Για το κάτι καινούριο και φρέσκο που συμβαίνει στου Ψυρρή, θα επανέλθω σύντομα πιο εμπεριστατωμένα, όμως, η χαρά δεν μ'αφήνει, και θα σου ομολογήσω πώς εκ του σύνεγγυς παρακολουθώ την κακοπαθημένη, προσκυνημένη γειτονιά, που έχει στην ιστορία και το αίμα της την ταλαιπώρια, να ξαναγεννιέται ομορφότερη μέσα από το κάψιμο και τις στάχτες ενός τεράστιου λάθους που ξεκίνησε στη δεκαετία του '90 για να επανορθώσει σιγά-σιγά την ώρα που μιλάμε, σβήνοντας τις μνήμες μιας ανάπτυξης που δεν κράτησε τις υποσχέσεις της.
Ο Ατλαντικός του Ψυρρή
Αν κάποιος δεν σου σκάσει το μυστικό, το πιο πιθανό είναι η μοίρα σου ποτέ να μην σε βγάλει στο απόκεντρο στενάκι της Αυλητών, εκεί όπου η γειτονιά παίζει τον δίσκο της σιωπής, κρυμμένη δυό πατημασιές δρόμο από την κίνηση της-χαμηλής-Ερμού. Εγώ έβαλα στη ζωή μου τον Ατλαντικό «στα γρήγορα», μεσημεριανή στάση στα όρθια για ένα αληθινό fish& chips σάντουιτς, κάτι που όσο κι αν αναζητήσεις στα κατάστιχα της πόλης, αποκλείεται να βρεις.
Εδώ σου ψήνουν το ψάρι όχι στα χείλη αλλά λαυράκι ή μπακαλιάρο τη στιγμή της παραγγελίας, τηγανίζουν φρέσκιες πατάτες αληθινές, φτιάχνουν και μια σπιτίσια ανάλαφρη σος κι όλα αυτά τα κρύβουν σε ένα μαλακό ψωμάκι-δεν έχω τίποτα καλύτερο για χορταστικότατο σνακ.
Όση ώρα συμβαίνουν όλ'αυτά, εσύ χαζεύεις τη γαλήνη από τις κίτρινες πολυθρόνες στο δρομάκι, τα λουλούδια στις γλάστρες, τα πολύχρωμα γκράφιτι πάνω στο μαγικό νεοκλασικό που κάποτε στέγαζε τα εσώρουχα Bardot και τώρα σιωπά άδειο, μια τέως χλιδή με τα πλακιώτικα φαναράκια της στη δίνη της εγκατάλειψης. Μέσα, ένα μεγάλο ολοστρόγγυλο τραπέζι, η κουζίνα ανοιχτή σαν παλιό καφενείο, ένα πατάρι σαν ακρόπρωρο, με τα σωσίβια και τις σημαίες από όλο τον κόσμο, να σε ταξιδεύουν μίλια πίσω από τον τοίχο που κλείνει τον ορίζοντα, σε έναν Ατλαντικό της φαντασίας.
Το βράδυ θα ξανάρθεις, έχεις σομπίτσες έξω για το κρύο, έχει και κάτι κομψές εστέτ αμερικάνες που ξεκοκκαλίζουν σικάτα τη σαρδέλα στο διπλανό τραπέζι και με την πρώτη παγωμένη ρακή κι ενώ παίρνεις όρκο πως αυτό το μαγαζί ανήκει στα πλέον of Broadway εναλλακτικά-του σκασμού να χορτάσεις πάνω από 10-15 ευρώ δεν θα δώσεις-να'σου σύσσωμο το ελληνικό θέατρο, με τους θεωρητικούς και τους κριτικούς του να εξαφανίζεται στον άνω όροφο διακριτικά. Εσύ μένεις κάτω, παρέα με τα βραστά, ζεστά χόρτα, έναν κολιό και σαρδέλες στη σχάρα, τηγανητό γόνο, μια ψητή ζαργάνα με τη σκορδαλιά της, τηγανητά μύδια με τζατζίκι, η ψιλο-ψαροφαγία της κάθε μέρας φρέσκια και σπαρταριστή.
Ατλαντικός, Αυλητών 7, 2130330850
Έχεις φάει σε μπακαλοταβέρνα;
Ο Φάνης (Θεοδωρόπουλος) μεγάλωσε ακριβώς απέναντι. Στου Αραπιάν με τους παστουρμάδες, το μαγαζί του πατέρα του, από τα πρώτα που δίδαξαν την καραμανλίδικη νοστιμιά στις εδώ πατρίδες. Αν δεν το ξέρεις, καραμανλήδες λέγαν τους Έλληνες της Ανατολίας που δεν μιλούσαν ελληνικά αλλά έγραφαν τα τούρκικα με ελληνική γραφή. Αυτοί πρώτοι έφτιαξαν τον παστουρμά, έναν τρόπο γεμάτο άρωμα και ένταση από τσιμένι, να συντηρούν το κρέας πριν βγει στη φόρα το ψυγείο.
Μια ζωή στο ίδιο τετράγωνο, ο Φάνης είδε τη σκοτεινή και τη φωτεινή πλευρά του κέντρου, επέμεινε και υπόμεινε τις δύσκολες ώρες της κατάρρευσης της «κοιλιάς της Αθήνας», όπως θα έλεγε και ο Ζολά, τώρα που τα πράγματα αρχίζουν να φωτίζουν, σκέφτηκε πως είναι η ώρα να στήσει τη δικιά του μπακαλοταβέρνα, ένα πιο νόστιμο τρόπο να δοκιμάσει ο πελάτης τα μεζεδάκια του κι όχι μόνο με μια μπουκιά στα όρθια πίσω από τον πάγκο. Το ωραιότατο παλιό κτίριο ήταν μπακάλικο, κατόπιν ξενυχτάδικο, ύστερα κινέζικο, μετά κλειστό.
Ο Φάνης έδωσε ζωή στα ζωγραφιστά ταβάνια, την πέτρα και τα ξύλινα δοκάρια, άφησε όλη την old Athens αύρα, έστησε και στη μέση το ψυγείο με τα καλούδια, ολοφώτιστο και ορεκτικό, να θέλεις όλα να τα δοκιμάσεις: όλη τη σειρά του Sari από τη Δράμα, το σουτζούκι, το παστουρμά πρόβειο ή από καμήλα, το θεϊκό παστράμι, τη μορταδέλα το μούχτερο, τη μοσχαρίσια γλώσσα και το προσούτο, τα δεκάδες λουκάνικα, τον καβουρμά, το ζεϊμπέκ σαλάμι κι ένα σωρό υπέροχα προϊόντα της μικρής ελληνικής παραγωγής. Όπως λέμε, τις σάλτσες πιπεριάς του Ναουμίδη, το κους-κους του Έβρου, την κρέμα ροδιού του Αγιάνογλου, τον τόνο Αλονήσσου, τα παξιμάδια της Τραχειάς.
Ο Φάνης το μαγαζί το θέλει «μεζετζίδικο» και όχι tapas bar που θα σου έρθει εσένα να το πεις, όσο κι αν ως τέτοιο είναι το μόνο αυθεντικό και λαοφίλητο στην πόλη μας. Εγώ προσωπικά, προσπερνώ το ωραίο ίματζ του εσωτερικού, προτιμώντας την πόρτα-μπορεί και να σου διαφύγει αν είσαι απρόσεχτος-που βγάζει στο πίσω στενό. Εδώ η Αθήνα γίνεται αμέσως παλιά, εκείνη ακριβώς του βαρελόφρονα, του Ορέστη Μακρή και της παλιάς Αθήνας.
Θα πιεις ρακή και ούζο, θα δοκιμάσεις οπωσδήποτε το σαγανάκι με αβγά και παρμάκ σουτζούκ, τον τραχανά με καβουρμά, τα σπιτικά ντολμαδάκια, τα παστουρμαδοπιτάκια, τη σαλάτα με καβουρμά και αμπελοκορφές, τις φοβερές πατάτες, ένα μιάμι μικρό μενού από τη Στέλλα Σπανού, που ως πληθωρική ξανθιώτισσα ξέρει από καλό μεζέ.
Τα καραμανλίδικα του Φάνη, Ευριπίδου 52, 2103254184
σχόλια