Επιχειρηματίες

 Επιχειρηματίες Facebook Twitter
Χωρίς να ψάξω ιδιαίτερα εντόπισα μερικούς ακόμα ταλαίπωρους σαν κι εμένα, το βάλαμε από εδώ, το βάλαμε από εκεί κι αφού μας πρήζουν ολημερίς τα συκώτια με επιχειρηματικότητες, αποφασίσαμε να στήσουμε κι εμείς τη δική μας επιχείρηση...
0


Καλού κακού πήρα και μια μεζούρα μαζί μου για του λόγου το αληθές. Στάθηκα, λοιπόν, μπροστά του, τον κοίταξα κατάματα και με θάρρος του εξέθεσα τα δίκια μου. Εκείνος γέλασε με την καρδιά του, με ευχαρίστησε για την εργατικότητά μου, μου μίλησε για την αξία της συνεργασίας και της συνεισφοράς, μου χάρισε το «Να ζεις, ν' αγαπάς και να μαθαίνεις» του Μπουσκάλια και μου ζήτησε να γυρίσω τη μύτη προφίλ για να μην τον στραβώνει ο ήλιος.


Η ανεργία δυσκόλεψε πολύ την όλη κατάσταση. Ο μπαμπάς μου ήταν εν αναμονή της σύνταξης και οι παππούδες μου διέμεναν ήδη στον άλλο κόσμο, όπου προφανώς θα έπαιζαν κι εκεί μπουρλότ με τους άλλους μπαρμπάδες, ενώ οι γιαγιάδες μου παραδίπλα θα έπλεκαν τερλίκια για κάνα χερουβείμ. Η μόνη μου ελπίδα, η μάνα μου, χρήματα θα μου έδινε μονάχα για να αγοράσω καμιά φανέλα κασκορσέ. Έπρεπε, επομένως, να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου, γιατί «συν Αθηνά και χείρα κίνει», εν προκειμένω «και χείρες κίνει», πολλές χείρες, καθότι είμεθα κοινωνικά όντα – έτσι τουλάχιστον λέει η βιολογία και η συγγένεια με τους πιθήκους. Χωρίς να ψάξω ιδιαίτερα εντόπισα μερικούς ακόμα ταλαίπωρους σαν κι εμένα, το βάλαμε από εδώ, το βάλαμε από εκεί κι αφού μας πρήζουν ολημερίς τα συκώτια με επιχειρηματικότητες, αποφασίσαμε να στήσουμε κι εμείς τη δική μας επιχείρηση.


Την ιδέα για την πιτσαρία την πέταξε ένας καινούριος στην παρέα, ο Λουίτζι ο Ιταλός, κάποια φεγγάρια και μάγειρας στην πατρίδα του, που ήξερε να κάνει περίφημες πίτσες. Αμέσως ορίσαμε συνάντηση στο σπίτι μου, όπου συζητήσαμε τις τεχνικές λεπτομέρειες και υπολογίσαμε το κόστος του εγχειρήματος. Παρόλο που θα αναλαμβάναμε τα μαστορέματα εμείς οι ίδιοι και κάποιοι φίλοι, και πάλι το ποσό δεν έπεφτε κάτω από τα δεκατρία χιλιάρικα, αριθμός αρκετά γρουσούζικος για κάποιους. Τρίτη και 13 ο Νώντας είχε χωρίσει με την κοπέλα του κι ένα χαλασμένο λούκι του κατάβρεξε το κεφάλι. Δεκατρείς μέρες περίμενε ταχυδρομικώς κι ο Βαγγέλης το πλέι στέισον που είχε παραγγείλει, έγινε λάθος και του ήρθε κάσκα κομμωτηρίου. Σύντομα πάντως προστέθηκαν στο εγχείρημα κι άλλες δύο κοπέλες κι έτσι το ποσό μοιράστηκε στα οκτώ.

Στο θέμα του ονόματος της επιχείρησης προέκυψαν αρκετές διαφωνίες. Ο Λουίτζι επέμεινε να ονομάσουμε την πιτσαρία «Κροτόνε» σε ανάμνηση του τόπου καταγωγής του. Του Παντελή που έβλεπε πολλά αστυνομικά τού άρεσε το «Παλέρμο», εγώ πρότεινα το «Πίζα» για να κάνει ομοιοκαταληξία με το πίτσα, η Φανή και η Χριστίνα «Μιλάνο» για ευνόητους λόγους, ο Παναγιώτης «Νάπολι», ο Βαγγέλης «Λάτσιο», ο Νώντας «Γιουβέντους» και μετά οι τρεις τους πλακώθηκαν στο ξύλο. Στο τέλος ο υδραυλικός πρότεινε το «Μόνικα Μπελούτσι» και οι τρεις τους αγκαλιάστηκαν μονιασμένοι.


Με περισσό θάρρος πήγα στον πατέρα μου και του ζήτησα να συνδράμει στην πρώτη μας αυτή επιχειρηματική προσπάθεια. Εκείνος μου χάιδεψε στοργικά το κεφάλι, μου μίλησε για την αξία του να είναι κανείς αυτοδημιούργητος, τη φτώχεια που ο ίδιος βίωσε στα νεανικά του χρόνια, το κρύο που έκανε στο σπίτι, τα παράθυρα που έμπαζαν και τις πέτρες που έβαζαν πάνω στα σεμεδάκια για να μην τα πάρει ο αέρας, τη φτωχική τους γη όπου έσπερναν καρπούζια και φύτρωναν αγγούρια, το πρώτο του ραντεβού με την μάνα μου στο οποίο κάλεσε και την παρέα του μπας και δεν του φτάσουν τα λεφτά και χρειαστεί ρεφενές, τα εμπόδια που του έβαζε διαρκώς το τότε καθεστώς λόγω της ιδεολογίας του, την εξορία που τον έστειλε κατόπιν στο νησί που πήγα εγώ πέρσι διακοπές, τέτοια πράγματα τέλος πάντων, μέχρι που ξέχασα τι ήθελα να του ζητήσω. Τελικά συμφώνησα με τα υπόλοιπα παιδιά να τσοντάρουν και για μένα και να τους τα ξεπληρώσω εν καιρώ από τους μελλοντικούς μου μισθούς.


Πολύ γρήγορα βρήκαμε και νοικιάσαμε ένα φτηνό και συμπαθητικό χώρο, κέντρο απόκεντρο, και στρωθήκαμε στη δουλειά για να τον σουλουπώσουμε. Για τα βαψίματα εμπιστευθήκαμε τον Νώντα που έπιαναν τα χέρια του, εκείνος όμως τρώγοντας κάτι ακτινίδια τού ήρθε έμπνευση να βάψει τους τοίχους καταπράσινους. Όταν αντικρίσαμε τη βιοκλιματική πιτσαρία πάθαμε, είναι η αλήθεια, ένα ταράκουλο. Η χρωματική αποκατάσταση έγινε άμεσα, έχοντας αυτήν τη φορά συμβούλους για το χρώμα τις δύο κοπέλες μας κι έτσι ο χώρος βάφτηκε τιρκουάζ με ζαχαρί και μανταρινί αποχρώσεις.


Στη συνέχεια φτιάξαμε τον πάγκο, αγοράσαμε ζυμωτήρι και φούρνο, ηλεκτρική κουζίνα για τα μαγειρέματα, στήσαμε την τουαλέτα, την ξεστήσαμε γιατί εκεί που τη βάλαμε εμπόδιζε το φουρνόξυλο, την ξαναστήσαμε αλλού αλλάζοντας τις αποχετεύσεις και πληρώνοντας τα μαλλιοκέφαλά μας στον υδραυλικό και τέλος τοποθετήσαμε δύο τραπέζια, ένα καπνιστών από τη μεριά του απορροφητήρα κι ένα μη καπνιστών από τη μεριά της Φανής που θα καθόταν ταμείο. Έπειτα ήρθε και η ώρα για τα γραφειοκρατικά: σχεδιαγράμματα χώρου, χαρτιά για τον εξαερισμό, ποινικά μητρώα, βεβαίωση πυρασφάλειας, βιβλιάρια υγείας κλπ. κλπ. Εκείνο που μας ενόχλησε κάπως ήταν το ποσό που έπρεπε να πληρώσουμε για την άδεια μουσικής. Στο θέμα αυτό πρότεινα να μοιράζουμε ακουστικά στον κάθε πελάτη, αλλά τελικά προκρίθηκε η ιδέα του Βαγγέλη να τραγουδάμε εμείς οι ίδιοι με βάρδιες. Το δοκιμάσαμε τη μέρα των εγκαινίων, άλλα όταν τραγούδησε ο Νώντας, ξίνισε η ζύμη.


Στο θέμα του ονόματος της επιχείρησης προέκυψαν αρκετές διαφωνίες. Ο Λουίτζι επέμεινε να ονομάσουμε την πιτσαρία «Κροτόνε» σε ανάμνηση του τόπου καταγωγής του. Του Παντελή που έβλεπε πολλά αστυνομικά τού άρεσε το «Παλέρμο», εγώ πρότεινα το «Πίζα» για να κάνει ομοιοκαταληξία με το πίτσα, η Φανή και η Χριστίνα «Μιλάνο» για ευνόητους λόγους, ο Παναγιώτης «Νάπολι», ο Βαγγέλης «Λάτσιο», ο Νώντας «Γιουβέντους» και μετά οι τρεις τους πλακώθηκαν στο ξύλο. Στο τέλος ο υδραυλικός πρότεινε το «Μόνικα Μπελούτσι» και οι τρεις τους αγκαλιάστηκαν μονιασμένοι.

Μην έχοντας ξινά μούτρα αφεντικού πάνω από τα κεφάλια μας δουλεύαμε για εμάς, άσχετα αν αρπαζόμουν συνεχώς με τον Νώντα, έτσι που πετούσε ψηλά το ζυμάρι του για εφέ και προσγειωνόταν στη μούρη μου.


Αμέσως μετά ακολούθησε γενική συνέλευση, όπου μοιράσαμε τις αρμοδιότητες. Ο Λουίτζι θα είχε το γενικό πρόσταγμα, κάποιοι θα ετοίμαζαν τις πίτσες και οι υπόλοιποι θα αναλάμβαναν πακετάδες. Ολοκληρώσαμε την εκπαίδευσή μας, ο καθένας στον τομέα του, αγοράσαμε τις προμήθειές και όλα ήταν έτοιμα για τα εγκαίνια του συνεταιριστικού μας καταστήματος (ή αλλιώς κολεκτίβας επί το σλαβικότερον).


Στα εγκαίνια της πιτσαρίας έπεσα μέσα στο αλεύρι και εμφανίστηκα στον κόσμο σαν το φάντασμα του Άμλετ – ευτυχώς δεν είχαν εφευρεθεί ακόμα τα viral του ίντερνετ. Υπήρχε και μία διχογνωμία ως προς το να έρθει ή όχι ο παπάς να μας αγιάσει. Τελικά χωριστήκαμε σε δύο ομάδες, μία που έκανε θρησκευτικά εγκαίνια με τις ευχές του ιερέα και μία που έκανε πολιτικά εγκαίνια με κόψιμο κορδέλας και δίνοντας όρκους αφοσίωσης και συνέπειας μπροστά στο φούρνο.


Οι αρχές αντιμετώπισαν με καχυποψία το εγχείρημά μας και δεν άφησαν τίποτε που να μην το ελέγξουν εξονυχιστικά, ακόμη και το πιγκάλ της τουαλέτας. Το μαγαζί πάντως σύντομα πήρε τα πάνω του παρά τις σοβαρές διαφωνίες που προέκυπταν στις συνελεύσεις γύρω από την προλεταριακή βάση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, το ζήτημα της οικολογικής συνείδησης σαν μοχλό πίεσης στα μονοπωλιακά συμφέροντα και την ποσότητα του μπέικον στις σπέσιαλ. Μην έχοντας ξινά μούτρα αφεντικού πάνω από τα κεφάλια μας δουλεύαμε για εμάς, άσχετα αν αρπαζόμουν συνεχώς με τον Νώντα, έτσι που πετούσε ψηλά το ζυμάρι του για εφέ και προσγειωνόταν στη μούρη μου. Η επιχειρηματική μας επιτυχία ήταν τέτοια που ετοιμαζόμασταν να ανοίξουμε και δεύτερο κατάστημα. Υπαλλήλους δε θα προσλαμβάναμε, εφόσον το καταστατικό τούς απαγόρευε, γι' αυτό και αποφασίσαμε να διευρύνουμε το συνεταιρισμό με καινούρια άτομα.


Τα πραγματικά προβλήματα ξεκίνησαν όταν ήρθε η πρόταση από μεγάλη αλυσίδα εστίασης για εξαγορά των δύο καταστημάτων μας. Κάποιοι από εμάς δελεάστηκαν και κάπου εκεί άρχισαν οι προστριβές. Το μικρόβιο της απληστίας εισχωρούσε όλο και περισσότερο μέσα μας. Οι απροειδοποίητες βραδινές βάρδιες πλήθαιναν όλο και περισσότερο, μαζί και οι απλήρωτες υπερωρίες, οι αυθαίρετες μεταθέσεις ευθυνών και βαρέων εργασιών, τα κρύα ανέκδοτα του Νώντα, οι καθυστερήσεις στη μισθοδοσία, πράγματα που έφεραν την επιχείρηση σε αδιέξοδο.


Τότε ήταν που δημιουργήσαμε σωματείο ενάντια στην εργοδοσία. Μας κατηγορήσαμε για καταστρατήγηση των αποφάσεων των συνελεύσεων, για συνθήκες μεσαιωνικού εργασιακού περιβάλλοντος και ασυνέπεια ως προς τις υποχρεώσεις μας. Οι διαπραγματεύσεις δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, εφόσον δε μας ικανοποιήσαμε σε πολλά από τα αιτήματά μας και μας κατηγορήσαμε για αλαζονικές και αυταρχικές τάσεις.


Μια και παραβιάσαμε, λοιπόν, τις αρχές μας, άλλη λύση δεν υπήρχε παρά να παραιτηθούμε. Η διαδοχή στην επιχείρηση έγινε με νόμιμες και ντόμπρες διαδικασίες και κατέληξε στα χέρια μιας ομάδας από συνεννοήσιμα παιδιά, ανάμεσά τους και απόφοιτοι της σχολής Εφαρμοσμένης Φιλοσοφίας, που διδάχτηκαν από τα δικά μας λάθη και τα πήγαν πολύ καλύτερα. Εμείς από τη μεριά μας μετακομίσαμε στην ύπαιθρο με σκοπό να ασχοληθούμε και πάλι συνεταιριστικά με την εκτροφή σαλιγκαριών. Η γραφειοκρατία όμως μας καθυστέρησε τόσο πολύ που στο τέλος ο Νώντας γνωρίστηκε καλύτερα με τα σαλιγκάρια και δέθηκε μαζί τους, τους άνοιξε κρυφά την πόρτα του εκτροφείου, μέχρι να το σκάσουν πέρασαν τρία χρόνια, διάστημα αρκετό για να το γυρίσουμε στα ρεβύθια, αν και μπλέξαμε πάλι με τη γραφειοκρατία και στο τέλος μας ζήτησαν άδεια τραπεζοκαθισμάτων και ανατροφής τέκνου.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Σωτήρης Ντάλης / «Μετά την πανδημία του κορωνοϊού, η ανισότητα θα αυξηθεί»

Ο αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αιγαίου και επικεφαλής της Μονάδας Έρευνας για την Ευρωπαϊκή και Διεθνή Πολιτική σχολιάζει τον αντίκτυπο της πανδημίας και της εκλογής Μπάιντεν στην Ευρώπη.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Σωτήριος Σέρμπος / «Επί Τραμπ οι μειοψηφίες κατέστησαν πλειοψηφίες»

Τι σηματοδοτεί η εποχή Μπάιντεν και τι αφήνει πίσω του ο απερχόμενος Πρόεδρος; Απαντά στη LiFO ο Σωτήριος Σέρμπος, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής στο Δημοκρίτειο Παν/μιο Θράκης και Ερευνητής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ελλάδα / Θεοκλής Ζαούτης: «Είναι αρκετά πιθανόν να έχουμε τρίτο κύμα πανδημίας»

Ο καθηγητής Παιδιατρικής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια και μέλος της Επιτροπής των Λοιμωξιολόγων του υπουργείου Υγείας μιλά για τα τελευταία δεδομένα της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Νικόλας Σεβαστάκης / Ο γυμνός βασιλιάς, το Καπιτώλιο και η επόμενη μέρα

Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας Γουίλι Σταρκ της εποχής μας. Υπάρχει κάτι σημαντικό που χωρίζει τη λαϊκιστική φαντασία των χρόνων του Μεσοπολέμου –όπως την αναπλάθει το μυθιστόρημα του Γουόρεν– από τα πλήθη που είδαμε να βγαίνουν από τα μεσαιωνικά σπήλαια των social media για να ορμήσουν προς το Καπιτώλιο.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ελλάδα / Ευάγγελος Μανωλόπουλος: «Να μάθουμε να ζούμε με τις μάσκες, γιατί θα αργήσουμε να τις βγάλουμε»

Ο καθηγητής Φαρμακολογίας, Φαρμακογονιδιωματικής και Ιατρικής Ακριβείας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Φαρμακολογίας, Ευάγγελος Μανωλόπουλος, μιλά στη LiFO για τα εμβόλια και τις φαρμακευτικές αγωγές που εξετάζονται. Απαντά για το δεύτερο κύμα της πανδημίας, εξηγεί ποια είναι η αλήθεια για τις ΜΕΘ, πότε θα αποχωριστούμε τις μάσκες αλλά και πότε προβλέπεται η επάνοδος στην κανονικότητα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τech & Science / Γιατί η ασφάλεια του εμβολίου είναι υψηλού βαθμού; Ο καθηγητής της Οξφόρδης Πέτρος Λιγοξυγκάκης εξηγεί

Τι θα σημάνει η γενική χρήση των εμβολίων; Θα εφαρμοστούν νέοι κανόνες σχετικά με τον εμβολιασμό; Πότε προσδιορίζεται η έναρξή του; Και τι γίνεται με τους αρνητές;
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Νικόλας Σεβαστάκης / Η ενδοχώρα της άρνησης και το εμβόλιο

Η όποια στρατηγική για τον εμβολιασμό χρειάζεται να είναι σκληρή με τον νεοφασισμό των fake news και της ωμής παραπλάνησης. Την ίδια στιγμή, όμως, πρέπει να εντάξει τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις και τις δεύτερες σκέψεις πολλών ανθρώπων.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ελλάδα / Ευάγγελος Καϊμακάμης: «Έχουν πεθάνει πολλοί σαραντάρηδες στα χέρια μας χωρίς προβλήματα υγείας»

Ο πνευμονολόγος-εντατικολόγος στο νοσοκομείο Παπανικολάου μιλά για την κατάσταση που επικρατεί σήμερα στις ΜΕΘ και τις μελλοντικές ανησυχίες του σχετικά με την πανδημία.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ελλάδα / Θεόδωρος Βασιλακόπουλος: «Ακόμη κι αν είχαμε 10.000 κλίνες ΜΕΘ, αν γέμιζαν όλες, θα θρηνούσαμε 4.000 θανάτους»

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας-Εντατικής Θεραπείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών σχολιάζει όλες τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ