25.6.2013 | 15:52
Σαν παράσταση...
Γυρίσαμε τελικά και οι δύο στο σπίτι μου. Έπρεπε να μιλήσουμε. Του είπα τα πάντα, ό,τι ένιωθα τελευταία, ό,τι με φόβιζε και με εμπόδιζε να συμπεριφέρομαι κανονικά. Του είπα ότι δεν ήμουν πια σίγουρη γι' αυτόν, ότι δεν του έχω εμπιστοσύνη, ότι με πλήγωσε. Όμως τον αγαπώ ακόμα.Αυτός μου είπε τα δικά του. Ότι αλλάξαμε, ότι δεν έχει πια ενθουσιασμό, ότι με αγαπάει αλλά δεν ξέρει αν αρκεί, όταν έχει χαθεί η φλόγα.Του είπα ότι δεν μπορώ χωρίς αυτόν.Μου είπε ούτε κι αυτός.Του είπα ότι με εκνευρίζει και αυτός απάντησε ότι πάχυνα. Μαλώσαμε. Αρχίσαμε να βριζόμαστε. Είπαμε να χωρίσουμε. Κλαίγαμε όμως. Είπαμε να δώσουμε χρόνο. Δεν θέλαμε όμως. Άρχισα να επιτίθεμαι. Ειρωνευόμουν, γελούσα, έβριζα, το έπαιζα ιστορία. Αυτός απαντούσε. Γελούσε και αυτός.Είπα ότι θα φύγω να κάνω μια βόλτα. Δεν με άφηνε, μπήκε μαζί μου στο ασανσέρ και κρατούσε την πόρτα. Του λέω "πού πας με το βρακί". Μου λέει "αν πάθεις κάτι εμένα θα κατηγορήσουν". Του λέω "πάντα ο εαυτούλης σου". Ανέβηκα στην ταράτσα, έκατσα και έκλαψα πικρά. Ήρθε και έκλαψε μαζί μου. Είπαμε να προσπαθήσουμε, όμως μετάνιωσε πάλι.Μετά τον αγκάλιασα. Καύλωσε. Του είπα ότι αυτό είναι έρωτας, να σε αγκαλιάζω και να με θέλεις.Ήθελε. Ήθελα κι εγώ. Μετά αλλάξαμε γνώμη. Πήγαμε πάλι στο σπίτι. Άρχισα να ασχολούμαι με κάτι άσχετο, μετά είπα να πάω να κοιμηθώ. Μου είπε όχι, ήθελε παρέα.Δεν άντεχα άλλο το μαρτύριο. Μια έτσι, μια αλλιώς, τόσες πολλές μεταπτώσεις σε ένα βράδυ...Είπαμε να μείνουμε μαζί, μετά κοιμήθηκα.Το πρωί είχε αλλάξει πάλι γνώμη. Σηκώθηκα και του είπα "θέλω να το κάνουμε", πολύ αποφασιστικά σαν να μην χώραγε καμία αντίθεση.Μία ώρα έντασης. Τελειώσαμε. Σηκώθηκα να πιω καφέ. Τον έδιωξα να πάει σπίτι του και να σκεφτεί. Μου είπε πως δεν υπάρχει τίποτα να σκεφτεί.Τότε γιατί το κάναμε αυτό στον εαυτό μας νυχτιάτικα; Τι μας πιάνει και κάνουμε τη ζωή μας έργο του Ντάριο Φο; Σ' αγαπώ ρε βλάκα...