#quote#
Ο σπουδαίος Κώστας Γαβράς σύντομα ολοκληρώνει και τη δεύτερη θητεία του ως πρόεδρος της Γαλλικής Ταινιοθήκης («τους είπα πως του χρόνου θα φύγω, γιατί στην ηλικία μου οι ιδέες δεν ανανεώνονται εύκολα», όπως λέει), ένα πόστο που τίμησε με όλη του την καρδιά, θυσιάζοντας μάλιστα πολύτιμα χρόνια από τις σκηνοθετικές του προτεραιότητες. Άμεσος στη σκέψη και τους προβληματισμούς του, είτε εξηγεί πως ο αποχρωματισμός στις παλιές ταινίες οφείλεται σε κακή φαρίνα πατάτας (!) που χρησιμοποιούσαν στις τρεις επάλληλες χρωματικές επιστρώσεις των φιλμ, είτε επιμένει στην αναγκαιότητα πλήρους αυτονομίας ενός κινηματογραφικού οργανισμού, μακριά από κομματικές σκοπιμότητες, ο Γαβράς μεταδίδει την αγάπη του για το σινεμά, όπως αντίστοιχα ο Μάρτιν Σκορσέζε, και με χαρά με πληροφορεί για τον λαό που συρρέει στις αίθουσες του Bercy, καθώς το όνειρό του να χτιστεί η Ταινιοθήκη στο Palais de Tokyo ματαιώθηκε μετά από προσπάθειες ετών. Διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο θα στηρίξει την Ταινιοθήκη της Ελλάδας, έναν φορέα που με τις νέες εγκαταστάσεις στο Λαΐς και την αυξανόμενη διάθεση για εξωστρέφεια χρειάζεται την πνευματική καθοδήγηση ενός ανθρώπου που παράγει και συντηρεί με ίσο ενθουσιασμό.
«Ουσιαστικά, μια Ταινιοθήκη πρέπει να έχει ανθρώπους που να την αγαπούν και να τη βοηθούν, αλλά, πάνω απ' όλα, πρέπει να έχει τη στήριξη του κράτους. Στη Γαλλία, η Ταινιοθήκη είναι η καλύτερη του κόσμου γιατί η πολιτεία την ενισχύει, διότι το κράτος κρίνει απαραίτητη την ύπαρξη ενός Μουσείου του Κινηματογράφου. Με επίκεντρο αυτό και τα μόνιμα εκθέματα που στεγάζει, γίνεται μελέτη και δουλειά για τον κινηματογράφο. Μπορώ, λοιπόν, να βοηθήσω μεσολαβώντας να δανειστούν ταινίες, αν υπάρχει ανάγκη, αν και λειτουργεί ένα σύστημα μεταξύ των Ταινιοθηκών της Ευρώπης. Φτάνει να το ζητήσει κάποιος, και γίνεται χωρίς πρόβλημα. Κυρίως, όμως, μπορώ να ζητήσω από τους Έλληνες υπουργούς να βοηθήσουν. Δεν έχω καμία πολιτική δύναμη, δεν υπόσχομαι την ψήφο μου προς αυτούς».
Του μεταφέρω μια κουβέντα που είχα με πρώην υπουργό Πολιτισμού, ο οποίος μου έλεγε πως η Ταινιοθήκη της Ελλάδας ζητάει μεν επιχορήγηση αλλά διατηρεί το δικαίωμα διαχείρισης του υλικού της, κάτι που προφανώς έμοιαζε απαγορευτικό για απλόχερη στήριξη από μεριάς της πολιτείας. Ο Κώστας Γαβράς διευκρινίζει πως η Γαλλική Ταινιοθήκη υποστηρίζεται κατά 80% από κρατικά κονδύλια και κανείς κρατικός φορέας δεν εμπλέκεται στις αποφάσεις της. «Κανείς δεν μας λέει τι θα κάνουμε», συμπληρώνει. «Διαλέγουμε ανθρώπους με ταλέντο, γνώστες και ειδικούς και τους εμπιστευόμαστε. Αν κάποιος έχει δικαίωμα να τους αλλάξει, είναι η επιτροπή και το διοικητικό συμβούλιο. Διότι αν η όποια κυβέρνηση θέλει να αποφασίζει αν το τάδε φιλμ πρέπει να προβληθεί κάπου ή να δοθεί αλλού, τότε δεν μιλάμε για Ταινιοθήκη αλλά για μπορντέλο. Σε αυτή την περίπτωση θα έχαναν τα φιλμ, όπως έχασαν τη λίστα!».
Όταν ανέλαβε για πρώτη φορά πρόεδρος της Ταινιοθήκης, επί υπουργίας Ζακ Λανγκ, έπεισε τους Γάλλους να στηρίξουν εγκάρδια το όραμά του, παρομοιάζοντας τη σπουδαιότητα διατήρησης της κινηματογραφικής κληρονομιάς με τα Μάρμαρα του Παρθενώνα. Από τη δεκαετία του '80 μέχρι σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει: ο καθένας έχει μια μικρή ταινιοθήκη στο σπίτι του, ενώ παλιότερα έπρεπε να ήσουν πλούσιος για να έχεις στην κατοχή σου μια 35άρα κόπια. «Ναι, υπάρχουν ριζικές διαφορές», συμφωνεί, «αλλά καθίσταται ακόμα πιο απαραίτητος ο σκοπός της Ταινιοθήκης, γιατί οφείλει να προβάλλει τα φιλμ σε μεγάλη οθόνη. Αυτό είναι βασικό. Φέτος, στις καινούργιες εγκαταστάσεις στο Bercy, ανεβάσαμε τα εισιτήρια από 400.000 σε 700.000 τον χρόνο. Δείχνουμε 1.200 ταινίες ετησίως. Ο ρόλος της Ταινιοθήκης έχει διευρυνθεί, έχουμε 50.000 παιδάκια, εκτός από τους σινεφίλ. Τα μαθαίνουμε την τέχνη και την τεχνική του σινεμά».
Ζητάω από τον Έλληνα σκηνοθέτη να μου εξηγήσει αυτό που ονομάζω μεταφυσική αγάπη των Γάλλων για το σινεμά, παραδοσιακά το αμερικανικό, σε όλες του τις μορφές, αλλά και το τελείως διαφορετικό δικό τους, το οποίο έχτισαν σταδιακά και διατηρούν μέχρι σήμερα. «Είναι απλό: το σινεμά γεννήθηκε στη Γαλλία. Ο Έντισον προσκαλούσε τους θεατές να δουν εικόνες μέσα σε ένα κουτάκι, ενώ οι Λιμιέρ έκαναν προβολές για το κοινό σε πανί. Ο πρώτος που έκανε ειδικά εφέ ήταν ο Ζορζ Μελιέ. Η πρώτη Cinémathèque ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1936. Ο Ανρί Λανγκλουά και ο Ζορζ Φρανζί θέλησαν να διασώσουν τα βουβά φιλμ. Μάζευαν από τα σκουπίδια και αγόραζαν μπομπίνες των παλιών ταινιών. Και όταν εκλέχτηκε ο Ντε Γκολ, αποφάσισε πως η Γαλλία πρέπει να έχει σινεμά. Και όποτε το σινεμά αντιμετώπιζε πρόβλημα, όπως με την έλευση της τηλεόρασης, το κράτος και οι κινηματογραφιστές συνεδρίαζαν για να μην εκλείψει. Κι έτσι έγινε το Canal+ επί Μιτεράν, για να παίζει μόνο ταινίες και να επενδύει τα κέρδη στην παραγωγή. Και οι άλλες εθνικές τηλεοράσεις είναι διά νόμου υποχρεωμένες να συνεισφέρουν από τα έσοδα τους στο Κέντρο Κινηματογράφου. Αλλά δεν θα γίνονταν όλα αυτά αν ο λαός δεν αγαπούσε πραγματικά το σινεμά. Το ένα φέρνει το άλλο. Σε άλλα κράτη το σινεμά πέθανε, όπως στην Ιταλία. Στη Γαλλία υπάρχει το πλήρες φάσμα, από τις λαϊκές ταινίες μέχρι το πρωτοποριακό σινεμά».
Ένα πρόβλημα που ανακύπτει συχνά στις Ταινιοθήκες της Ευρώπης είναι η περιορισμένη προσβασιμότητα σε ταινίες. «Φυσικά και γνωρίζω το θέμα», σπεύδει να εξηγήσει ο Κώστας Γαβράς. «Οι Αμερικανοί συνήθιζαν να καταστρέφουν τις κόπιες γιατί δεν υπήρχε αρκετός χώρος για να αποθηκευτούν. Τώρα, πλέον, το κάνουν για να αποφύγουν την πειρατεία. Η λύση είναι η ψηφιοποίηση: οι κόπιες δεν καταστρέφονται και το κόστος μεταφοράς και συντήρησης είναι πολύ μικρότερο. Δεν θεωρώ αμαρτία την ψηφιακή κόπια, και μάλιστα όσο περνάει ο καιρός και τελειοποιείται η εικόνα πολύ δύσκολα μπορώ να ξεχωρίσω ποιο φιλμ έχει γυριστεί σε σελιλόιντ και ποιο όχι. Πριν από έναν χρόνο συνεδριάσαμε για να δούμε τι θα κάνουμε με τη συντήρηση των ψηφιακών, τα οποία κρατάνε ή, μάλλον, "αυτοκαταστρέφονται" σε 10 χρόνια, ενώ κόπιες τυπωμένες σε φιλμ αντέχουν μέχρι και 80. Άρα, τι κάνουμε; Τα μεταφέρουμε σε φιλμ! Ειρωνικό, ε;».
σχόλια