Ο Άγγελος Τριανταφύλλου φαίνεται συνεσταλμένος και χαμηλών τόνων και αν δεν τον έχεις δει στη σκηνή, μπορείς να τον χαρακτηρίσεις μέχρι και ντροπαλό. Μετά, θυμάσαι τις πρόσφατες ερμηνείες του στην Γκόλφω (έπαιζε τον Κίτσο) και στο Δεκαήμερο –όπου έπαιζε, εντελώς γυμνός, έναν από τους πιο εντυπωσιακούς ρόλους της παράστασης, τον παπά που αποπλανεί τη θεούσα ως Αρχάγγελος– και θαυμάζεις τον τρόπο που καταφέρνει να μεταμορφωθεί. Εκτός από ηθοποιός, ο Άγγελος είναι και μουσικός – και έχει γράψει τη μουσική και στις δύο εξαιρετικές παραστάσεις, που ήταν και από τις μεγαλύτερες επιτυχίες των τελευταίων χρόνων, καλλιτεχνικές και εμπορικές.
Γέννημα-θρέμμα της Αθήνας και παιδί του κέντρου, μένει σε ένα υπόγειο του Λυκαβηττού και κάνει ένα σωρό σχέδια για το μέλλον (αυτήν τη στιγμή γράφει μουσική για μία ακόμα παράσταση). «Θα 'θελα να έχω σπίτι με θέα, όπως σε αυτό που μεγάλωσα», λέει, «αλλά είμαι πολύ ευχαριστημένος και εκεί, συγκεντρώνομαι πιο πολύ». Παρόλο που η επιτυχία στο θέατρο για τον πολύ κόσμο μπορεί να συνδυάζεται με λεφτά και άνετη ζωή, η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Τα πολλά εισιτήρια σε ένα κρατικό θέατρο δεν σημαίνουν και μεγαλύτερες οικονομικές απολαβές. Παρ' όλα αυτά, ο Άγγελος θεωρεί τον εαυτό του τυχερό που έχει καταφέρει να κάνει αυτά που του αρέσουν, που έχει συνεργαστεί με τους συγκεκριμένους ανθρώπους και συμμετείχε στις συγκεκριμένες παραστάσεις.
Το προηγούμενο Σαββατοκύριακο παρουσίασε με τη Νατάσσα Μποφίλιου στη Μικρή Επίδαυρο την «Επικίνδυνη Ηλικία», μελοποιημένα ποιήματα σημαντικών Ελλήνων ποιητών σε μία διαφορετική προσέγγιση, σε δική του μουσική και ορχήστρα 15 μουσικών. «Για μένα η "Επικίνδυνη Ηλικία" σηματοδοτεί το τέλος της νεότητας» εξηγεί. «Την ηλικία που είμαστε με τη Νατάσσα, την ηλικία που τελειώνουν τα πρώτα μας τριάντα χρόνια και ξεκινάει κάτι άλλο. Κουβαλάμε κάποιες μνήμες πια που προσωπικά νιώθω ότι έχουν αρχίσει να μετράνε και να βαραίνουν κάπως αλλιώς μέσα μου».
«Ήμουν περίεργο παιδί» λέει. «Κοινωνικός έγινα πολύ αργότερα, μικρός ήμουν αρκετά εσωστρεφής. Φαντάσου ένα παιδί που του άρεσε πάρα πολύ να διαβάζει, που ήταν καλός μαθητής και όλα αυτά τα παραδοσιακά, αλλά ταυτόχρονα ήταν και πολύ γρήγορο, δηλαδή τελείωνα νωρίς τα μαθήματά μου και μετά έπαιζα πιάνο. Αυτή ήταν η μέρα μου. Είχα μια ευτυχισμένη παιδική ζωή, δεν πέρασα δύσκολα χρόνια. Και ήξερα ότι ήθελα να ασχοληθώ με τη μουσική από πολύ νωρίς. Μεγάλωσα σε ένα μουσικό σπίτι, όπου ακουγόταν μουσική από το πρωί μέχρι το βράδυ. Έβλεπαν ότι μου άρεσε και η μάνα μου, στα πέντε μου, με ρώτησε αν ήθελα να ξεκινήσω μαθήματα πιάνου ή κιθάρας. Εγώ απάντησα "πιάνο", έτσι με πήγε στο ωδείο. Οι γονείς μου άκουγαν Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Στράους, είχαν κλασικά ακούσματα. Όταν ήμουν στο λύκειο, άρχισα να βλέπω πολλές παραστάσεις. Με γοήτευε πάρα πολύ αυτό το πράγμα και μου είχε καρφωθεί να το κάνω και αυτό στη ζωή μου. Επειδή είχα την κατάρα του καλού μαθητή, οι γονείς μου και όλοι οι καθηγητές ήταν από πάνω μου και μου έλεγαν να σπουδάσω. Άρα, στο Πολυτεχνείο μπήκα γιατί έπρεπε και γι' αυτό δεν το αγάπησα πολύ, ούτε ήταν κάτι σημαντικό για μένα. Το παράτησα ενώ είχα τρία μαθήματα για πτυχίο, αλλά δεν ήθελα να έχω στα χέρια μου ένα χαρτί για να το κάνω κορνίζα. Γενικά, δεν τα πάω καλά με τον ακαδημαϊσμό. Εκτός από το Πολυτεχνείο, έχω επιφυλάξεις και για τη μουσική, ακόμα και για το θέατρο, τον τρόπο που μπορεί να παράγεται γενικότερα. Οι δραματικές ή μουσικές σχολές, και ειδικά οι ελληνικές, μόνο κακό έχουν κάνει στους ανθρώπους, τους κόβουν ό,τι πηγαίο έχουν μέσα τους. Φυσικά, υπάρχουν εξαιρέσεις, η συντονισμένη προσπάθεια που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στο Εθνικό. Από εκεί βγήκαν παιδιά που έχουν μεγάλο ενδιαφέρον. Είναι πολύ πιο χρήσιμο αυτό το πηγαίο που έχουν οι άνθρωποι από αυτό που τους διδάσκουν στο θέατρο.
Η παράσταση που με στιγμάτισε ήταν η Νύχτα της Κουκουβάγιας του Βογιατζή. Ήταν παραστασάρα, ήταν εργάρα, με κορυφαίους ηθοποιούς.
Είναι πάρα πολύ χρήσιμη η τέχνη. Αλλά η τέχνη πρέπει να είναι χρήσιμη ως οξυγόνο, όχι ως τόμος της Πάπυρος Larousse. Πρέπει να είναι στο καθημερινό μας βίωμα. Δηλαδή, θυμάμαι κάτι συμμαθητές μου από το σχολείο που πήγαιναν θέατρο και σινεμά και διάβαζαν επειδή έπρεπε. Αυτό είναι ένα αστικό κατάλοιπο, νομίζω. Γίνεται ένα πράγμα το οποίο είναι σαν μια αστική συνήθεια, σχεδόν σαν φόρτωμα. Μπορεί να είμαι πολύ ωμός, αλλά δεν νομίζω ότι σε αλλάζει και πάρα πολύ η τέχνη. Απλώς μπορεί να δώσει ένα σχήμα σε ό,τι έχεις μέσα σου και να το δείξει, και αν έχει κάποιο ελάχιστο ενδιαφέρον, να το καταλαβαίνει και ο άλλος από κάτω. Ωστόσο, νομίζω ότι είναι πολύ ελπιδοφόρο να πιστεύουμε ότι μας πηγαίνει κάπου η τέχνη, ότι μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Ενδεχομένως, μας κάνει καλό όταν βλέπουμε έναν καλλιτέχνη και όταν τον κουβαλάμε μαζί μας θετικά.
Τα βάζω πολλές φορές με το κοινό. Δεν καταλαβαίνω πώς μπορείς να είσαι τόσο αγανακτισμένος από κάτι που βλέπεις. Όταν ο θεατής καταλαβαίνει ότι κάτι έχει πολλή δουλειά, οφείλει, και να μην του αρέσει, να το σεβαστεί και να έχει ένα μέτρο στο σχόλιό του. Έχω βιώσει τι σημαίνει να σου επιτίθενται, να σε βρίζουνε και να σε γιουχάρουν κι εσύ να έχεις δουλέψει 8 μήνες γι' αυτό.
Είχε πολλή πλάκα κάποια θρησκόληπτη κυρία στο Δεκαήμερο. Καθόταν στην πρώτη θέση και δυσκολευόταν πάρα πολύ. Την ενοχλούσε το ένα, την ενοχλούσε το άλλο, την ενοχλούσαν όλα και όταν βγήκα ως Αρχάγγελος, σηκώθηκε και μου φώναξε: "Ε, όχι και τον Αρχάγγελο!". Και έφυγε. Έκατσε έξω από την πόρτα, την απομάκρυναν και φώναζε "ντροπή, ντροπή!". Δεν υπάρχει μέτρο. Δεν ξέρεις τι γίνεται με το κοινό. Ας πούμε, αυτή η κυρία τι κουβαλούσε μέσα της;
Για να έχω έμπνευση δεν χρειάζομαι ακραίες συνθήκες μεγάλης χαράς ή μεγάλης λύπης, γιατί σε αυτές τις συνθήκες καταντώ να είμαι ανενεργός. Η μεσαία κατάσταση –όχι, όμως, η αδιαφορίας– με κάνει πολύ πιο δημιουργικό. Τις ακραίες συνθήκες θέλω να τις ζω γιατί είναι λίγες.
Είμαι άνθρωπος που ερωτεύεται και μπορεί να μείνει και καιρό στη σχέση του. Δηλαδή, όσο επιπόλαιος και να είμαι σε άλλα πράγματα, εκεί μπορεί να είμαι το αντίθετο. Βέβαια παίζει ο έρωτας ρόλο στη μουσική. Χωρίς έρωτα ή χωρίς ερωτικό ενδιαφέρον θα ήμουν πολύ αποστερημένος και πιο στεγνός. Όταν έχω και ερωτικό ενδιαφέρον, είμαι πιο χυμώδης. Και βγαίνει αυτό. Ο έρωτας και η δημιουργία είναι δύο παράλληλοι δρόμοι.
Κατά την ταπεινή μου άποψη, στην Ελλάδα δεν πάψαμε ποτέ να είμαστε συντηρητικοί. Δηλαδή, όσο συντηρητικοί ήμασταν πριν από χρόνια, είμαστε και τώρα, χωρίς τον μανδύα που φορούσαμε όμως. Όσο ψηφίζουμε το συντηρητικό, ψηφίζουμε και το ακραίο. Είναι πάρα πολύ θλιβερό αυτό το πράγμα. Δεν έχουμε ελπίδα σε αυτό τον τομέα ως χώρα».
σχόλια