Η Πέρβιν, που συστήνεται στην εναρκτήρια σκηνή του πρώτου επεισοδίου του «Χαλιφάτου» ‒της σειράς της κρατικής τηλεόρασης της Σουηδίας και της πιο δημοφιλούς από την έναρξη της πλατφόρμας SVT Play, η οποία προβάλλεται και από το Netflix‒, είναι μια νεαρή γυναίκα που θα μπορούσε να βρίσκεται σε κάθε χώρα του κόσμου. Είναι ντυμένη με πουλόβερ και κολάν, έχει πιασμένα τα μαλλιά της σε αλογοουρά και τραγουδάει στη μικρή της κόρη την ώρα που την αλλάζει. Στο επόμενο πλάνο η Πέρβιν ετοιμάζεται να βγει από το σπίτι: ντύνεται στα μαύρα, φοράει το νικάμπ (τη μουσουλμάνικη μαντίλα που καλύπτει όλο της το πρόσωπο, εκτός από τα μάτια) και βγαίνει να συναντήσει τη φίλη της στον δρόμο, η οποία είναι μία ακόμα μαυροφορεμένη, που φαίνονται μόνο τα μάτια της, απρόσωπη και τρομακτική. Την ώρα που μαθαίνει ότι ο σύζυγος της φίλης της είναι σε κώμα και την ακούει με απόγνωση να της λέει ότι αν πεθάνει, θα την παντρέψουν με άλλον, τις μαζεύει η πολιτοφυλακή και τις οδηγεί μαζί με άλλους περαστικούς σε έναν ακάλυπτο, όπου πρέπει υποχρεωτικά να παρακολουθήσουν την τιμωρία ενός «προδότη», το κόψιμο του δεξιού χεριού του από τον καρπό.
Το «Χαλιφάτο» είναι μια πολύ σκληρή σειρά και αυτό φαίνεται από πολύ νωρίς, όταν μαθαίνεις ότι η Πέρβιν είναι σύζυγος ενός μαχητή του ISIS, φανατικού μουσουλμάνου, γεμάτου ανασφάλειες και φόβους, ο οποίος είναι καταδικασμένος να γίνει μάρτυρας. Και οι δύο, και η Πέρβιν και ο Χασούμ, είναι γεννημένοι και μεγαλωμένοι στη Σουηδία κι έχουν έρθει στη Ράκα, στρατευμένοι στον «ιερό πόλεμο», παραπλανημένοι από μια φρικτή προπαγάνδα.
Τα πρώτα επεισόδια είναι κάπως αργά, αλλά όσο οργανώνονται τα παράλληλα χτυπήματα στην Ευρώπη και ο φανατισμός κυριαρχεί στους νεαρούς «μάρτυρες» αναρωτιέσαι τι μπορεί να γίνει για να μείνουν όλα αυτά εκεί, στη φανταστική ιστορία ενός σίριαλ, και να μη τα βιώσει κανείς στην πραγματικότητα.
Η Πέρβιν ζει ένα μαρτύριο: ο άντρας της, λειτουργώντας υπό καθεστώς μόνιμης πίεσης, γίνεται βίαιος κι εκείνη φοβάται για τη ζωή της. Επικοινωνεί με τη Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών της Σουηδίας και τους ενημερώνει ότι ετοιμάζουν τρομοκρατικό χτύπημα, δίνοντας όσες πληροφορίες μπορεί να κλέψει από τον άντρας της, με αντάλλαγμα να μεταφέρουν εκείνη και την κόρη της πίσω στη Σουηδία.
Τα κύρια πρόσωπα της σειράς είναι όλα γυναικεία. Η Φατίμα, που αναλαμβάνει να την καθοδηγεί, τάζοντάς την να την πάρει άμεσα από τη Ράκα, είναι μια πράκτορας που τα «σπάει» με την υπηρεσία της, αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να τη βοηθήσει, με κάθε κόστος.
Παράλληλα, τρέχει η ιστορία της 15χρονης Σούλε και της φίλης της της, Κερίμα, που γοητεύονται από τον συμπαθητικό και πολύ φιλικό Traveller, έναν βοηθό καθηγητή στο σχολείο τους, ο οποίος, με τη στήριξη του ISIS στη Συρία, στρατολογεί νεαρά αγόρια και κορίτσια, καλλιεργώντας τον φανατισμό (μέχρι θανάτου). Έχει πείσει ήδη δύο αδέρφια (νεαρούς Σουηδούς που δεν έχουν καμία σχέση με τη μουσουλμανική κοινότητα) να θυσιάσουν τον εαυτό τους για να γίνουν μάρτυρες και μαζεύει «νύφες» για τον ISIS στη Ράκα.
Η οικογένεια της Σούλε έχει καταγωγή από τη Συρία, αλλά οι γονείς της έχουν φύγει χρόνια από κει, έχουν μορφωθεί στην Ευρώπη και έχουν ξεφύγει από τον θρησκευτικό φανατισμό, έτσι όταν βλέπουν ότι η μεγάλη τους κόρη αρχίζει να φοράει μαντίλα, παθαίνουν σοκ. Η Σούλε συγκρούεται με τον πατέρα της, ο οποίος δεν ξέρει πώς να φερθεί και στο τέλος, από φόβο να μην τη χάσει, την αφήνει να εκφραστεί όπως θέλει. Ο Traveller στρατολογεί κρυφά και τη μικρή της αδερφή, διαλύοντας εντελώς την οικογένεια.
Το «Χαλιφάτο» ξεκινάει πολύ ψύχραιμα, δείχνοντας δύο διαφορετικούς κόσμους που δεν μπορούν να συναντηθούν πουθενά, και εξελίσσεται σε ένα θρίλερ που κορυφώνεται πολύ δραματικά στα δύο τελευταία επεισόδια. Η εξέλιξη είναι σοκαριστική και χρειάζεται υπομονή μέχρι να αρχίσουν τα γεγονότα να τρέχουν και οι ήρωες να αλλάξουν εντελώς ρόλους και ψυχοσύνθεση, για να γίνει η σειρά συναρπαστική. Τα πρώτα επεισόδια είναι κάπως αργά, αλλά όσο οργανώνονται τα παράλληλα χτυπήματα στην Ευρώπη και ο φανατισμός κυριαρχεί στους νεαρούς «μάρτυρες» αναρωτιέσαι τι μπορεί να γίνει για να μείνουν όλα αυτά εκεί, στη φανταστική ιστορία ενός σίριαλ, και να μη τα βιώσει κανείς στην πραγματικότητα.
Το «Χαλιφάτο» βασίστηκε σε μια ιδέα του Wilhelm Behrman, που δημιούργησε τη σειρά μαζί με τον Nikolas Rockström, ενώ τη σκηνοθετεί ο Goran Kapetanovic. Σε μια πρόσφατη συνέντευξή του, ο Wilhelm Behrman αναφέρει ότι άρχισε να σκέφτεται το σενάριο για τη σειρά όταν είδε στις ειδήσεις πως τρία κορίτσια απ' τη Βρετανία το έσκασαν από τις οικογένειές τους για να γίνουν μέλη του ISIS. «Συγκλονίστηκα, ίσως επειδή έχω μια κόρη σε αυτή την ηλικία, έτσι κατάλαβα ότι έπρεπε να γράψω κάτι γι' αυτό» λέει. «Ήθελα να δείξω πώς ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός μπορεί να παραπλανήσει τα νεαρά άτομα και να καταστρέψει τις ζωές τους. Με τον Nikolas θέλαμε το κοινό να ζήσει την ιστορία μέσα από την οργάνωση της τρομοκρατίας και μετά να αφήσουμε το δράμα για τα κορίτσια να αρχίσει να κυριαρχεί, για να εμπλέκεται μαζί τους όλο και πιο πολύ συναισθηματικά. Διαφορετικά, το ενδιαφέρον για το στόρι της τρομοκρατίας θα είχε εξαντληθεί στο τρίτο επεισόδιο.
Οι γυναικείοι χαρακτήρες κυριαρχούν, αλλά οι περιορισμένες ευκαιρίες που έχουν ήταν κάτι που δεν το επιδιώξαμε, ήταν τυχαίο. Οι περιορισμοί και οι λιγότερες ευκαιρίες που η Σούλε αισθάνεται ότι έχει μια μουσουλμάνα στη Σουηδία είναι μόνο μέσα στο κεφάλι της, δεν ισχύουν στ' αλήθεια: είναι μια άριστη μαθήτρια, οι γονείς της ανοιχτόμυαλοι και την αγαπάνε, κάνουν ό,τι μπορούν για να μην της λείψει τίποτα, και συνεχίζει να θεωρεί τον εαυτό της θύμα».
Το πραγματικό θύμα στην ιστορία είναι η Πέρβιν, το πιο δραματικό πρόσωπο και το πιο δυνατό, που αγωνίζεται με νύχια και με δόντια να επιβιώσει μέσα σε ένα περιβάλλον απειλητικό, θανάτου και βίας. Εκεί που η ζωή της γυναίκας δεν έχει καμία αξία. Και ο Χασούμ, που κάποια στιγμή ανακαλύπτει ότι την αγαπάει πραγματικά, πιο πολύ από την υποχρέωσή του στον Αλλάχ.
Δεν αποκαλύπτω πιο πολλά, γιατί αξίζει να ζήσεις το σασπένς μέχρι το τέλος.
σχόλια