Η γεωγραφία της απόγνωσης

Η γεωγραφία της απόγνωσης Facebook Twitter
Φωτο: Nick Paleologos / SOOC
0

Πρώτη φορά στη Λέσβο, για το φεστιβάλ Aegean Docs. Μαζί με την Ιωάννα και την τετράχρονη κόρη μας Αριάδνη. Κυριακή 4 Οκτωβρίου, λιακάδα, το ήρεμο Αιγαίο γαλαζοπράσινος σύμμαχος στην ευφορία του πρωινού καφέ. Να πάμε στο Μανταμάδο και τη Συκαμινιά, σχέδια επί χάρτου, τουριστικοί οδηγοί, συστάσεις φίλων σε χρωματιστά χαρτάκια, η τοπογραφία της διαδρομής έτοιμη. Ξεκινάμε. Ο παραλιακός δρόμος προς Βορρά διαστίζεται από εξαίσια κουφάρια αρχοντικών και βιομηχανικών κτιρίων σε μια ετερόκλητη αρχιτεκτονική που γοητεύει. "Σταμάτα να βγάλουμε κι αυτό, κοίτα!"

Η φωτογραφική μηχανή γεμίζει καδραρισμένες όψεις, προσεκτικά αποκομμένες από τον ενοχλητικό περίγυρο βενζινάδικων και τουριστικών πινακίδων. Σχεδόν δεν τους προσέξαμε στην αρχή. Ομάδες δύο, τριών, τεσσάρων ατόμων, στην πλειονότητά τους νεαροί άντρες, κουβαλώντας ένα μικρό σακκίδιο ο καθένας, στις παρυφές του δρόμου. Μετά τα ιαματικά της Θερμής, δεξιά κι αριστερά μας αρχίζουν να λαμπυρίζουν στον ήλιο τσαλακωμένες, ασημόχρυσες κουβέρτες διάσωσης μαζί με άδεια μπουκαλάκια νερού, σακκούλες από πατατάκια, κάποια ρούχα.

Οι ομάδες πυκνώνουν, τώρα διεκδικούν το μισό σχεδόν οδόστρωμα. Δεν είναι πια τρεις και τέσσερις, αλλά δέκα και είκοσι. "Πρόσεχε!" Σιγά σιγά, χωρίς να το καταλάβουμε, μπαίνουμε αντίθετα σε ένα διογκούμενο κύμα ανθρώπων που στενεύουν το δρόμο και την πρωινή επί χάρτου αισιοδοξία μας. "Μπαμπά, ποιοι είναι αυτοί οι κύριοι;" Το τοπίο αλλάζει, το διεκδικούν τώρα νέοι και μεσήλικες με δισάκια, αθλητικά παπούτσια και smartphones, αυτοσχέδιοι καταυλισμοί κάτω από σκιερές ελιές, πού και πού γυναίκες με μωρά στην αγκαλιά.

Ξάφνου, σε μια στροφή του δρόμου, τη βλέπουμε. Μόνη της. Γύρω στα σαράντα. Έχει ξεκόψει απ' την ομάδα και παλεύει την ανηφόρα καταηλιού. Και κλαίει. Ναι, κάτω απ' τη μαντήλα κλαίει ένα βουβό, πνιχτό κλάμα που συσπά το πρόσωπό της σε ένα μορφασμό απόγνωσης. Σηκώνω αμήχανα το πόδι μου απ' το γκάζι, λες κι αυτό θα τη βοηθούσε στο ελάχιστο. "Κοίτα, μπαμπά, προβατάκια!" Κλείνω τα μάτια, όπως έκανα στους παιδικούς μου εφιάλτες. Κάποιος από πίσω κορνάρει, με το δίκιο του. Συνέρχομαι, επιταχύνω μηχανικά. Μετά το Μανταμάδο, φτάνοντας στη στροφή για τη Συκαμινιά, δεν υπάρχει πια δρόμος παρά μόνο μέσα από μιλιούνια ψυχών που κινούνται αντίθετα. Στη Σκάλα της Συκαμινιάς η ακτή είναι στρωμένη με σωρούς από σωσίβια, σκισμένα φουσκωτά και ξεχαρβαλωμένες εξωλέμβιες.

Μεσημέρι, παρκάρουμε και βρίσκουμε καταφύγιο κάτω από το λοφίσκο της Παναγιάς της Γοργόνας. "Να φάμε κάτι;" Καθόμαστε. Στον ορίζοντα ένα πορτοκαλί σημάδι μεγαλώνει, πλησιάζει. Μια νέα απόβαση. "Δέκα χιλιάδες ήρθαν μόλις χτες και σήμερα", μας πληροφορεί η υπεύθυνη της εθελοντικής ομάδας διάσωσης, πάνω από ένα αραγμένο φουσκωτό. "Πενήντα άτομα χωράνε εδώ μέσα." Η μικρή Αριάδνη ανακαλύπτει μια ροζ παιδική κουλούρα, άθικτη ανάμεσα στα πεταμένα σωσίβια, τη δείχνει με το δάχτυλο: "Θα μού πάρετε ένα τέτοιο;" Το τέλος της μέρας με βρίσκει να οδηγώ μηχανικά, κατεβαίνοντας απ' το Μόλυβο. Έχει πέσει σκοτάδι, το τοπίο στενεύει σε ό,τι φωτίζουν οι προβολείς του αυτοκινήτου. Η Αριάδνη έχει αποκοιμηθεί. Δεν μιλάμε. Το μυαλό μου ταξιδεύει στα κεφάλαια της Ιστορίας που ξερίζωσαν αυτούς τους ανθρώπους. Νιώθω λίγος, ελάχιστος, απελπιστικά ανήμπορος να κάνω ο,τιδήποτε.

Στα νέα η Ευρώπη κόπτεται, λέει, να βρει λύση στο αναπάντεχο (!) κύμα των προσφύγων. Πειθήνια ουραγός στα μετα-ψυχροπολεμικά μπρα-ντε-φερ στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Συρία, καθένα από τα οποία έφερε τη δική του τερατογένεση, συναγωνίζεται τώρα σε απραξία μια Αριστερά που αναλώνεται σε αυτοεπιβεβαιωτικές κενολογίες χωρίς αντίκρυσμα. "Πρόσεχε!" Τα καραβάνια των προσφύγων είναι πια δυσδιάκριτα στις στροφές του νυχτερινού δρόμου. "Μαμά, μπαμπά, περάσαμε τέλεια!" Ξύπνησε. "Ναι, κοριτσάκι μου." Μόνο που στα όνειρά μου θα με κατατρύχει πάντα η γεωγραφία της απόγνωσης στα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων. Απέναντι στο θλιβερό κενό μιας ολόκληρης γενιάς "προοδευτικών" που βρίσκεται πια ανερμάτιστη, ανίσχυρη, σχεδόν χωρίς ιδεολογία και γλώσσα, να μηρυκάζει συνθήματα σε ασκήσεις αυτοϊκανοποίησης. Θα με κατατρύχει πάντα το πνιχτό κλάμα εκείνης της μεσήλικης γυναίκας με τη μαντήλα, καταμεσήμερο στο δρόμο προς τη Συκαμινιά.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Από την ΕΥΕΔ στην ΕΔΕΜ: Ο Χρήστος Νικολόπουλος γράφει για τον νέο οργανισμό διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων

Στήλες / Από την ΕΥΕΔ στην ΕΔΕΜ: Ο Χρήστος Νικολόπουλος γράφει για τον νέο οργανισμό διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων

«Το τραγούδι δεν το φέρνει ο άνεμος»: Ανοιχτή επιστολή του μουσικοσυνθέτη για το ζήτημα διαχείρισης των πνευματικών δικαιωμάτων.
ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΥ