Κανείς δεν ανέχεται τον άλλον. Όποιος κι αν είναι αυτός. Συγγενής, ξάδελφος, παραξάδελφος, αδελφονύφη, μπατζανάκης. Πάντα στον άλλον κάτι βρομάει. Κάτι μολυσματικό κυκλοφορεί επικινδύνως, κάποια λύμη τον έχει προσβάλει και απειλεί να μεταπηδήσει στον δικό μας οργανισμό. Τα μούτρα του -αβερνίκωτα εξ ορισμού- αντανακλούν πτυχές του κακού και εκφυλισμένες εκδοχές του καλού. Το διαπιστώνουμε πανηγυρικά στις χαλασμένες φιλίες, στις χρεοκοπημένες οικειότητες, στους κάθε λογής δεσμούς που όταν τσακίσουν αναδύεται περιέργως η αλήθεια των προσώπων. Η ψυχική δυσοσμία δεν λέει τίποτα. Στην άρνηση όλοι οι άνθρωποι αναδεικνύονται ταλαντούχοι, εφευρετικοί, αυτοσχέδιοι δραματουργοί που στήνουν διαβολικές αφηγήσεις για να απαλλαγούν από όλα τα δαιμόνια. Ούτε ζωγραφιστό δεν τον ανέχομαι! Κι όμως η «ζωγραφική» συνεχίζεται πρωί βράδυ, δεν χάνει ευκαιρία για να στήσει τη σκηνή της - αρκεί να υπάρχουν ακροατές και συνένοχοι. Αν αναρωτηθεί κανείς για τον εαυτό του, για την πιθανότητα να ανήκει στο ίδιο φύραμα και να είναι παραλλαγή του μισούμενου προσώπου, νιώθει σαν να σπάζει τα μούτρα του στον καθρέφτη. Η γλώσσα τσακίζει κόκαλα - γι' αυτό άλλωστε δεν μπορεί να τσακίσει τον εαυτό της. Όσο για την ηθική, κάθε πρωί πιάνει δουλειά και κάθε βράδυ πέφτει κατάκοπη για ύπνο.
σχόλια