Οικογενειακή Υπόθεση
Μια σκηνή καθηλωτική από το Ρουμάνικο φιλμ «Οικογενειακή υπόθεση». Οι δυο μάνες κάθονται απέναντι. Η μια πενθεί για το παιδί της που τραυμάτισε θανάσιμα ο γιος της άλλη. Η τελευταία προσπαθεί να δικαιολογηθεί για την πράξη του γιου της. Μέχρι που σταματάει τις δικαιολογίες και πέφτει σε ένα απίθανο τριπ. Σαν ασταμάτητα flash backs που δεν μπορεί να τα σταματήσει τις έρχονται εικόνες από την παιδική ηλικία του τριάντα και κάτι γιου της. «Έκανε πατινάζ», «Είχε ένα κορμάκι από την γυμναστική», «Ήταν τόσο όμορφος μικρός» λέει κλαίγοντας.
Φράσεις που προκαλούν αμηχανία στην μάνα του νεκρού παιδιού αλλά και στους θεατές. Σαν να διαμαρτύρεσαι για το σπασμένο χέρι σου μπροστά σε κάποιον που μόλις έμαθε ότι δεν θα ξαναπερπατήσει. Όμως, είναι και αυτή μια μαρτυρία πένθους. Η μάνα του οδηγού πενθεί το τέλος της παιδικής ηλικίας του γιου της. Μια παιδική ηλικία που προσπαθεί να κρατήσει με νύχια και με δόντια καθ΄όλη την διάρκεια της ταινίας. Λίγο μετά την τελευταία συζήτηση με το γιο της και λίγο πριν από αυτό το καταπληκτικό φινάλε έρχεται αυτή η σκηνή. Η μάνα κλαίει γιατί ο γιος της ενηλικιώνεται μέσα από την καταστροφή.
Στο γεμάτο «Άστυ» το βράδυ του περασμένου Σαββάτου οι θεατές εκπλήσσονται όταν η μάνα αποκαλεί τον μαντράχαλο γιο της «παιδάκι» και γελούν όταν του ετοιμάζει το χυμό του. Είμαστε στην Ελλάδα που πριν την κρίση οι γονείς έχτιζαν τον από πάνω όροφο με την προοπτική το παιδί να μείνει για πάντα μαζί τους. Είμαστε στη χώρα που μια πετυχημένη διαφημιστική καμπάνια χυμού πριν λίγο καιρό στηρίχτηκε στην σχέση μάνας-γιου. Πως το είχε πει ο Oscar Wilde; «Αν θες να τους πεις την αλήθεια πρέπει να τους κάνεις να γελάσουν. Αλλιώς θα σε σκοτώσουν».
«Σκοτώνοντας» τον πατέρα
Ένα απόσπασμα από την συνέντευξη του εικαστικού Λουκά Σαμαρά που έδωσε στο Θανάση Λάλα για το Βήμα το 1997. Μιλάει για το πως «σκότωσε» τον πατέρα του όταν τον είδε μετά από χρόνια και για την απόρριψη που είχε δεχτεί από τον ίδιο όσο ήταν παιδί. Όταν το είχα διαβάσει πριν χρόνια μου είχε προκαλέσει εντύπωση. Φανταζόμουν όταν έβλεπα τα έργα του στην «Εθνική Πινακοθήκη», ιδιαίτερα τα κουτιά με τις αναφορές στην Καστοριά, ότι είχε περάσει μια όμορφη παιδική ηλικία. Τελικά σχεδόν τίποτα δεν είναι έτσι όπως φαίνεται. Τα τραύματα της παιδικής ηλικίας για αρκετό κόσμο δεν κλείνουν ποτέ. Μια πληγή που για κάποιους γίνεται πηγή δημιουργίας και για άλλους ένα ποτάμι γεμάτο εφιάλτες μέσα στο οποίο πνίγονται:
Υπήρξε μια στιγμή που «σκοτώσατε» τον ρόλο «του γιου του πατέρα σας»;
«Νομίζω όταν τον είδα για πρώτη φορά μετά από εννέα ολόκληρα χρόνια. Εκείνη τη στιγμή αποφάσισα ότι δεν ήταν πια ο πατέρας μου».
Εννοείτε ότι μόλις εσείς γεννηθήκατε εκείνος έφυγε για την Αμερική και ξαναγύρισε όταν εσείς ήσασταν πλέον εννέα χρόνων;
«Ακριβώς».
«Σκοτώσατε» τον πατέρα σας γιατί τον είδατε για πρώτη φορά μετά από εννέα χρόνια;
«Ναι. Οταν συναντηθήκαμε δεν συμπαθούσαμε καθόλου ο ένας τον άλλον. Το μόνο δέσιμο που υπήρχε ανάμεσά μας ήταν αυτή η αρχέγονη αίσθηση ότι "εσύ είσαι ο γιος μου" και "εσύ είσαι ο πατέρας μου"»
Κατάλαβε ο πατέρας σας τον «φόνο» του; Ότι το ίδιο το παιδί του τον «σκότωσε»;
«Είχα πάντα την αίσθηση ότι με απέρριπτε και αυτό ήταν αρκετό. Δεν δέχτηκε ποτέ ότι αυτό ήταν το παιδί του. Δηλαδή ένα παιδί που δεν ήταν σαν τα άλλα. Νομίζω ότι όλοι οι πατεράδες του κόσμου, ακόμη και οι πιο έξυπνοι, δεν θέλουν να έχουν ένα παιδί διαφορετικό από τα παιδιά των άλλων... Ήταν βέβαια καλός άνθρωπος. Ξέρετε, πήγαινε στην εκκλησία... και όλα αυτά».
Αυτός ο «φόνος» καθόρισε την εξέλιξή σας;
«Σίγουρα».
Δηλαδή, αν ο πατέρας σας ήταν πλάι σας, θα μπορούσε να έχει αλλάξει κάτι στη μετέπειτα πορεία σας;
«Κοιτάξτε, δεν έχω την αίσθηση του τι σημαίνει "να είσαι πατέρας", οπότε δεν ξέρω και τι σημαίνει "να μην έχεις πατέρα"».
Στην τέχνη νιώσατε ποτέ μια αντίστοιχη απόρριψη;
«Με την τέχνη είναι διαφορετικά. Είναι κάτι που το σπούδασα και δεν είχα αυτή την αίσθηση της απόρριψης. Δεν υπήρχε λόγος οι καλλιτέχνες, δίπλα στους οποίους σπούδασα, να με απορρίψουν. Δουλεύοντας με βάση κάποιους γενικούς κανόνες, το πολύ πολύ να σου πει κάποιος ότι "αυτό το έκανα καλύτερα από σένα". Αυτό όμως δεν σου δημιουργεί τη διάθεση να θες να τον εξοντώσεις, γιατί έχει πολλά να σου προσφέρει. Μου αρέσει η ιδέα να δω κάτι σε ένα μουσείο, ένα μεγαλειώδες έργο τέχνης, ας πούμε, και στη θέα του να πω "παραδίνομαι... υποκλίνομαι στην ομορφιά". Είναι κάτι που δεν με ενοχλεί... αντιθέτως, μου αρέσει».
Αν λέγατε κάτι τέτοιο και στον πατέρα σας, θα μπορούσε η σχέση σας να ήταν λίγο διαφορετική; Γιατί, αλήθεια, αυτή η ανοχή με τους καλλιτέχνες και όχι με τον πατέρα σας;
«Αν το ίδιο πράγμα το έλεγα στον πατέρα μου "παραδίνομαι, σ' αγαπώ..." και όλα αυτά , θα μου έλεγε "τότε γίνε δικηγόρος... ποιος ο λόγος να γίνεις καλλιτέχνης;". Τα λόγια μου θα γίνονταν μπούμερανγκ που θα στρεφόταν εναντίον μου. Το εγώ μου, οι επιλογές μου, θα έκανε προσπάθεια να αλλάξουν και να πάρουν άλλη κατεύθυνση».
Ποια ήταν η στιγμή που είπατε «θα γίνω ζωγράφος»;
«Όταν πήγα στο κολέγιο».
Ως τότε τι λέγατε στον πατέρα σας ότι θα κάνετε;
(σκέφτεται) «Δεν ξέρω».
Ο ίδιος πίστευε ότι θα κάνετε κάτι από αυτά που σας έλεγε; Οτι θα γίνετε δικηγόρος, ας πούμε;
«Εκείνος πίστευε ότι θα κατέληγα ένας μποέμ τύπος ή κάτι τέτοιο».
σχόλια