Χρυσή μαγειρική
Άριστη ποιότητα και άψογα ελληνικά πιάτα σε μια όμορφη και φιλική ατμόσφαιρα.
Με μπόλικο κόπο και άφθονο φιλότιμο η Χρύσα «τρέχει» το εστιατόριό της εδώ και χρόνια, ήρεμα και μεθοδικά. Αυτές ήταν οι πρώτες σκέψεις μου όταν διάβηκα το κατώφλι του στον Κεραμεικό. Ανερχόμενη η περιοχή και το πόστο της εξαιρετικό.
Η Χρύσα, άνθρωπος χαμηλών τόνων, σε υποδέχεται με απροσποίητη ευγένεια και αμέσως αισθάνεσαι σαν να βρίσκεσαι φιλοξενούμενος στη σάλα του σπιτιού της. Την πορεία της στα γαστρονομικά δρώμενα την παρακολουθώ από τον παλιό χώρο της στα Πετράλωνα.
Εδώ και τέσσερα χρόνια έχει επιλέξει τη γοητευτική μονοκατοικία του Κεραμεικού, που μοιράζεται σε τρεις cozy σάλες αστικού σπιτιού, με τραπέζια στρωμένα με μακριά λευκά τραπεζομάντιλα, κεριά και χαμηλό απαλό φωτισμό. Μου αρέσει η σάλα στο βάθος, όλο γυαλί, σε φέρνει σε επαφή με τον μινιόν κήπο, με τα δέντρα να λαμπυρίζουν από τα άφθονα λαμπιόνια. Όμορφη ατμόσφαιρα.
Φέτος, στο τιμόνι της κουζίνας βρίσκεται ο σεφ Θανάσης Ρούσος που έχει θητεία στο πλευρό του Γιάννη Μπαξεβάνη. Έχει όρεξη και διάθεση να προσφέρει εδέσματα που αναδεικνύουν τον σεβασμό στην καλή πρώτη ύλη και τη σαφήνεια των γεύσεων. Με λίγα λόγια, καταλαβαίνεις με την πρώτη μπουκιά τι τρως.
Δείγμα της «καινούργιας γραφής» του μενού του δοκίμασα με το πιάτο που αποκάλυπτε γαρίδες με χυλοπίτες μαγειρεμένες με ελαφριά σάλτσα ντομάτας, σερβιρισμένο με διακριτικό ξινόγαλο. Με την πρώτη μπουκιά κοιταχτήκαμε με νόημα με την αγαπημένη φίλη μου Χριστιάνα, που συχνά με συντροφεύει στις γευσιγνωστικές επισκέψεις μου στα εστιατόρια. Γεύση μεστή, με τις χυλοπίτες «ζωντανές» -επιτέλους- να ισορροπούν όμορφα με τη θαλασσινή νοστιμιά των κομψών γαρίδων.
Στο ίδιο εξαιρετικό και γευστικό θαλασσινό μήκος ήταν και το σταμναγκάθι που ακολούθησε, με μια ελαφριά σάλτσα λεμονιού που κοντράριζε όμορφα την πικράδα του, χωρίς να σκεπάζει τη γεύση από το φιλέτο λαυράκι που συντρόφευε τον λόφο των χορταρικών.
Το τσιγαριαστό αρνάκι μαγειρεμένο με κρασί μαρουβά και ελαιόλαδο έκανε γάμο ταιριαστό με το χανιώτικο μπουρέκι που μοσχοβολούσε δυόσμο, με κολοκύθα και ξινομυζήθρα. Το πιάτο αυτό μαρτύρησε και τη χανιώτικη καταγωγή του σεφ, που βγήκε από την κουζίνα και ανέλαβε να μας σερβίρει, εξηγώντας τα συστατικά του πιάτου. «Το φαγητό πρέπει να βγαίνει από την καρδιά», λέει χαμογελώντας ο σεφ, που στη συνέχεια φέρνει ένα αλλιώτικο μουσακά, με τη μελιτζάνα να αγκαλιάζει το μοσχάρι, μαγειρεμένο με διακριτικό πορτοκάλι που χάριζε το άρωμα του και καλυμμένο με ελαφριά σάλτσα γιαουρτιού με μυρωδικά.
Στο σέρβις η γλυκύτατη Μαρία, κόρη της Χρύσας, που σε κερδίζει αμέσως με το ζεστό χαμόγελο και την περιποίησή της. Αλλάζει συχνά τα πιάτα και φροντίζει να μη λείπει το κρασί από το ποτήρι σου.
Με δύο λόγια, στη Χρύσα θα ευχαριστηθείς το φαγητό, το κανάκεμα, τις καλές τιμές και θα απολαύσεις τη φιλική κουβέντα με την παρέα σου. Ας το έχετε, λοιπόν, στα υπόψιν σας.