Η ταινία ''The Gatekeepers'' του Ισραηλινού Dror Moreh (συμπαραγωγή Ισραήλ, Γερμανίας, Βελγίου και Γαλλίας) άνοιξε τις προβολές της χθεσινής δεύτερης μέρας του 8ου Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Λεμεσού. Πρόκειται για ένα ντοκιμαντέρ που συζητήθηκε πολύ, διεθνώς, την περασμένη χρονιά και που τιμήθηκε με τέσσερα μεγάλα βραβεία σε τέσσερα αντίστοιχα φεστιβάλ στις ΗΠΑ και τη Γερμανία. Κλασικό ως προς τη δομή του, αποτελείται από εμβόλιμα πλάνα αρχείου και talking heads. Ναι, αλλά τι talking heads! Έξι πρώην επικεφαλής της Shin Bet, της μυστικής υπηρεσίας του Ισραήλ που διαδέχθηκε τη θρυλική Mossad, αναλογίζονται δημόσια στην κάμερα τις πράξεις και τις αποφάσεις τους και ρίχνουν άπλετο φως στο Παλαιστινιακό ζήτημα μετά το τέλος του διαβόητου εξαήμερου Πολέμου. Για πρώτη φορά, τα αρχεία της πιο λαομίσητης μυστικής υπηρεσίας του κόσμου ανοίγουν και ο θεατής ανατριχιάζει σύγκορμος με τον κυνισμό των συνεντευξιαζόμενων και με τη συνειδητοποίηση της βίας, του μίσους και του πολέμου ως αναπόσπαστο στοιχείο της ανθρώπινης ιστορίας. Ένα πολιτικό ντοκιμαντέρ καφκικού κλίματος γεμάτο άγνωστες μέχρι πρότινος πληροφορίες για ''σκηνικά φρίκης'' που άλλαξαν το τοπίο στις σχέσεις Ισραηλινών - Παλαιστίνιων με τον ''απλό άνθρωπο'' να αποφαίνεται τελικά το μεγαλύτερο θύμα μεσ' στον παραλογισμό και το λυσσαλέο μίσος των ''δύο πλευρών''. Διόλου τυχαίο που ανά 20λεπτο έβγαινα έξω για τσιγάρο ή μάλλον για να πάρω μιαν ανάσα με όλα αυτά που έβλεπα να αφηγούνται οι τύποι...
''Wrong Time Wrong Place'' λεγόταν το επόμενο ντοκιμαντέρ σε σκηνοθεσία John Appel που μας ήρθε από την Ολλανδία και που βραβεύθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ των γειτονικών Σκοπίων. Φαινομενικά ασχολείται με τη δολοφονία των νεαρών κατασκηνωτών του Εργατικού Κόμματος από τον σχιζοφρενή φασίστα στη νήσο Utoya της Νορβηγίας στις 22 Ιουλίου του 2011. Φαινομενικά, όμως, διότι στην πραγματικότητα ο σκηνοθέτης δεν ασχολείται καθόλου με το περιστατικό αυτό καθ'αυτό. Αντιθέτως, ταξιδεύει σε διαφορετικές χώρες και συναντά ανθρώπους που επέζησαν του μίνι Ολοκαυτώματος, καθώς και τους γονείς ενός κοριτσιού που έχασε τη ζωή του στη Νορβηγία. ''Δένοντας'' μάλιστα τον κύριο κορμό της ταινίας του με άλλες δύο ιστορίες ανθρώπων από τη βομβιστική επίθεση στο Όσλο την ίδια εκείνη μέρα του 2011, φτιάχνει εν τέλει ένα αλληγορικό ντοκιμαντέρ για το ρόλο που διαδραμάτισαν οι συμπτώσεις στις ζωές όλων. Λόγου χάριν, η Τάμτα από τη Γεωργία θα μπορούσε νά'χει γλιτώσει τα πυρά του δολοφόνου αν γνώριζε κολύμπι και προσπαθούσε να περάσει απέναντι μαζί με τη φίλη της που σώθηκε και μιλάει στην ταινία. Τα τρία παιδιά, επίσης, από Αφρική, Αραβία και Ευρώπη σήμερα δεν θα μιλούσαν στην κάμερα εάν την ώρα του μακελειού δεν κρύβονταν σε μία τουαλέτα μέχρι να επέμβει η αστυνομία και να συλλάβει το τέρας. Και εκείνοι οι δύο άνδρες από τη Νορβηγία πάλι θα ήταν νεκροί αν πήγαιναν στο γραφείο τους 5 λεπτά νωρίτερα από τη βομβιστική επίθεση. Εν έτει 2013 η γέννηση του παιδιού της κοπέλας από την Ουγκάντα που γλίτωσε από τη σφαγή και τραυματίσθηκε ψυχικά, σηματοδοτεί τελικά τη συνέχιση του ανθρώπινου κύκλου, της νίκης της ζωής επί του θανάτου. Ένα ντοκιμαντέρ τρομερά ενδιαφέρον, συγκινητικό, έντονα δραματικό, αλλά και με πινελιές χιούμορ, με δεξιοτεχνικό μοντάζ και με εξαιρετικά πιανιστικά ρέκβιεμ ως μουσική υπόκρουση των αφηγούμενων σύγχρονων τραγωδιών.
Πανέξυπνο ως προς τις προθέσεις του, αλλά αδύναμο ως προς το αποτέλεσμα του, το ντοκιμαντέρ ''The Wagner Files'' από τη Γερμανία σε σκηνοθεσία Ralf Pleger. Η βιογραφία του μέγιστου Γερμανού συνθέτη Richard Wagner μέσα από έναν συνδυασμό πολυμέσων: λίγη μυθοπλασία (ο Wagner και η αγαπημένη σύντροφος του παρουσιάζονται ως σημερινοί γιάπηδες), λίγο animation ''εποχής'' και μια εφαρμογή για tablets και smart phones. Περίμενα να δω πραγματικά κάτι πιο πρωτοποριακό. Παρά την αδιαμφισβήτητη, όμως, κατασκευαστική πρωτοτυπία του, έπειτα από ένα ημίωρο, κατά τη μέση δηλαδή της διάρκειας του, ο θεατής απορροφάται τόσο πολύ από τον συγκλονιστικό βίο του Wagner (δοσμένος μάλιστα ως αστυνομικό σήριαλ) και μάλλον αδιαφορεί για τον τρόπο, με τον οποίο αυτός παρουσιάζεται στην ταινία. Στο τέλος μερικά ερωτήματα για το ήθος, το ποιόν και κάποιες ιδιαίτερες προτιμήσεις του συνθέτη εξακολουθούν να απασχολούν τον θεατή: Ήταν ο Wagner μετά της συζύγου του δύο απατεώνες που εξαπάτησαν τον 19χρονο φιλότεχνο βασιλιά Λουδοβίο; Ήταν ο Wagner...cross dresser που του άρεσε να φοράει τα φορέματα της γυναίακας του; Ποια η σχέση του με τον αντισημιτισμό και την άνοδο των Εθνικοσοσιαλιστών στη Γερμανία; Τελικά ήταν ένας αναρχικός του πνεύματος που αδιαφορούσε για όλες τις κοινωνικές συμβάσεις; Όλα αυτά περνάνε μέσα από το ντοκιμαντέρ μαζί με συνεντεύξεις μουσικολόγων, βιογράφων του Wagner, της σημερινής απογόνου του και διαφόρων ιστορικών. Στη Λεμεσό βρίσκεται και η Hannah Kappes, μέλος της δημιουργικής ομάδας της ταινίας, η οποία αυτή την ώρα δίνει διάλεξη για το ''The Wagner Files'' μέσα στο Θέατρο Ένα.
Όχι ότι θέλω να το παίξω...εθνικόφρων, αλλά το ελληνικό ντοκιμαντέρ, το ''Little Land'' του Νίκου Νταγιαντά, που έκλεισε τη χθεσινή δεύτερη μέρα του φεστιβάλ, μαζί με το ολλανδικό ''Wrong Time Wrong Place'' ήταν οι δύο καλύτερες μέχρι τώρα ταινίες! Δεν τό'χα δει στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης τον περασμένο Μάρτιο, μα τώρα καταλαβαίνω πόσο δίκαιες ήταν οι εκεί δύο βραβεύσεις του. Βασισμένος σε μία ιδέα της δημοσιογράφου Δήμητρας Κουζή, ο Νταγιαντάς έφτιαξε ένα ντοκιμαντέρ εναλλακτικό, ακριβώς σαν τον εναλλακτικό τρόπο ζωής του ''ήρωα'' του, ενός νέου άνδρα που λόγω κρίσης εγκαταλείπει την Αθήνα και εγκαθίσταται για μια νέα ζωή στην Ικαρία. Λίγο μετά τον ακολουθεί και η κοπέλα του, ενώ ένας Γάλλος γιατρός - ερευνητής καταγράφει τους λόγους μακροζωΐας των Ικαριωτών. Μια ταινία άμεση, απλή, χωρίς εντυπωσιασμούς, που αναδεικνύει την ομορφιά της φύσης, τη δοτικότητα της γης, τη δύναμη της συντροφικότητας, τη νεολαία που αντιστέκεται σθεναρά στην οικονομική κρίση και τελικά την υπέρτατη ουμανιστική αξία. Το σημαντικότερο ατού της, όμως, είναι ότι καταφέρνει να ξεπεράσει τον σκόπελο ενός ''τουριστικού'' χαρακτήρα, αφού ναι μεν εστιάζει από το πρώτο κιόλας πλάνο στο νησί της Ικαρίας, στη συνέχεια δε και μέχρι το τέλος ασχολείται με την πρόταξη ενός οπτιμιστικού ''νεοχίπικου'' τρόπου ζωής των ανθρώπων. Υπήρξαν πολλοί Κύπριοι που αμέσως μετά το τέλος της προβολής αυτής, λίγο μετά τα μεσάνυχτα, έπιαναν εμένα τον ''Ελλαδίτη'' και μου έλεγαν ''Πάμε να μείνουμε Ικαρία''; Αφού κι εγώ το σκέφτομαι, με έψησε ο Νταγιαντάς: Να τα παρατήσω όλα εδώ χάμω και να εγκατασταθώ στην Ικαρία, όπου δεν υπάρχουν ''αφεντικά'', όλοι ζουν στους δικούς τους ρυθμούς και οι άνθρωποι μοιάζουν άγγελοι!