Στην Αγγλία, η κυβέρνηση Κάμερον εφαρμόζει ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας, περικόπτοντας τα απομεινάρια του κοινωνικού κράτους, σε μια προσπάθεια να μειώσει τα ελλείμματα και το χρέος και να καταστήσει ανταγωνιστική τη βρετανική οικονομία.
Οι μνήμες από τις πρόσφατες κινητοποιήσεις της νεολαίας τον περασμένο Νοέμβριο ενάντια στην αύξηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια και τα πρωτοφανή ( για την Αγγλία) επεισόδια, αλλά και οι κοινωνικές συνέπειες από τα μέτρα λιτότητας, δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για μια ενδεχόμενη κοινωνική αναταραχή.
Προφανώς με αυτό το σκεπτικό, σε συνάντηση του με εκπροσώπους των συνδικάτων, ο υπουργός Εμπορίου Βινς Κέιμπλ, προειδοποίησε τα συνδικάτα πως αύξηση των απεργιών, θα σημαίνει αυτόματα και σκληρότερη νομοθεσία γι’ αυτές, αν όχι την απαγόρευση τους.
Συγκεκριμένα όπως αναφέρει η Καθημερινή ο υπουργός δήλωσε:
«Ο αριθμός των απεργιών παραμένει ιστορικά χαμηλός, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Χάρη σε αυτό το γεγονός και με την προϋπόθεση ότι θα συνεχιστεί αυτή η τάση, τα επιχειρήματα υπέρ της σκλήρυνσης της νομοθεσίας για τις απεργίες δεν είναι πειστικά», για να ξεκαθαρίσει με ομολογουμένως ισχυρή δόση κυνισμού «Όμως αν η κατάσταση αλλάξει και οι απεργίες προκαλέσουν κοινωνικές και οικονομικές ζημιές, οι πιέσεις για να επέμβουμε θα ενταθούν».
Υπενθυμίζεται πως η νομοθεσία για τις απεργίες στην Αγγλία, ρυθμίζεται από το νομοθετικό πλαίσιο της θατσερικής εποχής, που θέτει ούτως ή άλλως σημαντικούς περιορισμούς στο δικαίωμα της απεργίας.
Τελικά, ο περιορισμός ή και η κατάργηση δικαιωμάτων δεκαετιών, κάτι που με αναλογίες συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη, πιστοποιεί πως πραγματικά βιώνουμε το τέλος μιας ολόκληρης εποχής και την κατάρρευση του κοινωνικού της συμβολαίου.