Σα να γεννηθήκαμε σε άλλη Ελλάδα, μου φαίνεται...
Η Δεσποινίς ετών 39 ήταν η ταινία που με μελαγχολούσε από μικρό παιδάκι, ταυτισμένη απόλυτα με την ανία και τα ψυχοπλακωτικά αδιέξοδα των Κυριακάτικων μεσημεριών.
Γυρίστηκε στην Αίγυπτο και πρωταγωνιστούσαν ο Βασίλης Λογοθετίδης με την Σμάρω Στεφανίδου. Αρκετά χρόνια μετά γυρίστηκε κι ένα remake με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα και την αδερφή του, Μήτση, στους αντίστοιχους ρόλους. Μόνο που το απαισιόδοξο τέλος της πρώτης ταινίας είχε αντικατασταθεί από ένα ανούσιο και ίσως επιβεβλημένο μέσα στη δικτατορία happy end.
Θυμάμαι κάτι που είχε γραφτεί από έναν προοδευτικό κριτικό κινηματογράφου: Είναι μια μίζερη ταινία- έλεγε- διότι ο Αλέκος Σακελλάριος αφήνει τους ήρωες του έρμαια της μικροαστικής μοίρας τους. Για μένα, όμως, εκεί ακριβώς έγκειται η γλύκα αυτού του φιλμ.
Ούτε τόσο στη μουσική- σκέτο κλάμα, ούτε στην εμπνευσμένη σκηνοθεσία του συντηρητικού γεννήτορα του εγχώριου λαϊκού σινεμά με πολύ γενικά θεατρικά πλάνα που καταλήγουν σε κοντινά για να υπερθεματίσουν τη μοναξιά των δύο τραγικών ηρώων.
Όπως συμβαίνει στο τελευταίο τρίλεπτο της πρώτης και αξεπέραστης Δεσποινίς ετών 39, που μπορείτε να θυμηθείτε στο βίντεο:
Ο Λογοθετίδης σωριάζεται στην καρέκλα και ο ψυχικός πόνος δεν τον αφήνει σχεδόν να μιλήσει. Μόνο το fade out του φακού σβήνει τον πόνο του, αφού προηγουμένως έχει πάρει στα γόνατα του την αγαπημένη γεροντοκόρη αδερφή του. Η συγκίνηση και η μελαγχολία που αποκομίζει ο θεατής μόνο με ένα διήγημα του Παπαδιαμάντη θα μπορούσαν να παραλληλιστούν.
Το κινηματογραφικό Τραγούδι της χαμένης Κυριακής, της μαυρόασπρης ή- σωστότερα- της μαύρης Κυριακής και μια διαχρονική μελαγχολία που παραμένει αγέραστη και ελκυστική επί μισό αιώνα και περισσότερο!
Σ' αυτούς τους παραδείσους μακρινούς και τους άδειους ουρανούς, που έλεγε ο Νίκος Γκάτσος και που τραγούδησε η Αλίκη Καγιαλόγλου στα εξελληνισμένα Reflections του Μάνου Χατζιδάκι, πέταξε η Σμάρω Στεφανίδου, αιωνόβια, την 7η Νοεμβρίου του 2010.
Η Σμάρω που, εκτός από γεροντοκόρη αδερφή του Λογοθετίδη, ήταν ακόμη η Όρσα Δελαρόσσα στον Πύργο των Ιπποτών του Νίκου Τσιφόρου, η πεθερά του Λάμπρου Κωνσταντάρα, η μητέρα της Καίτης Πάνου και η γιαγιά της Κατερίνας Γώγου στο Ο τρελός τά'χει 400, αλλά και η Εκάβη στο ιστορικό ανέβασμα των Τρωάδων από τον Γιάννη Τσαρούχη. Κι ακόμη, αυτή που με τη συχνή ραδιοφωνική παρουσία της, άφησε εποχή σε έργα σαν το Τρίτο στεφάνι του Κώστα Ταχτσή.
Η Σμάρω ήταν μεταφυσική ύπαρξη σχεδόν. Λίγο πριν ξεψυχήσει, ούσα 97 ετών με καρδιακή ανεπάρκεια, πήγε στο Ιπποκράτειο όρθια, περπατώντας. Με το όνομα Shantom, διατηρούσαν από το 2003 μαζί με την κόρη της, Λήδα - Ειρήνη Shantala, στο Χαλάνδρι έναν Πολυχώρο τεχνών, χορού, εναλλακτικών θεραπειών και φιλοσοφικών αναζητήσεων. Άφησε και ένα συγκινητικό γράμμα η κόρη της την ημέρα του θανάτου της, στο οποίο περιέγραφε την καθαρά πνευματική επικοινωνία που είχαν αναπτύξει με τη Σμάρω:
Αγαπητοί μου φίλοι, σήμερα στις 7 το απόγευμα η μεγάλη ηθοποιός και φιλόσοφος Σμάρω Στεφανίδου ολοκλήρωσε την υπέροχη ζωή της με ένα ηλιόλουστο φινάλε. Όπως το ηλιοβασίλεμα είναι η κατάληξη μιάς λαμπρής μέρας, έτσι και η Σμάρω έφυγε με τον ομορφότερο τρόπο, μέσα στην αγάπη και τη γαλήνη, προσφέροντας δώρα πολύτιμα στους γύρω της. Νοιώθω πολύ ευλογημένη που την είχα ως μητέρα και μέντορα. Η σχέση μας από δω και πέρα, ελεύθερη από τους περιορισμούς της ιδιότητας κόρης - μάνας, θα συνεχιστεί αιώνια σε πνευματικό επίπεδο...Φεύγοντας η Σμάρω με δίδαξε ότι το τέλος είναι μιά καινούργια αρχή. Παραδίδω το χέρι της στους μεγάλους ηθοποιούς που προηγήθηκαν: ας της ευχηθούμε άλλες τόσες επιτυχίες στο "άλλο" επίπεδο συνειδητότητας. Σας απευθύνω αυτό το γράμμα με μεγάλο σεβασμό και αγάπη.
Περήφανη για τη Σμάρω
Η κόρη της Λήδα Shantala
Αθήνα, 7 Νοεμβρίου 2010