Πίσω ολοταχώς

Πίσω ολοταχώς Facebook Twitter
3

 

Όσο και να το ψάχνει κανείς, η συνταγή του νεοελληνικού Παστίτσιου δεν υπήρξε ποτέ απλή: φτιάχτηκε με υλικά την πιο ακραία ασχημοσύνη, τη βαρβαρότητα και την αμορφωσιά. Το βλέπουμε στον τρόπο που εξακολουθούν να πολιτεύονται οι Έλληνες -βιαιοπραγίες, φωνασκίες,λούμπεν εθνικισμός- αλλά κυρίως στo πώς προτιμούν να διασκεδάζουν. Τώρα που οι πούλιες από το καλό φουστάνι άρχισαν να φεύγουν και τα Καγιέν να κρύβονται σε σκοτεινά υπόγεια, το νεοελληνικό σινάφι προστρέχει μαζικά στο μουσικό θέατρο.

Τα φτερά και τα πούπουλα που γέμιζαν τις αστραφτερές σκηνές, όπως αυτές του Rex ή του Παλλάς, τα περασμένα χρόνια, επανέρχονται απειλητικά τον φετινό χειμώνα με τη μορφή του νεοελληνικού μιούζικαλ. Αν πέρυσι μιλούσαμε για επιστροφή στον Αττίκ και το βαριετέ και κατόπιν στο μιούζικαλ τύπου Μεταξόπουλου, φέτος μιλάμε για το ένδοξο, νεοελληνικό μπουζουκοθέατρο.

Χαρακτηριστικό είναι ότι, εκτός από τους γνωστούς Δαίμονες της Βίσση, αυτόν το χειμώνα επιστρέφουν στη σκηνή η Άντζελα και ο Τόλης. Όχι μεταφορικά, κυριολεκτικά: η Άντζελα Δημητρίου θα τραγουδήσει σε μορφή μιούζικαλ τη ζωή της (ω θεοί!), ενώ ο Τόλης Βοσκόπουλος θα πρωταγωνιστήσει σε κάποια αντίστοιχη μουσικοθεατρική βερσιόν που θα έχει ως αντικείμενο τους μαραζωμένους του έρωτες. Λίγο πιο κάτω θα βρίσκεται και η πρώην σύζυγός του, η Μαρινέλλα, μαζί με τον Κώστα Χατζή, σε άλλη μια παραγωγή που βάζει τα μπουζούκια στα μεγάλα θέατρα από την πίσω πόρτα.

Όλα, λοιπόν, δείχνουν πως το νέο νυχτερινό τερατούργημα, ο Φρανκενστάιν της νεοελληνικής διασκέδασης με το όνομα «μουσικοθέατρο», που τρέφεται από το σάπιο σαρκίο των μπουζουκιών, βρίσκει πια εύκολα καταφύγιο στη ζεστή θαλπωρή των βελούδινων καθισμάτων. Τώρα που τα λουλούδια είναι πια ένδειξη φοροδιαφυγής, το θέατρο φαντάζει πια ως η μοναδική, σχεδόν απονενοημένη λύση. Αρκεί να περιλαμβάνει ζωντανή μουσική και λιγότερα λόγια - κατά προτίμηση μπουζούκια. Το χειρότερο όμως απ’ όλα είναι ότι αυτή η οπισθοδρομική μορφή διασκέδασης εύκολα απέκτησε τον γοητευτικό μανδύα της νοσταλγίας.

Έτσι, μαζί με τις παλιές διαφημίσεις και θεατρικές εκδοχές του ελληνικού σινεμά, επιστρέψαμε σε οτιδήποτε αναχρονιστικό: στα χαστούκια των ελληνικών ταινιών, στον ιδανικό γαμπρό και την παρθένα κόρη, στην Άντζελα και στον Τόλη. Και πολύ εύκολα όλα αυτά τα χουντικά ή παρακμιακά σύμβολα έσπευσαν να βαπτιστούν, από ενδείξεις ενός υφέρποντος ολοκληρωτισμού, σε καλτ στοιχεία. Πλάι στους άλαμπους δρόμους της Αθήνας και τους άστεγους, λαμβάνει χώρα μια άλλου είδους παρέλαση, από μορφές νεκραναστημένες, έτοιμες να επιστρέψουν στις θεατρικές σκηνές για να μοιράσουν τα δικά τους καλλιτεχνικά κόλλυβα. Κακά τα ψέματα, δεν είναι καθόλου τούρκικο το τσεμπέρι του ελληνικού αναχρονισμού που μας ντύνει τελευταία. Είναι απόλυτα ελληνικό και αρκετό για να νεκραναστήσει χυδαία σύμβολα, να καλύψει ως απαστράπον ένδυμα συνειδήσεις κενές, αν όχι επικίνδυνες.

Και μη βιαστεί κανείς να μιλήσει για χαριτωμένο ξέσπασμα των καταπιεσμένων στην Ελλάδα του Μνημονίου. Τα ζαρωμένα πρόσωπα των Λαζάρων της διασκέδασης είναι οι όψεις των κατόχων τους. Όλοι φέρουν ή, μάλλον, όλοι φέρουμε πάνω μας την ευθύνη για τον αδυσώπητο αναχρονισμό που λαμβάνει χώρα στις άλλοτε πνευματικές εκφράσεις της κοινωνίας: στα βιβλία που μιλάνε για χαμένες πατρίδες και παρθένες κόρες, στις ταινίες που πλασάρουν εκ νέου παλιά σενάρια, στο θέατρο που ξαναφέρνει στη σκηνή τα μπουζούκια.

Πρόκειται για την πιο άγρια και ύπουλη επίθεση των νοικοκυραίων, εδώ και χρόνια. Ο αναχρονισμός του μικροαστού γεννάει τέρατα, το ζούσε κάθε μέρα στο πετσί του ο Χατζιδάκις: «Η μορφή του τέρατος είναι πολύχρωμη. Χιλιάδες φωτεινές επιγραφές με άθλια ονόματα καλλιτεχνών, συλλόγων και εταιρειών αυτοκινήτων στοιβάζονται στην οπτική περιοχή των περαστικών που επιζητούν να σπάσουν τα πολύχρωμα λαμπιόνια για να μπουν μέσα να προφυλαχτούν από τις πόρνες, τα νοσοκομειακά αυτοκίνητα και τις για πάντα ασύλληπτες υπερηχητικές μοτοσικλέτες».

Επιπλέον, καμιά σχέση δεν έχει η ελληνική μικροαστική παραφορά ή, μάλλον καλύτερα, η νεοελληνική κακογουστιά με την υπερβολή του κιτς - η πρώτη ξερνάει τα λερά της στοιχεία πάνω σε βελούδινα καθίσματα, η δεύτερη ωρύεται από την ανάγκη της γλυκιάς ανατροπής. Αν ο Αλμοδόβαρ ανατράφηκε στα υπόγεια μπαρ τα άγρια χρόνια της Movida, τα νεοελληνικά ανδρείκελα της κακογουστιάς ανδρώθηκαν με τα ζεστά χρήματα του νεοπλουτισμού, τα σκυλοτράγουδα και τις ελληνικές σημαίες. Γι’ αυτό, ας μη βαφτίζουμε το lifestyle των ’80s της βιντεοκασέτας και τις χοντρές πλάκες του Σεφερλή ως δήθεν επιστροφή στην εποχή της αθωότητας. Ακόμη κι αν κάποιος ή, μάλλον, κάποιοι, που ήταν σίγουρα πολλοί, είχαν φροντίσει να το καλλιεργήσουν και να το ευλογήσουν με πανταχόθεν εξωραϊστικά στοιχεία.

Η απενοχοποίηση που είχε ξεκινήσει ως πλάκα ανάμεσα στους διανοούμενους τις δεκαετίες που μας πέρασαν (τι αστεία που είναι η Λαίδη και γιατί να μη γελάμε με τα γλωσσικά της ατοπήματα;) τώρα απειλεί να εξολοθρεύσει αυτούς που την έθρεψαν. Ποιος δεν θυμάται κάποτε τα χαριτωμένα αστεία του Τατσόπουλου, που τώρα δείχνει να είναι στόχος της Χρυσής Αυγής, ή τις μη πολιτικώς ορθές παρεμβάσεις του Χωμενίδη;

Σήμερα όλοι αυτοί φαντάζουν κυριλέ λεπτομέρειες ενός κόσμου που δικαιώνει καθολικά και πανηγυρικά την αισθητική της Άντζελας και αναπαράγει τις χυδαίες ρεπλίκες της. Δεν πρόκειται για αστείο αλλά για την πλέον βάρβαρη δικαίωση του αυριανισμού. Η άδολη δόξα ήρθε και μας τύλιξε όλους, συμπαρασύροντας στο διάβα της την πιο άσχημη και χυδαία εκδοχή της.

Πρόκειται για κακόγουστα μειράκια, που καμιά σχέση δεν έχουν με τους φιλόδοξους εκείνους επιγόνους του Μπαλζάκ που διψούσαν για δόξα και πλούτη, αισθητική και άποψη. Αυτά γέννησαν το τέρας και σήμερα δεν ξέρεις πια πού να πρωτογυρίσεις: τα θέατρα φιλοξενούν μπουζούκια, τα βιβλία γίνονται κουρελόχαρτα και οι τίτλοι των εφημερίδων προβάλλουν φουσκωμένοι και απειλητικοί, σαν φλεγμονή στα ούλα. Κακά τα ψέματα, ο οχετός παραμένει οχετός και δεν πρόκειται ποτέ κανείς να τον μπερδέψει με το ουρητήριο κανενός Ντυσάν, σε όποιο μουσείο και αν εκτεθεί, όποιο θέατρο και αν κατακλύσει.

Διάφορα
3

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Δ. Πολιτάκης / Όχι άλλο κάρβουνο: Αφήστε το αναρχικό άστρο να λάμπει στην πλατεία Εξαρχείων και καλές γιορτές

Μπορεί να έχει άμεση ανάγκη κάποιου είδους ανάπλασης η Πλατεία Εξαρχείων, το τελευταίο που χρειάζεται όμως είναι ένα μίζερο χριστουγεννιάτικο δέντρο με το ζόρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Β. Βαμβακάς / Δεκαετία του 2010: Δέκα χρόνια που στην Ελλάδα ισοδυναμούν με αιώνες

Οποιοσδήποτε απολογισμός της είναι καταδικασμένος στη μερικότητα, αφού έχουν συμβεί άπειρα γεγονότα που στιγμάτισαν τις ζωές όλων μας ‒ δύσκολο να μπουν σε μια αντικειμενική σειρά.
ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Β. Στεργίου / Τα χρόνια των μετακινήσεων και η κουβέντα για το brain drain που δεν μου αρέσει καθόλου

Αντί να βλέπουμε τη χώρα σαν άδεια πισίνα όπου πρέπει να γυρίσουν τα ξενιτεμένα της μυαλά για να γεμίσει, ας αλλάξουμε τα κολλημένα μυαλά σ' αυτόν εδώ και σε άλλους τόπους.
ΤΗΣ ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ

σχόλια

3 σχόλια
"Και πολύ εύκολα όλα αυτά τα χουντικά ή παρακμιακά σύμβολα έσπευσαν να βαπτιστούν, από ενδείξεις ενός υφέρποντος ολοκληρωτισμού, σε καλτ στοιχεία.""Κακά τα ψέματα, δεν είναι καθόλου τούρκικο το τσεμπέρι του ελληνικού αναχρονισμού που μας ντύνει τελευταία. Είναι απόλυτα ελληνικό και αρκετό για να νεκραναστήσει χυδαία σύμβολα, να καλύψει ως απαστράπον ένδυμα συνειδήσεις κενές, αν όχι επικίνδυνες."Καίριες οι διαπιστώσεις σας.
Και στην κρίση και στην ευδαιμονία, ο τύπος αυτός Έλληνα είναι χυδαίος. Όταν άλλοι λαοί έχουν ιστορική επίγνωση, ακόμα και των λαθών τους, ο Έλληνας μεγαλώνει με ένα Σχολείο και μια Εκκλησία που του φουσκώνουν τα μυαλά για το πόσο μοναδικός είναι, πόσο όλοι τον εχθρεύονται και γενικά τον γεμίζουν κόμπλεξ, τον εθίζουν στη βία και ανάγουν τον "ανδρισμό" σε ιδεολόγημα. Ας μείνουμε, όσο το δυνατό περισσότεροι, μακριά από συτό. Ποιό παλικάρι και ποιά παρθένα, μα υπάρχουν συμπολίτες μας που επιθυμούν να ζουν με τις αξίες που θεμελίωσαν το πελατειακό σύστημα, έφεραν (και πριν, όσο και τώρα) στη Βουλή άτομα που θα έπρεπε να είναι στη φυλακή, υπέσκαψαν την πορεία μας στο Ευρωπαϊκό οικοδόμημα και σε τελική ανάλυση ποιά διέξοδο περιγράφουν για την Ελλάδα; Εκεί υπάρχει ένα τεράστιο κενό. Πριν 25 χρόνια πέθανε λοιδορημένος ο Αλέξανδρος Ιόλας. Δε λέω ότι σαν προσωπικότητα δεν ήταν προκλητικός, αλλά η Αυριανή της εποχής εκείνης και από κοντά και άλλοι εκδότες και δημοσιοκάφροι που αργότερα έγιναν μούρες, τί προσέφεραν σε αυτόν τον τόπο; Αδυσώπητο ερώτημα! Εκείνος, τουλάχιστον ετοίμαζε με μανία και πυρετό το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, στην Αγ. Παρακευή, ή Κέντρο Τέχνης, όπως το φανταζόταν. Οι άλλοι τί άφησαν, πέρα από πολλά, πάρα πολλά απλήρωτα χρέη προς το Δημόσιο στις δεκάδες χρεοκοπημένες επιχειρήσεις τους και τόνους βοθρολυμάτων στο Δημόσιο Λόγο;