Θυμάσαι με πόση χαρά έφτιαχνες τα δικά σου κάστρα στην άμμο; είτε με παρέα είτε μόνος, εκεί στη μέση του καλοκαιρινού μεσημεριού που τόσο σε έκαιγε κι όμως δεν τα παρατούσες τόσο εύκολα!
Θυμάσαι με πόση χαρά το καμάρωνες μόλις το είχες τελειώσει; Να στέκεται εκεί δίπλα στο κύμα καμαρωτό με τις υπόγειες γέφυρες του και τα κοχύλια για παράθυρα και πόρτες και πρίγκιπες και παραμύθια και πολύχρωμες κορδέλες και...
Και μόλις το τελείωνες, ένα κύμα το κατέστρεφε ή εσύ πηδούσες με φόρα πάνω του και το γκρέμιζες έτσι για το χαβαλέ κι άντε πάλι από την αρχή... και δεν κουραζόσουν, μήτε το έβαζες κάτω...
Μεγαλώνοντας κατάλαβες ότι αυτά ήταν ο πολύτιμος θησαυρός της παιδικής σου ηλικίας, πάνω σε αυτά έχτιζες ο,τι τώρα σε συγκροτεί, με προσοχή να μην πέσει, με όλη τη σοβαρότητα που σε διακατείχε προσπαθώντας να κάνεις όλους αυτούς τους σωστούς υπολογισμούς. Και τώρα τι; Που είναι τα κάστρα σου;
Μα το κάστρο σου το χτίζεις κάθε μέρα, εσύ επιλέγεις ποιους θα βάλεις μέσα και ποιους όχι. Εσύ επιλέγεις πώς θα το διαμορφώσεις και το σχήμα που θα του δώσεις... εσύ επιλέγεις πόσους θα χωράει, εσύ επιλέγεις το αν θα είσαι μέσα σε αυτό ή αν θα το κοιτάζεις από μακριά να καταστρέφεται από το νερό ή τον αέρα... εσύ πλέον μπορείς να επιλέξεις αν θα βγεις στην παραλία με πολλά μποφόρ, αν η άμμος θα σε μαστιγώσει ή θα είναι το υλικό της δημιουργίας σου. Όμως δεν είναι πάντα στο χέρι σου κι αυτό πρέπει να το καταλάβεις κι αργότερα να το αποδεχθείς... Τίποτα δεν περνάει μόνο από το δικό σου χέρι... Μεγαλώνοντας αλλάζει και το υλικό του κάστρου που φτιάχνεις, γίνεται κάπως πιο μόνιμο, παύει να είναι τόσο εύκολο να το πλάσεις και παύει να γκρεμίζεται τόσο εύκολα και πάλι από την αρχή... Τα χέρια σου κουράζονται πιο γρήγορα κι οι φίλοι σου δεν μπορούν πάντα να σε βοηθάνε αν κάπου κολλήσεις ή κουραστείς... Έτσι, τα χέρια μειώνονται κι η ματαιοδοξία του να το φτιάξεις πιο μεγάλο ώστε να είναι σε θέση να χωρέσει κι άλλους κι άλλους κι άλλους... αυξάνεται.
Όμως όπως σου είπα εσύ επιλέγεις! Μήπως δεν χρειάζονται τόσοι πολλοί τελικά;Τι θα' λεγες σιγά σιγά να προχωρήσεις στο τσιμέντο;