Η Μπήλιω Τσουκαλά βασίζεται σ' ένα τελείως παλιομοδίτικο «ποιοτικό» μοντέλο τηλεόρασης, που έχει σχεδόν εκλείψει εδώ και 20 χρόνια: μουσεία, ηθοποιοί του θεάτρου που κάνουν καταθέσεις ψυχής, ξεχασμένες παραδόσεις και η απαραίτητη γλεντζέδικη ή έντεχνη μουσική στο τέλος με μεγάλη μπάντα - ευκαιρία για την Μπήλιω να κάνει άνω-κάτω τα ονόματα όλων των μουσικών.
Έχοντας δει όμως για μια βδομάδα το «Έχει Γούστο», μπορώ να διαβεβαιώσω πως αυτό το παλιομοδίτικο μοντέλο, πέρα απ' το ότι έχει πλάκα, είναι εξαιρετικά χρήσιμο: η κάθε εκπομπή της είναι γεμάτη με πράγματα που κανένα ιδιωτικό κανάλι δεν θα έπαιζε - κυρίως επειδή θα έβλεπε τα νούμερά του να γίνονται μονοψήφια, τα δε νούμερά του στα νεανικά κοινά μπορεί να έπεφταν και κάτω απ' το μηδέν. Κι όμως, στην κρατική τηλεόραση ταιριάζει απόλυτα. Και πάει καλά.
Κάθε λεπτό Μπήλιως μού θύμιζε τη γιαγιά και τον παππού μου στα '80s, τότε που με λαχτάρα περίμεναν εκπομπές όπως «Τα φώτα της ράμπας δεν σβήνουν ποτέ» για να δουν πράγματα που γνώριζαν και καταλάβαιναν. Και, παρόλο που η Μπήλιω έχει σποραδικά και πιο τρέντι θέματα (π.χ. για την Art Athina), η εκπομπή της πρέπει να προκαλεί ρίγη συγκίνησης στους άνω των 60. Τι σαντούρια, τι βραβεύσεις του συγκινημένου Βέγγου, τι Χατζιδάκις, τι παλιοί ηθοποιοί που ανοίγουν το σεντούκι των αναμνήσεών τους, τι τεχνικά λάθη αλά πρώτες μέρες της τηλεόρασης!
Δεν είμαι άνω των 60 κι όμως (πέρα από το σαντούρι overdose, που πραγματικά με τσάκισε) κάθε λεπτό ένιωθα πως μάθαινα πράγματα χρήσιμα και αξιόλογα, παρουσιασμένα με όχι μουντό τρόπο.
...
Διασκέδασα πολύ με τους καλεσμένους: οι σοβαροί και ποιοτικοί ήταν τελείως χαλαροί και αυτοσαρκαστικοί, η Μπήλιω τούς άνοιγε αριστοτεχνικά. Οι άλλοι όμως, που κουβαλούσαν τα κόμπλεξ της τηλεοπτικής αναγνωρισιμότητας ή του πρότερου εμπορικού μουσικού τους βίου ήταν, ξαφνικά, αγχωμένοι να αποδείξουν πως πάντα ήταν σκεπτόμενοι, πολιτικοποιημένοι, περισπούδαστοι και σούπερ διανοούμενοι. Μιλούσαν με αργή, υπνωτική φωνή, λέγοντας όλα τα ποιοτικά κλισέ, κυρίως επειδή μυγιάζονταν απ' τη μύγα - αν το επέτρεπαν οι καιρικές συνθήκες θα φορούσαν και ένα κασκόλ στους ώμους ως έντεχνο αξεσουάρ!
Μερικές φορές αγωνιούσα για (με) την Μπήλιω. Δεν ξεχειλίζει και από αυτοπεποίθηση, όλο φοβάσαι ότι θα κάνει κάποιο λάθος - και μοιάζει να το φοβάται κι αυτή. Το μάτι της καθώς της μιλούν παίζει συνέχεια αριστερά και δεξιά, χαμογελά αμήχανα, πολλές φορές λέει «μμ...μμμ...» όταν καταλαβαίνει ότι ο άλλος τελείωσε την πρότασή του (όπως όταν στο σχολείο δεν πρόσεχα την παράδοση του καθηγητή, αλλά κουνούσα καταφατικά το κεφάλι σ' όλα τα σωστά σημεία).
Αυτή όμως είναι και η δύναμή της: είναι ανθρώπινη. Σε αντίθεση με τις πλαστικές ξανθιές παρουσιάστριες που (νομίζουν ότι) τα ξέρουν όλα και δείχνουν να έχουν τον πλήρη έλεγχο των σαχλών εκπομπών τους, η Μπήλιω γίνεται συμπαθής επειδή είναι ευάλωτη και ξέρει να αυτοσχεδιάζει, ακόμα κι όταν γίνεται τεχνικό λάθος ή τη διορθώνει καλεσμένος. Ξέρεις ότι βλέπεις μια πραγματική old school παρουσιάστρια κι όχι ένα ανδρείκελο που μεταφέρει ρομποτικά και με ψεύτικο λαμπερό βλέμμα αυτά που ακούει απ' το ακουστικό.
...
Στα highlights βάζω προτάσεις και πολιτιστικά θέματα που, για κάποιο λόγο, η Μπήλιω παρουσιάζει όρθια μπροστά σ' ένα video wall, αλλά και το περίφημο αφιέρωμα στο σαντούρι. Μπορεί στο τέλος να είχα πονοκέφαλο και να μου έμοιαζαν όλα τα τραγούδια ίδια, αλλά ο Αριστείδης Μόσχος άξιζε όντως τέτοιο αφιέρωμα - όπως κι ο Χατζιδάκις, λίγες μέρες πριν. Στο στούντιο ήταν ο σπουδαίος μουσικολόγος Γιώργος Παπαδάκης και πολλοί μουσικοί.
Έχοντας ψάξει τις (συχνά αυστηρο-ειρωνικές) κριτικές του Παπαδάκη, είχα διαβάσει και μία για τον δίσκο της Αρετής Κετιμέ: Είχε τίτλο «Οι φωνητικές αρετές της Αρετής αναμένονται» και αφού έλεγε καλά λόγια για το ταλέντο της έθαβε το δίσκο και την παραγωγή: «φτήνια και προχειρότητα», «χυδαία υποτίμηση της τέχνης», «ευκολία του προφανούς», «ένα σχήμα στερεότυπο, βαρετό», «λίθοι, πλίνθοι, κέραμοι τα τραγούδια». Ξέροντας αυτά και βλέποντας την Κετιμέ στους μουσικούς, δίπλα στον Παπαδάκη, αναρωτήθηκα για λίγο αν υπήρχε κάποια ελπίδα ξεκατινιάσματος, αν το σοβαρό πολιτιστικό μαγκαζίνο μπορούσε ποτέ να αφεθεί και να μετατραπεί σε πολιτιστικό μεσημεριανάδικο. Όμως όχι, η αβρότητα και οι καλοί τρόποι είναι βασικό συστατικό του «Έχει Γούστο», ακόμα και στις βαρετές στιγμές του.
Πάντως, με τέτοια ένδεια τηλεοπτικών καλεσμένων που έχουν κάτι να πουν και σπάνιων, δημιουργικών θεμάτων στην ελληνική τηλεόραση, μπορώ να διαβεβαιώσω και αυτό: αν η Μπήλιω δεν υπήρχε, θα έπρεπε σίγουρα να εφευρεθεί.
σχόλια