«Όποιος έχει ένα τέτοιο νούμερο, μου λέει η κόρη ενός πρώην κρατούμενου του στρατοπέδου Μπούχενβαλαντ, δεν κάνει να το καλύπτει με βραχιόλια και τέτοια. Γιατί όχι; Οι διαθέσεις του καθενός αλλάζουν ανά στιγμή κι ανά περίπτωση. Προς τι αυτές οι υποδείξεις, που, όπως κάθε μορφή καταναγκασμού, έχουν κάτι το ύποπτο; Είναι το ίδιο σαν τα επώνυμα των συζύγων. Όταν χωρίζουν, μερικοί θέλουν να το ξεφορτωθούν και άλλοι να τα κρατήσουν. Όποια επιλογή και να κάνουν, έτσι πιστεύω, είναι ηθικά ουδέτερη. Όταν ήμουν σερβιτόρα, συχνά οι πελάτες με ρωτούσαν τι νούμερο είναι αυτό που είχα στο χέρι.
Εγώ γελούσα που δεν το ήξεραν ή που προσποιούνταν πως δεν το ξέρουν-μεταξύ κουζίνας και τραπεζαρίας δεν υπάρχει χώρος για διαφώτιση. Για να τους ξεφορτωθώ, τους έλεγα καμιά φορά πως ήταν ο αριθμός τηλεφώνου του φίλου μου, του boyfriendμου. Τυχερός είναι έλεγε τότε ένας πελάτης. Βλέπω τους αναγνώστες μου να κουνούν με απορία το κεφάλι. Λυπάμαι. Ήμουν ελεύθερη και μπορούσα να πω ό,τι θέλω, αυτό μου έδινε χαρά.» γράφει η Ruth Kluger στο βιβλίο της Άρνηση μαρτυρίας: Βιέννη-Άουσβιτς-Νεα Υόρκη. Και δεν είναι η μοναδική φορά που ο αναγνώστης θα κουνήσει το κεφάλι του καθώς διαβάζει.
Ξεδιπλώνοντας την ζωή της στα στρατόπεδα Τερέζιενστατ, Άουσβιτς και Κρίστιανστατ όπου μεταφέρθηκε σε ηλικία 13 ετών από τους ναζί καταφέρνει να κερδίσει από την αρχή την προσοχή του αναγνώστη με την αμεσότητα με την οποία διηγείται την προσωπική της ιστορία.
Η Ruth Kluger δεν μένει στο ρόλο του δικαστή για όσα πέρασε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αυτό που ζητάει είναι να πει την αλήθεια της, να μπει λίγο φως στα μυαλά των ανθρώπων που κινούνται στο σκοτάδι της άγνοιας, να κρατήσει ζωντανή την μνήμη στο παρόν για όσα έχει ζήσει στο πετσί της. Εκεί βρίσκεται το μυστικό της επιτυχίας του βιβλίου: Η Kluger δεν θέλει να ξεχάσει. Όπως την συμβούλευε μια θεία της. Θέλει να θυμάται τα πάντα.
Ο αναγνώστης αισθάνεται πολλές φορές ότι διαβάζει τον λόγο ενός εκνευρισμένου ανθρώπου με όλους και με όλα. Όμως ο εκνευρισμός της είναι δικαιολογημένος. Σε ένα δείπνο προσπαθεί να κάνει διάλογο με μια γυναίκα που πιστεύει ότι επειδή πήγε η Kluger στο Άουσβιτς παιδί, το στρατόπεδο ήταν για την ίδια κάτι σαν παιδική χαρά. Κάπου αλλού την βλέπουμε να προσπαθεί να πείσει έναν άλλο συνομιλητή για το πόσο σκληρή ήταν η ζωή στο στρατόπεδο Τερέζιενστατ. Εκείνος πιστεύει ότι δεν ήταν τόσο δύσκολα τα πράγματα εκεί, ότι ήταν κάτι σαν κοινόβιο, και όχι στρατόπεδο συγκέντρωσης. Σε άλλο σημείο παρακολουθεί μια διάλεξη στο πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης για τις θηριωδίες τον ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και εκείνη αισθάνεται αόρατη. Ο καθηγητής μιλάει λες και δεν υπάρχει κανένας Εβραίος στην αίθουσα.
Θα έλεγε κανείς ότι ο πραγματικός Γολγοθάς της Kluger ξεκίνησε αμέσως μετά την απόδραση της από τα στρατόπεδα. Ο Γολγοθάς ενός ανθρώπου που έχει ζήσει τα γεγονότα και έχει να αντιμετωπίσει ορδές άσχετων με την σιγουριά τους μέσα στην άγνοια τους. Και θυμώνει. Όμως εξακολουθεί να θέλει να κάνει διάλογο όταν η ασχετοσύνη του συνομιλητή της δεν την βγάλει απο την αρχή νοκ-αουτ.
Σε μια εποχή που ο αντισημιτισμός είναι στα πάνω του, τα Πρωτόκολλα των Σοφών της Σιών ένα παγκόσμιο best seller, και οι βλακώδεις θεωρίες συνομωσίας ένα καθημερινό viral, έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη από βιβλία όπως αυτό της Kluger περισσότερο απο ποτέ.
H συγγραφέας μιλάει για το πως αντιμετώπισαν τα παιδιά της, όταν είπαν στο σχολείο για την απόδραση της απο τα στρατόπεδα συγκέντρωσης:
H Ruth Kluger διαβάζει ένα απόσπασμα απο το βιβλίο της Still Alive:
Το βιβλίο της Ruth Kluger Άρνηση Μαρτυρίας: Βιέννη-Άουσβιτς-Νέα Υόρκη κυκλοφορεί στα ελληνικά απο τις εκδόσεις Θεμέλιο
σχόλια