Όταν βγήκε στις αίθουσες το 1972 το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι, οι σεξουαλικές σκηνές έκαναν πάταγο. Ο σκηνοθέτης της ταινίας ήταν μεγάλος σταρ, ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, το ίδιο και πρωταγωνιστής, ο Μάρλον Μπράντο, ενώ η πρωταγωνίστρια της ταινίας ήταν η νεαρή και άσημη Μαρία Σνάιντερ.
Οι ιστορίες πίσω από την παραγωγή της ταινίας και ειδικά από τα παρασκήνια των ερωτικών σκηνών είναι διαβόητες και πολυζυτημένες για μισό αιώνα. Η κακοποιητική συμπεριφορά των δυο ανδρών απέναντι στη νεαρή Σνάιντερ περνά τώρα μπροστά στις κάμερες με αφορμή τη μίνι σειρά «Tango». Η σειρά εξερευνά τα ταραχώδη γεγονότα γύρω από τη δημιουργία της ταινίας που όταν προβλήθηκε λογοκρίθηκε σε πολλές χώρες για τις βίαιες σκηνές σεξουαλικής βίας. Τη σειρά θα σκηνοθετήσουν η Lisa Brühlmann και ο José Padilha που δήλωσε ενθουσιασμένος που εξερευνά μια ιστορία για την ηθική της τέχνης, ένα σημαντικό αλλά συχνά παραμελημένο θέμα.
Η σειρά, που διαδραματίζεται στην Ιταλία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ, αφορά τους 18 μήνες που διήρκεσε από τη προετοιμασία της μέχρι την ολοκλήρωση των γυρισμάτων και μετά από αυτά η ταινία. Στο επίκεντρο φυσικά είναι η διαβόητη σκηνή του βιασμού της Σνάιντερ, για την οποία ο Μπερτολούτσι, δεκαετίες αργότερα, το 2013, έλεγε ότι ένιωθε ενοχές αλλά δεν είχε μετανιώσει που η επίμαχη σκηνή γυρίστηκε έπειτα από συνεννόηση του σκηνοθέτη και του Μάρλον Μπράντο και χωρίς τη συγκατάθεση της Μαρία Σνάιντερ, υποστηρίζοντας ότι ήθελε να προσδώσει ρεαλιστικότητα στη σκηνή, καθώς ήθελε να φανεί η αντίδραση μιας ταπεινωμένης γυναίκας και όχι μιας ηθοποιού που υποδύεται έναν ρόλο. Στο ίδιο βίντεο λέει ότι "Νομίζω ότι (η Μαρία) μισούσε εμένα και επίσης τον Μάρλον επειδή δεν της είπαμε ότι υπήρχε αυτή η λεπτομέρεια του βουτύρου που χρησιμοποιήθηκε ως λιπαντικό".
Ενώ η ταινία έφερε χρήμα, επιπλέον δόξα και βραβεία στον Μπερτολούτσι και τον Μπράντο με υποψηφιότητες για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου και Καλύτερης Σκηνοθεσίας, η Σνάιντερ, όπως αναφέρεται σε μια ανακοίνωση της παραγωγού εταιρείας CBS «έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης και γελοιοποίησης για τη συμμετοχή της στην ταινία, που την οδήγησε σε έναν δρόμο εθισμού και πάλης με προβλήματα ψυχικής υγείας. Η μόνη αποζημίωση που έλαβε ποτέ για τον ρόλο της ήταν 4.000 δολάρια».
Η σκηνοθέτης Lisa Brühlmann θεωρεί ότι αυτή η σειρά της δίνει την ευκαιρία να δει πιο προσεκτικά «ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα της ιστορίας του κλάδου μας — παρόλο που δεν αντιμετωπίζονταν ως τέτοια εκείνη την εποχή. Ειδικά η δυνατότητα να δώσουμε φωνή στη Μαρία Σνάιντερ, είναι πραγματικά συναρπαστική».
Ο σκηνοθέτης José Padilha δήλωσε ότι «το Tango αφηγείται την ιστορία δύο ανδρών που κακοποιούν μια νεαρή και άπειρη γυναίκα, όχι για σεξ, αλλά για χάρη της τέχνης. Το έκαναν μπροστά στην κάμερα, και η σκηνή που προέκυψε την έκανε μια σημαντική ταινία μεγάλου μήκους, που καταξιώθηκε από τους κριτικούς και το κοινό. Ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί είχαν επιτυχία, ενώ ο πόνος της Μαρίας παραμελήθηκε».
Η Μαρία Σνάιντερ είπε το 2007 σε μια συνέντευξή της «ότι θα έπρεπε να έχω καλέσει τον ατζέντη μου ή να έρθει ο δικηγόρος μου στο σετ γιατί δεν μπορεί να αναγκάσεις κάποιον να κάνει κάτι που δεν υπάρχει στο σενάριο, αλλά εκείνη τη στιγμή δεν το ήξερα αυτό. Ο Μάρλον μου είπε: "Μαρία, μην ανησυχείς, είναι απλώς μια ταινία", αλλά κατά τη διάρκεια της σκηνής, παρόλο που αυτό που έκανε ο Μάρλον δεν ήταν αληθινό, έκλαιγα με αληθινά δάκρυα. Ένιωσα ταπεινωμένη και για να είμαι ειλικρινής, ένιωσα λίγο βιασμένη, τόσο από τον Μάρλον όσο και από τον Μπερτολούτσι. Μετά τη σκηνή, ο Μάρλον δεν με παρηγόρησε ούτε ζήτησε συγγνώμη. Ευτυχώς, έγινε μόνο μία λήψη».
Η Σνάιντερ παρά το γεγονός ότι στη συνέχεια έπαιξε σε ταινίες όπως το «Επάγγελμα ρεπόρτερ» του Αντονιόνι πάλεψε με την προκατάληψη και την ετικέτα ότι είναι σεξουαλικό σύμβολο και όχι σοβαρή ηθοποιός. Αποφάσισε να μη ξαναδουλέψει γυμνή και έχει περιγράψει την περίοδο μετά την ταινία ως αρχή της μάχης της με την κατάθλιψη, τον εθισμό της στα ναρκωτικά ενώ έκανε αρκετές απόπειρες αυτοκτονίας.
Αργότερα έγινε υπέρμαχος των δικαιωμάτων των γυναικών, παλεύοντας ιδιαίτερα για να συμπεριλαμβάνονται περισσότερες γυναίκες σκηνοθέτες, να υπάρχει μεγαλύτερος σεβασμός στις γυναίκες ηθοποιούς και καλύτερη εκπροσώπηση των γυναικών στον κινηματογράφο και τα μέσα ενημέρωσης.
Η Σνάιντερ πέθανε το 2011, στα 58 της χρόνια.