ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 11/2
Ο Ν. μου φέρνει από το Λονδίνο το βιβλίο του νέου «καυτού» σεφ. Σκέφτομαι αμέσως πόσο έχω βαρεθεί τους «καυτούς» σεφ και πόσο θα 'θελα να εξαφανιστούν όλοι πίσω από τις κουζίνες τους, να μην εκδίδουν βιβλία, να μην κάνουν εκπομπές, να επανέλθουμε στο μυστήριο που ήταν ο κόσμος της γαστρονομίας προτού όλος αυτός ο κυκεώνας από γοητευτικούς άνδρες με άσπρες ποδιές και έξτρα τεστοστερόνη κατακλύσει τις ζωές μας. Υπάρχει κάτι αφύσικο σε όλο αυτό. Anyway. Ξεφυλλίζω το βιβλίο του Stevie Parle με τον όμορφο τίτλο Real food from near and far. Ο Stevie μαθαίνω πως είναι αληθινά χιπ. Έχει ανοίξει ένα pop-up εστιατόριο στο Λονδίνο, που έκανε τόσο μεγάλη επιτυχία ώστε αποφάσισαν να το κρατήσουν μόνιμα. Φίλος με το γνωστό κύκλωμα των τηλεοπτικών σεφ της Αγγλίας, έχει μαζέψει ένα σωρό επώνυμες διθυραμβικές κριτικές. Όχι ότι είναι κακό. Αντιθέτως. Απλά φαγητά, επιλεγμένα με αληθινή έμπνευση, χωρισμένα με εποχικό τρόπο, πολύ όμορφα κείμενα με μια μικρή δόση συναισθηματισμού, ωραίες πληροφορίες (πρακτικές και μη) γύρω από τα πιάτα που προτείνει αλλά και για υλικά που αναφέρει. Όμορφη αισθητική με σκίτσα (σαν αυτά του Greg) και όχι φωτό, μοντέρνες γραμματοσειρές και ένα εξώφυλλο χωρίς φαγητά ή τη φάτσα του πάνω. Το βιβλίο αυτό είναι χιπ. Αν έπρεπε να κάνω δώρο σε κάποιον χίπστερ φίλο ή σε ένα art person, θα έκανα αυτό. Απλώς, για όλους τους υπόλοιπους το βιβλίο του Stevie είναι άλλο ένα βιβλίο μαγειρικής με συνταγές που τις έχουμε ξαναδιαβάσει δεκάδες φορές στα βιβλία των χιπ προκατόχων του. Επιλέγω κάτι απλό από αυτό το βιβλίο και το ετοιμάζω. Καθόλου κακή ιδέα για όλους όσοι θέλουν να αποτοξινωθούν με κάτι αληθινά νόστιμο. Μια σαλάτα με σαγκουίνι πορτοκάλια, φινόκιο, αντζούγιες και ελιές. Επιλέξτε αντζούγιες καλής ποιότητας, κόψτε τα σαγκουίνι σε ροδέλες, το φινόκιο σε λεπτά μισοφέγγαρα και αφαιρέστε τα κουκούτσια από τις ελιές. Αναμειγνύετε ή τα χτίζετε κάπως αρχιτεκτονικά σε ωραίο λευκό πιάτο και τελειώνετε με λάδι και λίγο λεμόνι. Είναι αληθινά ωραία. Μπράβο Stevie. Αύριο θα φτιάξω και το παγωτό Μασσάλα.
ΚΥΡΙΑΚΗ 13/2
Συχνά-πυκνά γκρινιάζουμε πως από το κέντρο της Αθήνας λείπουν τα καλά φαγάδικα. Αυτά που τα κάνεις στέκι σου. Δεν πας για έξοδο, πας για να φας. Είναι πολλές οι φορές που στεκόμαστε σαν χάνοι στη Βουκουρεστίου και αναρωτιόμαστε τι θα φάμε απόψε. Εννιά στις δέκα φορές καταλήγουμε στα ίδια «σιγουράκια», που βεβαίως σπάνια είναι αυτό που θα θέλαμε. Σήμερα, και ενώ στον πάγκο της κουζίνας υπάρχουν υλικά για τραπέζι κυριακάτικο, κάνω μία γυριστή. Βοήθησαν και οι πληροφορίες και οι περιγραφές της Α. Σε δέκα λεπτά ήμασταν στο δρόμο για το μεζεδοπωλείο Η Λέσβος, που χρόνια το ξέραμε, αλλά μάλλον το είχαμε ξεχάσει. Διασχίζοντας τα όμορφα Εξάρχεια, που είναι σαν να παίρνεις δέκα δόσεις ηλεκτροσόκ ενέργειας όταν τα διασχίζεις, βρεθήκαμε στο καλό μεζεδοπωλείο. Παραγγείλαμε με χαμόγελο λαχανίδες, ψαράκια τηγανητά, κολοκυθοκεφτέδες, ρεβιθάδες και πολλά ακόμα. Όλα εξαιρετικά, κατέβαιναν σαν βάλσαμο από τον ταλαιπωρημένο μας ουρανίσκο που συχνά-πυκνά κλαίει από τη νουβέλ κουζίν αυτής της πόλης, που δεν δικαιούται να έχει νουβέλ κουζίν αλλά οφείλει να ξέρει να φτιάχνει καλή φασολάδα. Μιλήσαμε με τις ώρες γι' αυτή την παράξενη εποχή, τσιμπώντας ένα μοναδικό λαδοτύρι Μυτιλήνης και δοκιμάζοντας το ροζέ του μαγαζιού. Ανεβαίνοντας αλλάξαμε το τροπάριο της γκρίνιας: μια καλή παλιομοδίτικη πάστα αμυγδάλου στο κέντρο, ρε παιδιά, κάν' τε κάποιος κάτι... Σας φιλώ.
σχόλια