«Όλοι προσπαθούν να φύγουν μακριά απ’ τη χώρα που την κατέχει ένας θυμωμένος και εκδικητικός Δίας». Αυτό γράφει ο Τζέιμς Τζόις το πιο διάσημο πνευματικό τέκνο της Ιρλανδίας στους Δουβλινέζους.
Παρότι εγκαταλείπει τη χώρα του στα 23 του χρόνια, στη συνείδηση των αναγνωστών είναι ο Δουβλινέζος συγγραφέας που μπορεί να μην έμεινε στον τόπο του αλλά παρέμεινε πάντα η αναφορά του. Οι ήρωές του περιπλανιούνται στους δρόμους και τα στενά του, μέσα σε ένα τέλμα ευγενείς ξεπεσμένοι, πόρνες, ποιητές και ρακένδυτοι αλήτες, μέθυσοι και ρήτορες, εξωμότες και ιερείς, αγύρτες και δημαγωγοί. Στο Δουβλίνο ο Τζόις είναι ο εθνικός ήρωας, σε καφέ, σε γκράφιτι, σε αφίσες, ένα πρόσωπο που επαναλαμβάνεται σε κάθε γωνιά της πόλης.
Τα σημεία που αναφέρει στα έργα του είναι σχεδόν «ιερά». Μέρος της τουριστικής ξενάγησης στην πόλη, μέρος των περιηγήσεων που κάνουν θαυμαστές του έργου του που την επισκέπτονται με τους Δουβλινέζους υπό μάλης.
Το Δουβλίνο αγαπά τον Τζόις όπως το αγάπησε και εκείνος που λίγο πριν από το θάνατό του, το 1941, αναρωτήθηκε αν το εγκατέλειψε ποτέ. Ή, τουλάχιστον, οι Δουβλινέζοι συγγραφείς, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκοί και ομάδες κατοίκων που θέλουν να προστατεύσουν την πολιτιστική κληρονομιά της πόλης και κάνουν παγκόσμια σταυροφορία και διαμαρτυρία για την απόφαση να μετατραπεί το ακίνητο και ένα από τα πιο αγαπημένα αξιοθέατα της πόλης που σχετίζονται με τον Τζόις, το αρχοντικό του 18ου αιώνα στο 15 Usher's Island, σε τουριστικό ξενώνα, εξαλείφοντας τις ελπίδες ότι θα μπορούσε να διατηρηθεί ως μουσείο και πολιτιστικός χώρος.
Το αρχοντικό που ξεχωρίζει με το κόκκινο τούβλο του βρίσκεται στις όχθες του ποταμού Liffey κοντά στο ζυθοποιείο Guinness και ήταν το σκηνικό για το διήγημα «Ο νεκρός» που είναι το τελευταίο της συλλογής που περιλαμβάνεται στους Δουβλινέζους.
Από τον Οκτώβριο του 2020 οι κάτοικοι σε συνεργασία με τους διδάσκοντες και φοιτητές του Τρίνιτι Κόλετζ κάνουν μια δημόσια εκστρατεία για να ακυρώσουν το σχέδιο και την άδεια που έδωσε ο Δήμος. Πέντε χιλιάδες υπογραφές συγκεντρώθηκαν «για την αποτροπή αυτής της τραγωδίας» όπως γράφουν οι Irish Times.
Τη δεκαετία του 1890, οι θείες του Τζόις λειτουργούσαν το τετραώροφο σπίτι που αρχικά χτίστηκε το 1775, σαν σχολή μουσικής. Ο Τζόις παρακολούθησε εορταστικές συγκεντρώσεις σε αυτό το σπίτι και αυτός ήταν ο καμβάς για να γράψει για το δείπνο της γιορτής των Θεοφανίων στον «Νεκρό».
Μέχρι σήμερα τα δωμάτια και τα έπιπλα εποχής του σπιτιού, η σκάλα, τα κάγκελα και άλλα χαρακτηριστικά παραμένουν τα ίδια με αυτά της εποχής του Τζόις. Ένας ξενώνας θα άλλαζε αυτό το εσωτερικό ανεπανόρθωτα, καταστρέφοντας τη σπάνια, ιστορική του κατάσταση. Οι μέχρι τώρα προσπάθειες να σωθεί απέβησαν άκαρπες.
Το «σκοτεινό σπίτι στο νησί του Usher» όπως το ονόμαζε ο Τζόις βγήκε στην αγορά και αγοράστηκε από δυο επενδυτές για 650.000 ευρώ και θα μετατραπεί σε ξενώνα.
56 κλινών με ένα καφέ στο ισόγειο, παρά τις αντιρρήσεις από κορυφαίες πολιτιστικές προσωπικότητες στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, από το Υπουργείο Πολιτισμού και Κληρονομιάς, το Εθνικό Ίδρυμα Ιρλανδίας, Ιρλανδική Γεωργιανή Εταιρεία, το Συμβούλιο Πολιτιστικής Κληρονομιάς και πολλούς δημοτικούς συμβούλους.
Διάσημοι Ιρλανδοί και άλλοι συγγραφείς, υπογράφουν τη διαμαρτυρία και ζητούν την ακύρωση των σχεδίων των επενδυτών. Η Edna O'Brien, η Anne Enright, η Sally Rooney, ο John Banville, ο Pat McCabeκαι ο Eoin McNamee, ο Richard Ford, Rachel η Kushner, ο Michael Ondaatje, ο Salman Rushdie, ο Tobias Wolff και ο Ian McEwan.
«Πραγματικά είναι σαν να πουλάς τα οικογενειακά κοσμήματα, σαν να τα δίνεις», δήλωσε ο John McCourt, πρόεδρος του Διεθνούς Ιδρύματος James Joyce, ο οποίος ηγήθηκε της εκστρατείας για τη συντήρηση του σπιτιού στους ΝΥΤ.
«Το κόστος αυτού του κτιρίου ήταν πολύ μικρό για τα πρότυπα του Δουβλίνου. Εάν η κυβέρνηση το είχε αγοράσει όταν ήταν προς πώληση νομίζω ότι θα μπορούσαμε εύκολα να συγκεντρώσουμε χρήματα ιδιωτικά για να το ξανανοίξουμε ως πολιτιστικό χώρο».
Για πολλούς κατοίκους του Δουβλίνου αυτό είναι ένα ακόμα κομμάτι της ανάπτυξης της πόλης που καταστρέφει το παλιό της κομμάτι. Μιλούν για μια διαγραφή της ζωής του δρόμου και του αστικού τοπίου και την επέλαση μια τουριστικής ανάπτυξης που σαρώνει μια μεγάλη σειρά καθιερωμένων θεάτρων, εκθεσιακών χώρων, χώρων παραστάσεων, αποθηκών χαμηλού κόστους και μπαρ έχουν που έχουν καταστραφεί για να ανοίξουν το δρόμο για ξενοδοχεία, γραφεία και πολυτελείς κατοικίες. Μια έκθεση τον περασμένο μήνα έδειξε ότι το Δουβλίνο ήταν η πέμπτη πιο ακριβή πόλη σε ενοίκια σπιτιών στην Ευρώπη, πιο ακριβή ακόμα και από το Παρίσι. Οι αρθρογράφοι υποστηρίζουν ότι το «όραμα» της κυβέρνησης
«να προσφέρει ψυχαγωγία και φιλοξενία για τουρίστες και ανθρώπους που ζουν στα προάστια και τα υψηλά ενοίκια για τους ιδιοκτήτες καθιστούν αδύνατο για δημιουργικούς ανθρώπους, ή ακόμα και άτομα με συνηθισμένες δουλειές, να ζουν ή να δημιουργούν στην πόλη».