούμενη Όλγα Οικονομίδου η οποία βρίσκεται εδώ και ένα μήνα στην απομόνωση επειδή αρνήθηκε τον εξευτελιστικό κολπικό έλεγχο, αλλά και λόγω άλλων διοικητικών παραλείψεων (sic) αναφορικά με τις συνθήκες κράτησής της. Η παρέμβαση χαιρετίστηκε με εκτεταμένο χειροκρότημα και συνθήματα για όσους είναι στα κελιά. Στην πλασματόσφαιρα των σόσιαλ μίντια, όπου αρκεί η πρόσβαση στο ίντερνετ για να δικαιώσει τα λίγα λεπτά που σου υπόσχεται ο Γουόρχολ, η αντίδραση που μας έγινε γνωστή ήταν αυτή. Ή για την ακρίβεια, αυτή. Με λίγα λόγια, η αντίδραση μιας κοπελιάς, η οποία στο κάτω-κάτω σε μια συναυλία πήγε βρε αδερφέ, να ξεσκάσει από τα μνημόνια και τις βίες απ'όπου κι αν προέρχονται, λίγα τραγούδια έκανε κέφι μόνο, και είχε πληρώσει και εισιτήριο, είχε αγοράσει προϊόν, είχε αγοράσει υπηρεσίες, απαιτούσε σεβασμό, απαιτούσε σιωπή. Λίγα τραγούδια μόνο ζήτησε, λίγη ανδρομέδα, λίγη εναλλακτικότητα και συντροφικότητα δίπλα σε άλλα αγαπημένα εισιτήρια που είχαν εξαγοράσει υπηρεσίες και στάση καλλιτέχνη. Μα ο καλλιτέχνης μίλησε αλλιώς και αυτό δεν άρεσε. Ο καλλιτέχνης χώρεσε κάτι που δεν μπορούσε εκείνη να χωρέσει. Ο καλλιτέχνης επέκτεινε το όραμά του και τους τρόπους του πέρα από τη δισκογραφία και κάθε έννοια πληρωμένου προϊόντος και υπηρεσίας. Δεν ήρθαμε να ακούσουμε αυτά Θανάση. Εμείς ήρθαμε γι'αυτά που υπόσχεται το εισιτήριο, εμείς ήρθαμε γιατί είσαι ο καλύτερος όμηρος των προσδοκιών μας, είσαι ο υπάλληλός μας επί σκηνής. Γιατί είσαι θέαμα. Χάρτινο τσίρκο· που είναι η δική σου σκλαβιά.
Γιατί όμως ανέφερα και τις δικές μας περιπτώσεις στην αρχή; Την πρώτη, για να φανερωθεί ίσως ότι -όπως και στο άκουσμα ενός Αερικού ή ενός Σαμπάχ- ένα κομμάτι με τίτλο Prisons δεν είναι απίθανο ως περίπτωση να ακολουθείται από αναφορά στις πραγματικές prisons αυτού του κόσμου -αυτού και όχι του κάτω, οι οποίες εντούτοις μοιάζουν όσο τίποτα με τις βιβλικές περιγραφές του κάτω. Και πως σε μια συναυλία ήχων, αισθήσεων και εμπειριών, η συνείδηση εξακολουθεί να λειτουργεί με όλα της τα κανάλια ανοιχτά. Και πως ακόμα και η διαφωνία είναι θέση και όχι ενοχικά βιασμένη συνείδηση. Πως κανείς δεν βιάζει τον άλλον, λέγοντας λόγια που σκέφτεται και μοιράζεται με κόστος. Πως κανείς δεν σε καπελώνει, επειδή αποφάσισε να κάνει ένα βήμα παραπέρα από τις ελάχιστες προσδοκίες σου. Ακόμα κι αν ο ίδιος μπορεί να το κάνει αμήχανα, ακόμα κι αν δεν ταυτίζεται, ακόμα κι αν αυτό που κάνει, το κάνει μόνο και μόνο γιατί νιώθει πως κάτι πρέπει να ακουστεί. Και πως το άκουσμα αυτό δεν είναι βία, δεν είναι προδοσία, δεν είναι έξω από τη συνθήκη της ζωντανής εμπειρίας. Απευθύνεται από ζωντανό οργανισμό σε ζωντανούς οργανισμούς, μέσα σε έναν καργιόλη καιρό που θα μας προτιμούσε πεθαμένους και κάνει ό,τι μπορεί μάλλον γι'αυτό. Απαιτεί όσο τίποτα να σπάσει την νομιμοποιημένη εντός μας ομερτά και την ομηρία των επίπλαστων προσδοκιών.
Η επίκληση της φάσης με το μπουκάλι μας δείχνει ίσως μέχρι που μπορεί να φτάσει αυτή η χυδαία ομηρία. Βία λοιπόν είναι ο εγκλωβισμός, όχι η ελευθερία. Το να ακούσεις κάτι με το οποίο διαφωνείς και εξανίστασαι δεν είναι βία. Το να θες να πεις κάτι που νιώθεις, προς όλους, και να το πνίγεις επειδή κάποιος ενδέχεται να διαφωνεί -και μάλιστα στη βάση μιας ανταλλακτικής διαδικασίας, που έχει ως κοινό τόπο μερικά ελάχιστα ευρώ- αυτό οδηγεί σε κάτι πιο σκοτεινό κι από την ίδια τη βία. Τη σιωπή σε δύσκολους καιρούς. Τη μόνη φυλακή του πάνω κόσμου.
σχόλια