Το 1990 σε μια επιστολή της προς έναν φίλο, η Harper Lee ξεσπούσε εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ. Τότε ο ζάμπλουτος επιχειρηματίας δεν διεκδικούσε με θράσος την προεδρία των ΗΠΑ και η συγγραφέας ολοζώντανη, περιέγραφε την κακή εμπειρία της από μία βόλτα στο θρυλικό “Taj Mahal”, το καζίνο που ανήκε στον όμιλο επιχειρήσεων Τραμπ.
Αυτή η επιστολή, της σπουδαίας συγγραφέως προς τη φίλη της Doris Leapard, αναμένεται να δημοπρατηθεί μέσα στην εβδομάδα και δεν είναι παρά μία γλαφυρή περιγραφή χρόνου που ξόδεψε άσκοπα, όπως χαρακτηριστικά γράφει μέσα στο «χρυσό καζίνο» του Τραμπ. Μάλιστα, το παρομοιάζει με τη χειρότερη τιμωρία που θα μπορούσε να μηχανευτεί ο Θεός.
Η επιστολή ξεκινά με μία ρήση του Εδουάρδου VIII από τον αποχαιρετιστήριο λόγο του το 1936: «Επιτέλους, μπορώ να πω κάποια πράγματα με τ’ όνομα τους…» και συνεχίζει γράφοντας, ότι αν ο Θεός ήθελε να την τιμωρήσει με τη χειρότερη δυνατή τιμωρία, αυτή θα ήταν να τριγυρίζει αιωνίως μέσα στο καζίνο του Τραμπ.
Το καζίνο είχε εγκαινιαστεί από τον ίδιο τον Ντόναλντ Τραμπ λίγο νωρίτερα μέσα στο 1990. «Είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται το Ατλάντικ Σίτι», δήλωνε εκείνη την περίοδο. Αυτό ακριβώς το καζίνο δεν ανήκει πια στον Τραμπ. Εξαγοράστηκε από τον δισεκατομμυριούχο Carl Icahn φέτος τον Φεβρουάριο και προκειμένου να αποφύγει τη χρεοκοπία. Η συγκεκριμένη επιστολή είναι μία από τις 29 που έγραψε η συγγραφέας σε φίλους και γνωστούς και θα αποτελέσουν υλικό διαδικτυακής δημοπρασίας με ευθύνη του οίκου “Nate D Sanders” στο Λος Άντζελες.
Οι επιστολές αυτές αποκαλύπτουν κάποιες πιο προσωπικές πτυχές του χαρακτήρα της μοναχικής συγγραφέως, που ήταν γνωστή και για τον τρόπο που προστάτευε την προσωπική της ζωή. Πώς αντιμετώπιζε τα θέματα της δημόσιας σφαίρας, αλλά και τη θλίψη για φίλους της που έφευγαν από τη ζωή, αλλά και η γνώμη της για τη λογοτεχνία. όλα περιλαμβάνονται σ’ αυτό το απόσπασμα της αλληλογραφίας της. Σε άλλο γράμμα, η Lee εμφανίζεται να παραπονιέται για το νέο τουριστικό θέρετρο που τείνει να γίνει το Monroeville, η μικρή πολή της Αλαμπάμα στην οποία ζούσε, ακριβώς επειδή ο κόσμος φέρνει συγγενείς για να δουν τη Lee, το σπίτι της, ακριβώς όπως θαυμάζει κανείς τα αξιοθέατα.
Συγκεκριμένα της ζητούσαν από υπογεγραμμένα – με αφιέρωση – αντίγραφα των «Κοτσυφιών», μέχρι μεγάλα χρηματικά ποσά. Και όπως επισήμαινε, δεν έμπαιναν καν στη διαδικασία να το διατυπώσουν ευγενικά, να γράψουν ένα «σας παρακαλώ».
«Δεν καταλαβαίνω γιατί είναι ψυχαγωγία το να δει κανείς τη Χάρπερ Λι. Το Σαββατοκύριακο των Ευχαριστιών ήταν τέτοια κόλαση που βάρεσε στα νεύρα την Άλις (σ.σ.: την αδελφή της)», έγραφε χαρακτηριστικά η Lee.
Τρία χρόνια νωρίτερα, σε άλλη επιστολή, παραπονιόταν για το ότι συνεχώς της ζητούσαν χάρες άγνωστοι σ’ εκείνην άνθρωποι, μόνο και μόνο επειδή τη γνώριζαν μέσα από τα βιβλία της και ειδικά από το εμβληματικό «Όταν σκοτώνουν τα κοτσύφια».
Συγκεκριμένα της ζητούσαν από υπογεγραμμένα – με αφιέρωση – αντίγραφα των «Κοτσυφιών», μέχρι μεγάλα χρηματικά ποσά. Και όπως επισήμαινε, δεν έμπαιναν καν στη διαδικασία να το διατυπώσουν ευγενικά, να γράψουν ένα «σας παρακαλώ».
Μέχρι το 2003, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα με την όραση της και αυτό είναι κάτι που τη στενοχωρεί και την εκνευρίζει απίστευτα. Γράφει στον Don Salter, με τον οποίο αλληλογραφούσε για περισσότερο από μία δεκαετία, ότι την περιμένει χειρουργείο για καταρράκτη και μάλιστα μεταξύ σοβαρού κι αστείου του ζητά να μη διαρρεύσει στο ίντερνετ κάτι για την κατάσταση της υγείας της και έχει μετά να αντιμετωπίσει και τον καταιγισμό e-mail θαυμαστών και αναγνωστών.
Ας σημειωθεί, ότι η ηλεκτρονική δημοπρασία θα «ανοίξει» από την τιμή των 750 δολαρίων.