Η Βραζιλιάνα σκηνοθέτις και συγγραφέας Κριστιάν Ζαταΐ, μια από τις πιο σημαντικές φωνές του θεάτρου από την άλλη μεριά του Ατλαντικού και ένα από τα πρόσωπα που αναγέννησαν την ευρωπαϊκή σκηνή τις τελευταίες δεκαετίες, είναι η παραλήπτρια του Χρυσού Λέοντα της Βενετίας για το θέατρο.
Ο Ασημένιος Λέων πηγαίνει στον σκηνοθέτη και ερμηνευτή Σαμίρα Ελαγκόζ, που διαθέτει αιγυπτιακή και τη φινλανδική καταγωγή και είναι συγγραφέας πρωτότυπων και αυθεντικών παραστάσεων ντοκουμέντο.
Η τελετή απονομής των βραβείων θα πραγματοποιηθεί κατά τη διάρκεια του 50ού Διεθνούς Φεστιβάλ Θεάτρου που θα διεξαχθεί από τις 24 Ιουνίου έως τις 3 Ιουλίου 2022 στη Βενετία.
Παιδί οικογένειας καλλιτεχνών, η Κριστιάν Ζαταΐ γεννήθηκε στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1968. Στα εφηβικά της χρόνια έβλεπε ακόρεστα ταινίες, αλλά το περιβάλλον στη Βραζιλία δεν ήταν ευνοϊκό για να ασχοληθεί επαγγελματικά με τον κινηματογράφο.
Σπούδασε θέατρο και δημοσιογραφία, με μεταπτυχιακές σπουδές στην τέχνη και τη φιλοσοφία. Το 2004 έκανε το ντεμπούτο της ως συγγραφέας και ηθοποιός, ενώ το 2008 σκηνοθέτησε το πειραματικό φιλμ «A Falta Que Nos Move», που παίχτηκε στους κινηματογράφους της Βραζιλίας επί 10 εβδομάδες.
Στο μεταξύ, έχοντας ιδρύσει την ομάδα Vértice de Teatro, στράφηκε στους κλασικούς συγγραφείς: Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Τσέχοφ. Η γλώσσα της διαμορφώθηκε γύρω από τη διάδραση θεάτρου και κινηματογράφου, ντοκουμέντου και μυθοπλασίας, ηθοποιού και ήρωα.
Από το 2012, χάρη στο «Julia» (διασκευή του έργου «Δεσποινίς Τζούλια»), αποσπά την προσοχή του ευρωπαϊκού κοινού έχοντας ως έδρα της τη Γαλλία. Αποκορύφωμα αυτής της καταξίωσης είναι η συνεργασία της, μόλις σε δύο χρόνια, με την Comédie-Française (2017), όπου σκηνοθέτησε τον «Κανόνα του παιχνιδιού» του Ζαν Ρενουάρ, και με το Odéon-Théâtre (2018), όπου παρουσιάζει το πρώτο μέρος του δίπτυχου «Our Odyssey», «Ithaca», βασισμένο στην «Οδύσσεια» του Ομήρου.
«Η Ζαταΐ παρατηρεί με οξυδέρκεια τη σκληρότητα του κόσμου μας ενώ ενισχύει μια πρωτότυπη γλώσσα που συγχωνεύει τη δύναμη της ποιητικής της διάστασης με την αντίστιξη της καυστικής πολιτικής σκέψης, διαποτισμένη πάντα από ένα ατρόμητο πνεύμα πειραματισμού μεταξύ του παρόντος και του παρελθόντος» γράφουν οι Stefano Ricci και Gianni Forte στο σκεπτικό της βράβευσής της.
Καταργώντας τους δογματικούς κανόνες της παράστασης και αμφισβητώντας τα θεωρήματά της, συγχωνεύει τους ορίζοντες του κινηματογράφου και του θεάτρου, για να εξερευνήσει τις πιο ακανθώδεις περιοχές που αποκαλύπτουν καλύτερα την αστάθεια του πλασματικού, με την πραγματικότητα που ενσαρκώνεται από τους χαρακτήρες/πρόσωπα, ενορχηστρώνοντας έτσι έναν ιλιγγιώδη χορό με τη σαρκική παρουσία των σωμάτων τους σε κίνηση, φωνάζοντας αλήθειες σε κάθε θεατή.
Χρησιμοποιεί την κάμερα ως αναπόσπαστο μέρος του έργου –στο στυλ των ταινιών του Κασσαβέτη– αποσυναρμολογώντας τα εργαλεία της νατουραλιστικής ψευδαίσθησης για να δομήσει το δικό της θέατρο και με αυτόν τον τρόπο να δημιουργήσει απρόσμενες και τρομακτικά όμορφες αφηγηματικές παγίδες, στις οποίες το κοινό παραμένει ενεργά αιχμάλωτο και γοητευμένο από αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια του, που δεν αισθάνεται καμία επιθυμία να ξεφύγει».
Η Κριστιάν Ζαταΐ πήγε στην Ιταλία για πρώτη φορά στην Biennale θεάτρου το 2015, με την προκλητική εκδοχή της κλασικής «Δεσποινίδος Τζούλια» του Στρίνμπεργκ, που μεταφέρθηκε από την πουριτανική ταξική κοινωνία της Βόρειας Ευρώπης στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα στη σημερινή Βραζιλία, με μια γλώσσα που ενώνει θέατρο και κινηματογράφο σε έναν ενιαίο χώρο.
Την επόμενη χρονιά παρουσίασε μια εκδοχή των «Τριών Αδερφών» του Τσέχοφ, με τις πιο διάσημες αδερφές του ευρωπαϊκού θεάτρου να τοποθετούνται στη σύγχρονη και αποπροσανατολισμένη Βραζιλία
Το νέο της έργο, που θα κάνει πρεμιέρα στην Ιταλία στο 50ό Διεθνές Φεστιβάλ Θεάτρου, είναι το «O agora que demora», δεύτερο μέρος του διπτύχου «Our Odyssey», στο οποίο το ελληνικό έπος παρουσιάζεται με ντοκιμαντέρ που γυρίστηκε στην Παλαιστίνη, τον Λίβανο, τη Νότια Αφρική, την Ελλάδα και την Αμαζονία, με περισσότερους από 40 ηθοποιούς, που συνδυάζουν το ομηρικό έπος με αληθινές ιστορίες προσφύγων καλλιτεχνών.
Ο Χρυσός Λέοντας της Μπιενάλε Θεάτρου της Βενετίας 2021 είχε απονεμηθεί στον Κριστόφ Βαρλικόφσκι.
Ο Αργυρός Λέοντας απονεμήθηκε στον Φινλανδό-Αιγύπτιο καλλιτέχνη και σκηνοθέτη Σαμίρα Ελαγκόζ, που γεννήθηκε το 1989 και ζει και εργάζεται στο Άμστερνταμ και στο Βερολίνο.
Από το 2013 έως το 2019, όταν ακόμα αυτοπροσδιοριζόταν ως γυναίκα, ο Ελαγκόζ αφιέρωσε την καλλιτεχνική του πρακτική στην έρευνα και τη μαγνητοσκόπηση συναντήσεων με cis άνδρες και στη δημιουργία μιας εκτεταμένης συλλογής πρώτων ραντεβού με αγνώστους που κλείστηκαν μέσω διαφόρων διαδικτυακών πλατφορμών όπως τα Craigslist, Tinder και Chatroulette.
Ο Ελαγκόζ περιόδευσε τον κόσμο ασταμάτητα για 5 χρόνια, πριν και μετά το #metoo, με το έργο του Cock, Cock, Who’s There? που αφορούσε τη σεξουαλική βία που βίωσε στο παρελθόν. Μετά από περιοδείες πολλών ετών, συνειδητοποίησε ότι η παράσταση ξεκίνησε ως μια γνήσια ωδή στο να είσαι γυναίκα, αλλά τελικά αποκαλύφθηκε ότι ήταν ένας αποχαιρετισμός στο να είσαι γυναίκα. Πλέον ο καλλιτέχνης αυτοπροσδιορίζεται ως τρανς άνδρας.
Έχει περιοδεύσει με τα έργα του σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ κινηματογράφου, εικαστικών τεχνών και περφόρμανς, όπως τα IDFA, Impulstanz, CPH:DOX, Kaaitheater, The White Chapel Gallery, The EYE Museum, Edinburgh Fringe και La Casa Encendida, και έχει κερδίσει διάφορα βραβεία για τα έργα του.
Ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στο έργο του είναι η αρρενωπότητα και οι άνδρες. Ενώ τα προηγούμενα έργα του εξερεύνησαν τους cis άνδρες και την αρρενωπότητα με τις διαφορετικές της μορφές, όταν ακόμα αυτοπροσδιοριζόταν ως γυναίκα, το τελευταίο του έργο «Seek Bromance» (2021) αλλάζει καθώς αποτύπωσε τη δική του φυλομετάβαση.
Ο Ελαγκόζ έχει αφιερώσει την καριέρα και την ύπαρξή του στον διάλογο για το φύλο, τη σεξουαλική βία και τις συνέπειές της, το ανδρικό βλέμμα, τον ψηφιακό ρομαντισμό και τις προσωπικές συναντήσεις. Εκπαιδευμένος στις παραστατικές τέχνες, ενσωματώνει πτυχές αυτού του μέσου με εκείνες του βίντεο και του κινηματογράφου, δημιουργώντας έργα «docu-fiction».
Στα γυρίσματά του δεν χρησιμοποιεί ηθοποιούς ή ερμηνευτές και ότι όλοι οι συμμετέχοντες στα έργα του είναι άνδρες. Ο Ελαγκόζ βάζει πάντα τον εαυτό του μέσα στις ταινίες του ως παρατηρητή που επίσης παρατηρείται και από τους άλλους. Δεν χρησιμοποιεί ποτέ σενάρια, αρνείται να εργαστεί σε στούντιο και θέλει να συγκεντρώσει γεγονότα της πραγματικής ζωής, ακόμη και για να δημιουργήσει μερικά από αυτά στη διαδικασία αναζήτησης τους.
Το 2014 ο Elagoz κέρδισε τον διαγωνισμό εικαστικών τεχνών Blooom Award στην Κολονία με την πρώτη του μικρού μήκους «Four Kings». Το ντοκιμαντέρ-παράσταση του «Cock, Cock, Who’s There?» κέρδισε τον διάσημο διαγωνισμό Prix Jardin d’ Europe στο Impulstanz 2017. Στο Edinburgh Fringe απέσπασε βραβείο στα Total Theatre Awards. Προτάθηκε επίσης στον διαγωνισμό BNG Bank Nieuwe Theatermakersprijs για τον πιο υποσχόμενο νέο δημιουργό θεάτρου στην Ολλανδία.
Το γερμανικό περιοδικό Tanz τον χαρακτήρισε ως ένα από τα πιο υποσχόμενα ταλέντα του 2017. Το 2017 έφτιαξε ένα έργο με τίτλο «The Young & The Willing» σχετικά με το φιλί των αγοριών και παρουσιάστηκε στην γκαλερί White Chapel στο Λονδίνο. Το 2021 ολοκλήρωσε το 4ωρο «Seek Bromance».