Με επιστολή του προς τον υπουργό Δικαιοσύνης ο αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος εκφράζει την αντίθεση του στο σύμφωνα συμβίωσης, το οποίο χαρακτηρίζει νεοφιλελεύθερη επιβράβευση της ανευθυνότητας στις διαπροσωπικές σχέσεις που τις υποβιβάζει σε απλή συναλλαγή».
Επιπλέον υποστηρίζει ότι το σύμφωνο αποτελεί «σκαιά απομίμηση του γάμου που απευθύνεται σε όσους θέλουν να δημιουργήσουν σχέση και οικογένεια ξεγελώντας τον εαυτό τους ότι δεν αναλαμβάνουν κάποια σοβαρή ευθύνη».
Σύμφωνα με τον Προκαθήμενο της Ελλαδικής Εκκλησίας, το σύμφωνο αναγνωρίζοντας ως πατέρα και μητέρα «συμβαλλόμενο» και «αντισυμβαλλόμενο» διαφημίζεται ως νομοθετική πρόοδος, αλλά αποτελεί «ουσιαστικά επιστροφή στη ρωμαϊκή εποχή και στο θεσμό της «παλλακείας», που χρησιμοποιήθηκε από όσους συμβίωναν, χωρίς πρόθεση έγγαμης συμβίωσης».
Σημειώνει ακόμη ότι το σύμφωνο συμβίωσης αλλοιώνει την ίδια την οικογένεια και θεσπίζει την «εξώγαμη» οικογένεια. «Η ύπαρξη οικογένειας δεν αφορά μόνο τα άτομα, την ελευθερία και την ιδιωτικότητά τους, αλλά είναι θέμα συντήρησης του οικογενειοκεντρικού χαρακτήρα της ελληνικής κοινωνίας» υπογραμμίζει.
Τάσσεται δε μόνο υπέρ του χριστιανικού γάμου, αναφέροντας ότι «οποιαδήποτε άλλη μορφή συμβίωσης (πολιτικός γάμος, σύμφωνο συμβίωσης) απορρίπτεται όχι ως στείρα άρνηση αλλά γιατί η Εκκλησία έχει τη δική της διαχρονική και θετική πρόταση προς τον άνθρωπο».
Διερωτάται επίσης τι διαπαιδαγώγηση παίρνουν οι πολίτες από ένα νομοθέτημα και τι ηθικό μήνυμα λαμβάνουν όταν το κράτος θεσπίζει ένα νομικό υποκατάστατο του μυστηρίου του γάμου, μια δήθεν «ελαφρά μορφή» του, που έχει όμως όλες τις συνέπειες του γάμου.
Καλεί τέλος την πολιτεία να κάνει σαφές «εάν μετά την 'ομοφυλοφιλική συμβίωση' θα προχωρήσει και στην 'ομοφυλοφιλική οικογένεια', για την οποία δημιουργεί από τώρα τις προϋποθέσεις ώστε να διεκδικηθεί από οργανωμένους ακτιβιστές».