Στη σκληρή αφετηρία της κρίσης πριν μερικά χρόνια, συζητούσαμε στις παρέες με σχεδόν θεοσεβούμενη αφέλεια και μια αγωνία λόγω της έκτακτης ανάγκης, για τους νεόκοπους μεσσίες και τους σωτήρες που σίγουρα θα αναδυθούν χαρμόσυνα (όπως πάντα σε τέτοιες κρίσιμες καμπές της ιστορίας -και της μυθολογίας) για να κατατροπώσουν τους Φαρισαίους της παραδοσιακής πολιτικής σκηνής και για να μας οδηγήσουν από το χέρι στη γη Χαναάν, μακριά από τις επτά πληγές του Φαραώ. Κάπου ανάμεσα στην Παλαιά και στην Καινή Διαθήκη φυόταν το μάννα της ελπίδας μας, ενώ γύρω μας συνέβαινε Δευτέρα Παρουσία. Όμως, το βλέπω τώρα καθαρά, μετά τις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, ότι δεν είχαμε όλοι τον ίδιο ευαγγελισμό στο μυαλό μας. Εγώ τουλάχιστον δεν είχα τον Ηλία Ψινάκη.
Δεν θέλω να παρεξηγηθώ. Δεν έχω τίποτα ούτε με τον άνθρωπο Ηλία Ψινάκη, όπως αυτός αχνοφαίνεται μέσα από τις κλειδαρότρυπες του βίου του, ούτε με τη διασκεδαστικά φαρμακερή και σαν του Ιόλα εκκεντρική περσόνα, την οποία καλλιεργεί συστηματικά τόσα χρόνια για να θερίσει φαντάζομαι στο τέλος μια glitter υστεροφημία σαν αυτή του Λιμπεράτσι.
Όταν, όμως, το σύνθημα που διαδιδόταν με «γιολελέι-οοο» από βουνοκορφή σε βουνοκορφή της πατρίδας μας, ήταν «επιτέλους νέοι, μορφωμένοι, άφθαρτοι, εργατικοί και εμπνευσμένοι άνθρωποι στην πολιτική», έβαζα κι εγώ με το φτωχό μυαλό μου κάποιον με σηκωμένα μανίκια αντί για πασμίνα ανάρριχτη. Κανέναν στεριανό που να έχει περπατήσει από άκρη σε άκρη τον ταλαιπωρημένο Δήμο του και να γνωρίζει τα προβλήματα από εμπειρία, αντί για τον Ηλία Ψινάκη ο οποίος μπορεί και να περνάει τρεις σεζόν στις τέσσερις μεσοπέλαγα, χαζεύοντας τα μαγικά ηλιοβασιλέματα στο Μονακό. Έναν πολιτικό μηχανικό, βρε αδερφέ, αντί για έναν πρώην (και αιώνιο στη μνήμη μας) φύλακα άγγελο του Σάκη Ρουβά.
Να μου πεις: τι σε κόφτει εσένα ο Δήμος Μαραθώνα και το κάνεις θέμα; Η αλήθεια είναι ότι μετά την απόκρουση του Δάτη και του Αρταφέρνη από τους Αθηναίους και τους Πλαταιείς το 490 π.Χ., χρειάστηκε να περάσουν δυόμισι χιλιάδες χρόνια και να προσγειώσει εκεί ο Ηλίας Ψινάκης το διαστημόπλοιό του μέσα σε φαντασμαγορικά φώτα για να με διαπεράσει ξανά ένα σπάνιο ρίγος σχετικά με τον τόπο. Και ίσως είναι ακριβώς αυτό που με πλάγιο και στρεβλό τρόπο αναζητούσε το 54% του εκλογικού σώματος που του έδωσε τη νίκη από την πρώτη Κυριακή: εύκολη δημοσιότητα για πέντε χρόνια.
Ο Ηλίας Ψινάκης δεν ήταν άλλωστε το μοναδικό παράδειγμα αυτής της ανάλαφρης εκλογικής τάσης. Χωρίς να πρόκειται για απόλυτο κανόνα, μιας και υφίστανται οι λαμπερές εξαιρέσεις του Μπουτάρη, του Καμίνη και χιλιάδων άλλων down –to-earth αιρετών, παρόλα αυτά ένα κομμάτι των ψηφοφόρων μοιάζει να έκρυβε αλά «Μπλανς Ντιμπουά» αυταπάτες μεγαλείου στον φάκελο που έριξε στην κάλπη: ψήφος εμπιστοσύνης για το πρώην sex symbol Απόστολο Γκλέτσο στη Στυλίδα, ποδοσφαιρική ψήφος για εύκολη και σιδερένια παντοκρατορία του Πειραιά σε όλα γενικά, όχι μόνο στο Πρωτάθλημα, ψήφος στη ΧΑ για να ξαναχτίσουμε Παρθενώνες με τους μετανάστες δούλους στο γιαπί, ψήφος για να στήσουμε μια Eurovision του λαϊκού τραγουδιού στο Βόλο, κοκ.
Και χωρίς τα παραπάνω να συνδέονται με άλλον τρόπο, υπόγεια όλα με απογοήτευσαν εξίσου, γιατί είδα ότι ακόμη και σήμερα, μετά από όσα έχουμε θεωρητικά διδαχτεί από τον Αρμαγεδδώνα της οικονομικής κρίσης, ο πεινασμένος δεν ονειρεύεται μια τίμια δουλειά που θα του φέρει το καρβέλι μετά από δίκαιο μόχθο. Ονειρεύεται κατευθείαν το καρβέλι, με σουσάμι, να το ταΐζει μαζί με σολομό και σαμπάνια ροζέ σε ένα ξανθό μοντέλο ξαπλωμένο με μονοκίνι στο deck μιας τεράστιας θαλαμηγού. Ονειρεύεται λίγο πολύ να ήταν ο Ψινάκης. Και ψηφίζει ανάλογα.
σχόλια