Συνάντησαεπιτέλους ξανά τη μαμά μου, αυτό τοπροσωποποιημένο στρες, και το μπαμπάμου, αυτό το προσωποποιημένο ζεν - μέσηλύση δεν υπάρχει στην οικογένεια. Η μαμάπετούσε απ' τη χαρά της που ήρθαμε στονησί, αυτό όμως δεν σήμαινε ότι δεν μουείπε κατευθείαν «αλλά πώς είναι έτσιτα μαλλιά σου, παιδάκι μου; Σαν τουΣουλουμανή». Ο Σουλουμανής ήταν έναςαπ΄τους τρελούς της Κέρκυρας. Δεν τονγνώρισα ποτέ, γιατί όταν γεννήθηκα είχεπεθάνει, αλλά όσα κάνω από τότε (πουγεννήθηκα) τα συσχετίζει με όσα έκανεο Σουλουμανής και βρίσκει τρομερέςομοιότητες. Ντύνομαι σαν τον Σουλουμανή,περπατώ σαν τον Σουλουμανή, έχω τα μαλλιάμου σαν του Σουλουμανή, έχω το σπίτιακατάστατο σαν του Σουλουμανή, έχω τιςιδέες του Σουλουμανή - έτσι και πετύχωκαμιά μέρα τον Σουλουμανή στον παράδεισοτην έχει γαμήσει.
Μόλις,δε, της είπαμε ότι πάει η Αθήνα, το χειμώναθα μείνουμε Βραζιλία, μου είπε ότι έτσιόπως πάω, θα έχω και το τέλος τουΣουλουμανή. Το οποίο τέλος του Σουλουμανήόλο αλλάζει, μια πέθανε από σύφιλη καιμια τον έφαγαν οι ψείρες, ανάλογα.
Η αλήθειαείναι ότι εμένα μουκαρφώθηκε ξαφνικά να πάω Ινδία τοχειμώνα, να δω τον πνευματικό μου, κιόχι Βραζιλία. Ο πνευματικός μου. Έναςεκ γεννετής αμφισεξουαλικός/ή,καλοκάγαθος/η γκουρού που μου είχανσυστήσει πριν χρόνια κάτι φιλενάδεςλεσβίες. Αφότου άνοιξε χάρτες, φυσούσε,ξεφυσούσε, κι εμένα μου είχε πάει ηκαρδιά στην Κούλουρη μη μου πει ότιήμουν ενσάρκωση της ψυχής Σουλουμανή.Τελικά κατέληξε ότι απλά η ζωή που ζωείναι η πρώτη μου ζωή, και γι' αυτό κάνωμόνο μαλακίες - λογικό είναι. Με το πουτο είπε αυτό, τον αναγνώρισα αμέσως,όπως κάθε μαθητής αναγνωρίζει μια μέρατο δάσκαλό του, και ναι, αν ένας πνευματικόςμου έμελλε κι εμένα, ήταν σίγουρα αυτός.Ο ερμαφρόδιτος. Μου είπε ότι θα πεθάνωπολύ μακριά από εκεί που έχω γεννηθεί,σε θάλασσα, δεν εξήγησε πώς, μπορούσεόμως να οραματιστεί ολοκάθαρα ότι τοπτώμα μου θα έχει στο κεφάλι ένα πέπλο.«Τί πέπλο;» ρώτησα με αγωνία. «Δενξέρω», είπε, «εμείς πάντως στηνΙνδία κηδεύουμε έτσι τους άγιουςανθρώπους». Χλωμό, οπότε πήρα επίτόπου τηλέφωνο τη μάνα μου να ρωτήσωτι μπορεί να είναι το πέπλο, κι εκείνητότε είπε «μα φυσικά, έτσι πήγε κι οΣουλουμανής. Προσπαθούσε να βγάλει τοπουκάμισό του χωρίς να το ξεκουμπώσεικαι πέθανε από πνιγμό». Ο/η γκουρούμου δεν ήξερε για το θέμα. Μετά από εκείνοτο ταξίδι μου στις προηγούμενες ανύπαρκτεςζωές μου, τον/ την ξανασυνάντησα θυμάμαιστο Γκράφιτι, ένα παλιό γκέι μπαρ τηςΞούθου, σε μια άλλη έξοδό του στην Ευρώπη.Υποσχέθηκα ότι θα έρθω σε καμιά δεκαετίαστην Ινδία να τον/τη βρω, γιατί τότε είχαακόμη να σπουδάσω. Κι επειδή τον/τηνείδα ξαφνικά στον ύπνο μου, την πρώτηνύχτα στην Κέρκυρα, έλεγα να ακολουθήσωτα σημάδια. Αλλά ο Ροντρίγκο ανένδοτοςγια Ινδία. Είχα βέβαια ένα ολόκληροκαλοκαίρι για να τον ψήσω.
Πάντως δενείναι αλήθεια ότι στην επαρχία βαριέσαι.Πήγαινα σε μια άδεια παραλία κάθε πρωί,κάνοντας πέντε ώρεςγιόγκα. Εντάξει, δύο. Τις άλλες τρειςπροσπαθούσα να αγγίξω τη μύτη μου με τηγλώσσα.
Ο Ροντρίγκοθα άνοιγε μπαρ με τον αδελφό μου. Τοναδελφό μου που έμεινε πολλάχρόνια στη Νάπολη και του ‘μεινεκουσούρι. Έλεγε στον Ροντρίγκο ότι εδώοι δυνατές επιχειρήσεις είναι οιοικογενειακές, «lafamiglia, lafamiglia πάνω απ' όλα»έλεγε, και του Ροντίγκο του καρφώθηκεότι ήμασταν μαφιόζοι κι ο ζεν μπαμπάςμου ο νονός.
Βέβαιαυπολόγιζαν ότι θα τουςκάνω εγώ PR στο μπαρ (όχιαπό το «prostitution», απότο «public relationships»,αν και τα ίδια είναι πάνω κάτω). Αλλάβαριόμουν - είχα και γιόγκα. Έτσι, δενπατούσε άνθρωπος. Ο αδελφός μου, με τιςνοτιοϊταλικές θεωρίες του, έλεγε ότιόταν το μαγαζί είναι άδειο, πρέπει νασυμπεριφέρεσαι σαν να είναι γεμάτο. Νασε βλέπουν οι πελάτες να τρέχεις και νανομίζουν ότι αυτό το μαγαζί έχει πολλήδουλειά. Κάποια στιγμή που πέρασα απόεκεί να πιω ένα χυμό, μπήκε πελάτης στοΜαύρο Γάτο - έτσι λέγεται, έχει και σήματον Ζαμπονοτυροπιτόφατσα, πού ναπροκόψει. Ο πρώτος πελάτης. «Ένα χυμόφράουλα», είπε εκείνος, «μισό λεπτόκύριε», είπε ο αδελφός μου, «περιμένετεστη σειρά σας, δεν βλέπετε ότι έχωδουλειά;». Κοιτάζει δεξιά κι αριστεράο πελάτης, κανένας. «Είσαι πολύμαλάκας, έτσι;» λέει στον αδελφό μου.Γυρίζει ξαφνικά ο τελευταίος, «ποιοςτο είπε αυτό, ποιος το είπε αυτό;,»φωνάζει, κοιτάζοντας μια εμένα μια τονπελάτη. «Να πάρει, της πουτάναςγίνεται, με τόσο κόσμο άντε να καταλάβειςποιος σε έβρισε...»
(συνεχίζεται)
σχόλια