Από το bookpress.gr
"Υποκριτή αναγνώστη, όμοιε μου – αδερφέ μου!": αυτό το σκοτεινό βλέμμα του νεαρού Μπωντλέρ, φιλοτεχνημένο από τον ίδιο, διεισδυτικό όσο και η ποίησή του, παρέμενε εδώ και ενάμιση αιώνα καταχωνιασμένο ανάμεσα στα χαρτιά του γλύπτη Ζοφρουά Ντεσόμ (Geoffroy-Dechaume).
Κι αυτό γιατί, όπως διαβάζουμε στο Magazine littéraire, πολύ πρόσφατα ανακαλύφθηκε, εντελώς τυχαία, αυτή η αυτοπροσωπογραφία του ποιητή, την οποία είχε προφανώς χαρίσει ο ίδιος στον γλύπτη φίλο του στα χρόνια της νιότης. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι το έργο πρέπει να φιλοτεχνήθηκε κάπου ανάμεσα στο 1844 και στο 1847, και μας δείχνει τον ποιητή νέο και... μυστακοφόρο (το 1848, στο πορτραίτο του Κουρμπέ, ο Μποντλέρ απεικονίζεται ξυρισμένος).
Εκείνη την εποχή, ο Σαρλ Μπωντλέρ είναι ένας επαναστατημένος νεαρός που διάγει έκλυτο βίο, γράφει τα πρώτα ποιήματα μιας συλλογής που αργότερα θα γίνει γνωστή με τον τίτλο «Τα άνθη του κακού», γνωρίζει θυελλώδη πάθη, προκαλεί και απορρίπτει τον μικροαστικό κόσμο στον οποίο μεγάλωσε. Εξοργισμένος με τον πατριό του, συνταγματάρχη Οπίκ και μ' ό,τι αυτός συμβολίζει, έχοντας χάσει μικρός τον πατέρα του, συλλέκτη έργων τέχνης και ζωγράφο, ο νεαρός Σαρλ γράφει, ζωγραφίζει, παθιάζεται, μεθάει. Και κυρίως, στο διαμέρισμα του 17, Quai d' Anjou όπου μένει για περίπου μια διετία, και στο οποίο θα τον διαδεχτούν ο Τεοφίλ Γκοτιέ κι έπειτα ο Ζεράρ ντε Νερβάλ, συναναστρέφεται με ποιητές, ζωγράφους, ανταλλάσει ποίηση και τέχνη, και βουτάει στο μακρύ σκοτεινό ταξίδι που θα τον πάει πολύ πιο πέρα από την Ινδία όπου δεν έφτασε. Ένα μακρύ ταξίδι, καβάλα στο όπιο, στα χρώματα, τις λέξεις –ένα γυμνόστηθο κορίτσι, ένας σκύλος, μια κόκκινη γραβάτα– κι ένα βλέμμα που διαπερνά τον χρόνο και τον χώρο.
σχόλια