Περπατώντας στην περιοχή που περικλείεται στο τετράγωνο που σχηματίζουν η Ιερά οδός, η οδός Μαρκόνι, η Κωνσταντινουπόλεως και η Οδός Ευκαλύπτων, πολύ κοντά στο σταθμό του μετρό «Ελαιώνας», βρίσκεσαι ξαφνικά σε μια γειτονιά που έρχεται από άλλη εποχή. Μια συνοικία φτωχική, που θυμίζει χωριό, με μονοκατοικίες με κήπους και αυλές με λουλούδια, ανοιχτά παράθυρα για να μπαίνει ο ήλιος και οδούς που ονομάζονται Χαράς και Ανοίξεως. Είναι η περιοχή Μαρκόνι δίπλα στη ναυτική βάση που κάποτε ήταν το σημείο αναφοράς για τους κατοίκους της, κοντά στο σημείο που κάποτε ήταν ο Μπίθουλας της μαντάμ Σουσούς, και στο «ρέμα του Αθανασόπουλου», εκεί που είχε βρεθεί το πτώμα του Δ. Αθανασόπουλου -τον οποίο σκότωσαν η πεθερά του και η γυναίκα του και στη συνέχεια έγινε τραγούδι («Καημένε Αθανασόπουλε τι σου 'μελε να πάθεις, από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις»).
Είναι ένας οικισμός που άρχισε να δημιουργείται άναρχα τη δεκαετία του '50 από ανθρώπους που δούλευαν στα εργοστάσια της περιοχής και ολοκληρώθηκε την δεκαετία του '70, εκτός σχεδίου πόλεως. Σήμερα είναι μια ήσυχη περιοχή, με χαμηλές κατοικίες που θυμίζουν νησί μέσα στο κέντρο της πόλης, με πλατείες, πράσινο και με πολλούς συνταξιούχους που κινούνται στους δικούς τους χαλαρούς ρυθμούς. Τα προβλήματα που αναφέρουν οι κάτοικοί του είναι πολλά, σήμερα είναι μια υποβαθμισμένη περιοχή, χωρίς μαγαζιά, κυκλωμένη από εργοστάσια, παρατημένα κτίρια και αποθήκες, χωρίς αποχετευτικό σύστημα. Παρόλα αυτά, οι άνθρωποι που ζουν εκεί είναι φιλόξενοι και ευγενικοί, μας καλημέριζαν και μας άνοιγαν το σπίτι τους και δέχτηκαν να μιλήσουν για τη ζωή τους, τα προβλήματά τους, τις συμπάθειες και τις αντιπάθειές τους, με ειλικρίνεια και χιούμορ.
Facebook Twitter «Μέναμε χρόνια στην Ιερά Οδό, ο άντρας μου δούλευε στον Πανόπουλο στην Ιερά Ελιά, έφτιαχναν χασαπόχαρτο. Μετά το εργοστάσιο το έδωσαν στους Γερμανούς, μεταφέρθηκαν στην Πάτρα και ερήμωσε η Ιερά Οδός. Εδώ χτίσαμε το 1973, δεν θέλαμε να φύγουμε μακριά. Ήταν μια περιοχή έρημη, χωρίς τίποτα, ήταν μόνο εργοστάσια που έβγαζαν τσιμέντα και τσιμεντόλιθους. Ζήσαμε καλές μέρες που έδιναν δουλειά, φτιάξαμε το βιος μας και νοικοκυρευτήκαμε. Μετά τα εργοστάσια άρχισαν να κλείνουν ένα-ένα, χάθηκαν οι δουλειές και τώρα όλοι εδώ είναι συνταξιούχοι. Ο σύζυγός μου πέθανε και ετοιμάζομαι να πάω κι εγώ να τον βρω. Όλα έρχονται στον άνθρωπο, τα πάντα είναι καθοδόν. Η περιοχή ονομάζεται Μαρκόνι, πήρε το όνομά της από τον ασύρματο της ναυτικής βάσης που είναι εδώ παραδίπλα. Έχει μόνο μονοκατοικίες και είναι ωραία γειτονιά, με ανθρώπους λογιών-λογιών, καλούς και κακούς. Η κακία δεν σβήνει, την κουβαλάς μαζί σου κι εδώ και στον άλλο κόσμο, δεν σβήνει ποτέ. Μια ζωή έχω δουλέψει και μέχρι πρόσφατα δούλευα, αλλά έπαθα ένα ατύχημα και σέρνομαι. Έδερναν οι χρυσαυγίτες τους Πακιστανούς και βγήκα εγώ η ηλίθια να αναλάβω, να τους υπερασπιστώ. Μου έσπασαν το αμάξι και δεν είχα να πάω στη δουλειά, έτσι μπήκα στο αμάξι της φίλης μου να με πάει, γιατί φοβόμουν να μην χάσω το μεροκάματο. Στο δρόμο δεν πρόσεξε, δεν ήξερε να οδηγήσει, πήγε απότομα από αριστερά στα δεξιά για να πάρει τη στροφή, ντεραπάρησε το αμάξι και έσπασα την κλείδα μου, την ωμοπλάτη. Από τότε έγινα άχρηστη. Μετά με έσυρε κι ένας γύφτος να μου πάρει την τσάντα, κι έγινα ακόμα χειρότερα. 35 χρόνια οδηγούσα, από το 1978. Το 1976 είχε κάνει μια πλημμύρα, καταστροφή, και δεν μπορούσα να έρθω με μέσο από τον Πειραιά στην Αθήνα, όλη τη διαδρομή την περπάτησα. “Έτσι είσαι;” λέω, “θα βγάλω κι εγώ ένα ΙΧ!”. Και το έβγαλα. Πήρα το δίπλωμα το 1978 και με φάγανε λάχανο το 2013. Ακριβώς 35 χρόνια, να ’μουνα επαγγελματίας οδηγός θα είχα πάρει σύνταξη! Κάθομαι εδώ και λιάζομαι και περιμένω να έρθει η ώρα μου, καμιά φορά έρχεται και ο γείτονας απέναντι και καθόμαστε, γιατί δεν δουλεύει ο καημένος. Ήταν ο Κότζακ. Δούλευε ως ηθοποιός στη Λάμψη, έκανε τον προστάτη του Γιάγκου». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Είμαι εξήντα χρόνια εδώ. Δεν είναι καλή η γειτονιά. Γιατί; Για ρώτα, μιλάει ο ένας με τον άλλο; Και ένας από τα “φερτούδια” (αυτούς που ήρθαν αφού ήμασταν εδώ είκοσι χρόνια), είναι ο χειρότερος άνθρωπος που υπάρχει. Τέρας. Δεν μένει εδώ, αλλά έχει φέρει το δήμο 100 φορές να κόψει τη συκιά γιατί καθόμαστε στον ίσκιο και τον ενοχλούμε». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Κοντεύω 60 χρόνια στη γειτονιά, ήρθαμε το 1959 από τη Δράμα. Είμαι συνταξιούχος. Αρχικά δούλευα σε αλευρόμυλο, μετά που ήρθα εδώ πιάστηκα με τα τούβλα. Από δουλειά έχουμε χορτάσει, από δώδεκα χρονών δούλευα. Όταν ήρθαμε εδώ υπήρχαν 7-8 σπίτια στη γειτονιά, πήραμε δυο οικόπεδα εγώ και ο αδερφός μου και σιγά-σιγά γέμισε σπίτια. Ήταν εκτός σχεδίου, μας κυνήγησαν, περάσαμε πολλά μέχρι να νομιμοποιηθούμε. Τώρα κάποιοι έχουν φύγει και τα δικά τους τα νοικιάζουν, αλλά οι περισσότεροι είναι εδώ. Εδώ ζουν και τα παιδιά τους και τα εγγόνια τους. Το 1959 που ήρθαμε δεν είχε ούτε νερό, ούτε ρεύμα, ούτε δρόμους. Χώμα και σκόνη. Το νερό το αγοράζαμε στην αρχή, μετά μας έφερνε ο Δήμος, ας είναι καλά ο Μπέης που μας φρόντισε. Τι; Πέθανε; Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει, ήταν πολύ καλός άνθρωπος. Όλοι οι άλλοι δήμαρχοι πριν από αυτόν δεν έκαναν τίποτα για μας, μάς έλεγαν είστε εκτός σχεδίου, παράνομοι. Φέραμε τον Μπέη εδώ, του είπαμε τα καθέκαστα και μας είπε “ό,τι κάνω θα το κάνω παράνομα, γιατί είσαστε εκτός σχεδίου”. Την άλλη μέρα έφερε τα μηχανήματα. Έφτιαξε δρόμους, μάς έβαλε νερό, μας έβαλε στο σχέδιο, μόνο αποχέτευση δεν πρόλαβε να μας κάνει. Ακόμα και σήμερα είμαστε χωρίς αποχέτευση, τον βόθρο τον έχω μέσα στο δωμάτιο που κοιμάμαι. Και όχι μονάχα εγώ, οι περισσότεροι τους έχουν μέσα στα σπίτια τους γιατί είναι τα οικόπεδα μικρά. Δηλαδή, τον βόθρο τον έκανες στην αυλή, αλλά μετά ήθελες να αυγατίσεις λίγο το σπίτι, έλεγες να κάνω ένα ακόμα δωμάτιο, και τον έκλεινες μέσα. Δεν πειράζει. Σιγά-σιγά φτιαχτήκαμε. Στρώσαμε και τους δρόμους με πίσσα και μετά με πλάκες, στην αρχή ήταν με χαλίκι. Τώρα περιμένουμε για αποχέτευση, αλλά δεν το βλέπω. Είναι καλή γειτονιά. Όπου και να πας, όπου και να γυρίσεις, υπάρχουν και καλοί, υπάρχουν και κακοί. Εδώ δεν ταιριάζουν τα δάχτυλα από το δικό σου χέρι…». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Είμαι 50 χρόνια εδώ, σε αυτή τη γειτονιά. Φτιάξαμε το σπίτι στην άκρη για να έχουμε την ησυχία μας και αέρα και τώρα βρεθήκαμε δίπλα στα εργοστάσια. Έχω έρθει από Κέρκυρα, παντρεύτηκα και μένω εδώ, τι να κάνω; Τι προκοπή έχει αυτή η γειτονιά; Άστα, μην τα ψάχνεις. Έχουν περάσει υπουργοί, από τον αείμνηστο Ανδρέα Παπανδρέου, τον γιο του όταν έγινε πρωθυπουργός, μέχρι την Μπακογιάννη, έχουν περάσει άπειροι από εδώ τα τελευταία τριάντα χρόνια και ο μόνος που έκανε κάτι ήταν ο Μπέης. Να ’ναι καλά εκεί που τον έχει πάει ο Θεούλης. Που μας έδωσε και νερό και ρεύμα. Μας φέρνανε νερό με βυτία που ήταν γεμάτο με μαύρα σκουλήκια με κόκκινο κεφάλι και με αυτά πλέναμε τα ρούχα των παιδιών μας. Ούτε βόρεια προάστια ούτε νότια, δίπλα στην Αθήνα, αλλά δεν υπάρχουμε για το κράτος. Η κατάσταση στη γειτονιά είναι απελπιστική, μας έπνιξαν τα εργοστάσια και οι στράτες και όλο δίνουνε άδειες. Κάνουν εκρήξεις με ασετόν και τραντάζεται όλο το σπίτι μας». (Δεν ήθελε να δείξει πρόσωπο). Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Βλέπεις προκοπή σε αυτή τη γειτονιά; Είμαστε χειρότερα και από την Ουγκάντα. Μα το Χριστό. Προσπαθούμε με τις ψείρες που μας έχουν αφήσει να τα βγάλουμε πέρα, η σύνταξή μου είναι 623 ευρώ, μόλις μου έκοψαν κι άλλα. Ήμουν πλακάς, μετά δούλευα σε εργοστάσιο με είδη πλαστικών, σακούλες και τέτοια. Ένα κομμάτι καλύβι φτιάξαμε, αυτό που βλέπεις και άλλο τόσο μέσα, αλλά μακάρι να το είχε όλος ο κόσμος…». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Η καταγωγή μας είναι από Σκόπελο και Νάξο, αλλά έχω γεννηθεί στο Μαρκόνι. Σήμερα ζουν εδώ περίπου 60 οικογένειες, αλλά κάποτε ήταν μεγαλύτερη η γειτονιά, είχε τρία-τέσσερα παιδιά η κάθε οικογένεια που μόλις μεγάλωσαν τα πιο πολλά έφευγαν για αλλού. Τώρα κάποια ξαναγυρίζουν στους δικούς τους, γιατί εδώ δεν έχουν να πληρώνουν ενοίκια, ξαναγυρίσαμε στα σπίτια μας. Είναι ήσυχη γειτονιά. Ο πατέρας μου ο συχωρεμένος ήταν αντιπρόεδρος εδώ, και ο κύριος Κοτοπούλης απέναντι ήταν ο πρόεδρος της γειτονιάς μας, για χρόνια. Δεν καταφέραμε να την αναβαθμίσουμε, δυστυχώς, είναι μια γειτονιά υποβαθμισμένη. Ο Δήμος καθαρίζει, αλλά είναι βιομηχανική περιοχή, δεν έχουμε ένα σουπερμάρκετ, ένα φαρμακείο, δεν έχουμε τίποτα». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter «Κάποτε έβρισκες στη γειτονιά μαγαζιά, εδώ δίπλα ήταν ένα ψιλικατζίδικο, εγώ είχα το καφενείο. Μετά από ένα διάστημα πούλαγα και ψωμί. Δίπλα μου είχε ένα μπακάλικο, στην άλλη γωνία είχε μια ταβέρνα, τα οποία δούλευαν με το προσωπικό από το εργοστάσιο και από τους κατοίκους. Τώρα δεν έχει τίποτα και δεν φτάνει αυτό, δίπλα στο Ναυτικό ετοιμάζονται να μας κάνουν το τζαμί. Δεν μας πειράζουν οι άνθρωποι, αλλά εδώ δεν έχουμε τα βασικά, το τζαμί μας μάρανε;». Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO Facebook Twitter Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν / LIFO
σχόλια