Η θέση της πολυθρόνας στη βεράντα μου
το τέλμα, η προσήλωση σε παμπάλαια σχήματα
το μονοπάτι ανθίζει σαν καινούργιο
--Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου
______________
Δεν πρόκειται για την ηθοποιό και φεμινίστρια Βαλερί Σολάνας παρότι το όπλο της βρήκε το στόχο, άλλωστε κατόπιν εορτής γνωρίσαμε έργο και όνομα: Άντι Γουόρχολ... Δεν αξιωθήκαμε καν το Μανχάταν (ο Γούντι Άλεν παραμένει η μόνη αναφορά μας). Στα ΄68, όταν οι άλλοι προετοίμαζαν το Γούντστοκ, εμείς μόλις που πρωτοακούγαμε το ''Περιβόλι του Τρελού'' (στ' όνομα Διονύσης Σαββόπουλος) και βεβαίως όχι με την παγκοίνως γνωστή Συννεφούλα που ποτέ δεν μας άρεσε, αλλά με την καταλυτική για μας ''Θεία Μάρω'' (Τη δική μας απλώς τη λέγαν Ρουμπίνη).
Με κίνδυνο να κατηγορηθούμε για αυστηρώς προσωπικές αναφορές και τόνο αυτοβιογραφικό παραμένουμε διατεθειμένοι να ολοκληρώσουμε παρακάμπτοντας τα όποια σχόλια δικαιολογημένα ή μη, παρελθόντα ή μέλλοντα, βάσιμα (από ποιον και γιατί;) ή αβάσιμα (απέναντι σε τι και από πού και ως πού;)
Ενδεχομένως να εγερθούν αντιρρήσεις σχετικές με τους συνειρμούς μας στη Σολάνας, το Μανχάταν, την Pop art του Γουόρχολ, τα κοινόβια, τους χίπις και τη θεία μας...
Δεν ήταν όμως αφορμή ο Κολωνός (κοινός μας τόπος με τον Αντρέα ή τον άλλον πρόωρα χαμένο Χρήστο), ή η Αρχελάου (που κάποτε προσωρινώς γειτνιάζαμε - αν μπορούμε να αντιδιαστείλουμε χρονικό προσδιορισμό στην υπό αίρεση μονιμότητα μας). Δεν ήταν τα υπερμεγέθη Macintosh που μας κόμπλαραν, (εμάς τους ταπεινούς του φτωχοτάτου Classic - δεύτερο χέρι - που εγκαταλείψαμε ακουσίως, μαζί με τη ζωή μας εσαεί στη Χείρωνος)...
Δεν ήταν η απαλότητα της μουσικής (υπόκρουσης) και ο ανάλογος φωτισμός (ή μάλλον το κατάλληλο σκότος), τα πεδία (είκοσι δύο τον αριθμό ν' ανοίγουν αντιστρόφως), το κάρβουνο, η ελευθερία της υπαίθρου (σε αποχρώσεις γκρι και μαύρου), η λάσπη (και να σε πνίγει), τα εγκαταλειμμένα εργοστάσια (και οι εγκαταλελειμμένοι άνθρωποι), οι άστεγες λαμαρίνες, ο απροσδιόριστος φόβος του μέλλοντος (που από καιρό φλερτάρει με το παρελθόν)
Μα ειλικρινά γευτήκαμε γραμμές και σχήματα αλαλάζοντα, καμπύλες και ευθείες (οι περισσότερες) επισκιάζοντας - απ' το μηδέν και πάλι πίσω στο άπειρο - τη γενετήσια ορμή ενός τριγωνικού κατόπτρου (που κάποιοι θα εκλάβουνε ως άνθος ή αιδοίο) - έννοιες κι οι δυο ταυτόσημες.
Χαρήκαμε τη θάλασσα βουβή και υπεσχημένη (άνευ αντικρίσματος). Τετράγωνα, ημικύκλια και τόξα έκτοτε (όχι ουράνιοι εξορκισμοί νεφών και υδάτων) αλλά φωτιές/ φωνές ολόζωες ενός υγρού που ενώ προόρισται να καταπιεί σε, αφήνει για το τέλος έκπληξη καθοδηγώντας απαλά ως τη νιρβάνα που (αν δεν ακούγεται ως ύβρις σε τέτοιες εποχές των θρήνων) μπορεί και να λογαριαστεί ως ευτυχία καταμεσής φαρμακερού χειμώνος.
Όντα θνησιγενή στο επίκεντρο να φθίνουν ενώ η θέση τους θα ήταν στο μηδέν κι ακόμα παρακάτω. Θα ζούμε εμείς; αναρωτήθηκα στην έξαψη, εάν ναι, πώς, πού και έως πότε άραγε; Αν όχι, τότε γιατί αφήνουμε να μας ξεφεύγει αυτό που θα μπορούσε να οριστεί μοναδική ανάμνηση και πάθος;
''Εγώ πυροβόλησα τον Άντι Γουόρχολ'' τις μνήμες και τα συναισθήματα μου κι απόμεινα ολόμονος να τρέχω βράδια προς την έξοδο κινδύνου κυνηγημένος
Αναλύσεις που χάθηκαν σε μια λασπωμένη στροφή, σε τούνελ αγροικιών, σε νεκρά βλέφαρα ταινιών μη ομιλούντος (βωβού θα λέγαμε σήμερα) κινηματογράφου, σε διαρκή αποκαθήλωση ονείρων που αποκτούν πνοή κι υπόσταση οσάκις εξομοιώνονται με τα τετριμμένα, τα απλοϊκά και τα συνήθη (Σαν τον ''συνήθη τόπο εκτελέσεων'' που πλήρωναν οι αποκλίνοντες)
Μοναξιά - μοναξιά - μοναξιά, σφυρίγματα τρένων κι ο όμπος ολόγυρα ίδιος γραβάτα που σου φορέσαν άπαξ για επικήδειο Το παλιό με το καινούριο του αιώνα να χάνονται στο μετέωρο πλατύσκαλο της απόφασης που διαβάζεται και ατολμία Χάραξη χαραματιά και χάρακας μιας ιδιότυπης ακινησίας στο κενό. Ρίζα που μόλις να συσπάται, στάσιμα νερά ρέοντα λόγια άκαμπτα.
Πολιτική η ουσία της νύχτας; Το δάκρυ του μεσημεριού και κείνο θάνατος Είσαι σε κίνηση είμαι σε ζωή, η εικόνα μου, εσύ που μάχεσαι εφήμερες καινούριες τάξεις, ακόμα και δακρύρροα συντριβάνια σε στάση, μας ψιθυρίζει τα βράδια ο έναστρος υποβολέας του κ. Νίκου Αλέξη Ασλάνογλου των νεανικών μας ορμών
Πόσα ονόματα σε ανώνυμα εγχάρακτα τόξα! Κι όμως για τα έργα και τις ημέρες μας ο λόγος, που φέτος τέλειωσαν νωρίς, πριν καν αρχίσουν...
- Πάντως, να ξέρετε: εγώ πυροβόλησα τον Άντι Γουόρχολ
Ι. Η ηθοποιός και φεμινίστρια Βαλερί Σολάνας μέλος του ευρύτερου κύκλου του Άντι Γουόρχολ που σύχναζε στο περίφημο εργοστάσιο του Factory, πυροβόλησε τον διάσημο καλλιτέχνη της Pop Art στις 3 Ιουνίου 1968, την ώρα που έμπαιναν στο ''Εργοστάσιο'' (Τρεις μέρες πριν τη δολοφονία του υποψηφίου για την Προεδρία των ΗΠΑ γερουσιαστή Ρόμπερτ Κένεντι)
Λεπτομέρεια αξιοποιήσιμη: Η Σολάνας είχε ιδρύσει την ομάδα SCUM (''Βρωμιά'', ακρωνύμιο της φράσης ''Society for Cutting Up Men'', ''Σωματείο για το Πετσόκομμα των ανδρών'')
* Στο βίντεο του post, ο Κώστας Φέρρης και η Μαρίλλη Τσοπανέλλη σε ένα απόσπασμα από την ταινία Εξόριστος στην κεντρική λεωφόρο (1979) του Νίκου Ζερβού
* * Ο Κώστας Κρεμμύδας είναι ποιητής και εκδότης από το 1993 του λογοτεχνικού περιοδικού ''Μανδραγόρας''. Το κείμενο του ''Εγώ πυροβόλησα τον Άντι Γουόρχολ'' βρίσκεται στην πέμπτη κατά σειρά ποιητική συλλογή του με τίτλο ''Σαντιγκάρ'' που κυκλοφόρησε πριν μερικές μέρες από τις εκδόσεις Μανδραγόρας.
σχόλια