ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΙΣ 10/05/2019
Τις τελευταίες ημέρες, το συνεχιζόμενο και υπαρκτό δράμα των push- backs (βίαιες επαναπροωθήσεις στα σύνορα με την Τουρκία) έχει φουντώσει ξανά στο αχανές και σκοτεινό τοπίο του ποταμού Έβρου, εκεί όπου, όπως σταθερά καταγγέλλουν το τελευταίο διάστημα ανθρωπιστικές οργανώσεις, ΜΚΟ και αιτούντες άσυλο, πραγματοποιούνται παράνομες επαναπροωθήσεις από τις ελληνικές αρχές, με την υποψία μάλιστα της συμμετοχής παραστρατιωτικών στοιχείων.
Το τελευταίο σοβαρό περιστατικό συνέβη το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής, όταν μια ομάδα 11 Τούρκων προσφύγων, μεταξύ των οποίων και μια έγκυος γυναίκα, κατάφεραν να περάσουν τον Έβρο, για να επαναπροωθηθούν λίγες ώρες αργότερα, σύμφωνα με τις καταγγελίες τους, από Έλληνες αστυνομικούς, στρατιωτικούς και έναν κουκουλοφόρο.
Σύμφωνα με αυτές τις καταγγελίες και την αποκλειστική μαρτυρία των ανθρώπων που υπέστησαν το push-back, τόσο η έγκυος όσο και τα υπόλοιπα μέλη χτυπήθηκαν με ρόπαλα από Έλληνες αστυνομικούς και στρατιωτικούς και επαναπροωθήθηκαν βίαια σε τουρκικό έδαφος. Το περιστατικό συνέβη στις 21:00 κοντά στο Σουφλί Έβρου. Τα ξημερώματα του Μ. Σαββάτου η ομάδα κατάφερε να διασχίσει ξανά τον ποταμό και να έρθει σε ελληνικό έδαφος.
Οι επαναπροωθήσεις, οι οποίες δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, συμβαίνουν πάντα παράλληλα με τις νόμιμες συλλήψεις. Η πραγματικότητα των συλλήψεων δεν αναιρεί την πραγματικότητα των επαναπροωθήσεων.
Το ιστορικό μιας βίαιης επαναπροώθησης
Το Μεγάλο Σάββατο, 26 Απριλίου, ξεκινήσαμε, μέσω WhatsΑpp, να συνομιλούμε με ένα από τα μέλη της ομάδας που είχαν επαναπροωθηθεί και είχαν ξανάρθει στην Ελλάδα. Βασικός συνομιλητής μας ο 33 άχρονος A., Τούρκος πρώην διπλωμάτης που εκδιώχθηκε από τη θέση του στη χώρα του, επειδή είναι γκιουλενιστής. Κατά τη διάρκεια της δραματικής συνομιλίας μας, 11 άτομα, μαζί με αυτόν, κρύβονταν φοβισμένα στις όχθες του ποταμού Έβρου. Ο ίδιος μάς είπε χαρακτηριστικά, έχοντας δίπλα του την έγκυο γυναίκα του:
«Το όνομά μου είναι A. Είμαστε γκιουλενιστές, φοβόμαστε πολύ. Περιμένουμε Έλληνες δικηγόρους, οι οποίοι έχουν ειδοποιήσει το κοντινότερο αστυνομικό τμήμα για να μας καταγράψουν. Κρυβόμασταν όλο το βράδυ, κοντά 13 ώρες, πίσω από θάμνους, στην τουρκική πλευρά. Τώρα βρισκόμαστε σε αυτό το σημείο» κατέληξε και μας έστειλε μια φωτογραφία με την τοποθεσία τους στον χάρτη.
Την ίδια ώρα που εμείς μιλούσαμε με τον A., διάφορα μέλη της ομάδας καλούσαν δημοσιογράφους, Έλληνες, Τούρκους αλλά και Ευρωπαίους, και παράλληλα δικηγόρους, για να πετύχουν το αυτονόητο-νόμιμο, δηλαδή την κατάγραφή τους.
Όντως, ευτυχώς για τους ίδιους, μερικές ώρες αργότερα, ο A. και όλοι όσοι ήταν μαζί του οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα Σουφλίου. Η LiFO έχει στη διάθεσή της όλα τα νομιμοποιητικά έγγραφα της ελληνικής πολιτείας από τη σύλληψη και την καταγραφή τους στο εν λόγω τμήμα, από το οποίο αφέθηκαν ελεύθεροι 3 ημέρες μετά. Αμέσως μετά την απελεύθερώσή τους, τηλεφώνησαν και ζήτησαν να αναλάβουν την υπόθεσή τους οι δικηγόροι Θοδωρής και Αντώνης Καραγιάννης, για τους οποίους έμαθαν ότι είναι έμπειροι σε θέματα ποινικού-προσφυγικού δικαίου.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες που δόθηκαν στο γραφείο τους στη Θεσσαλονίκη, οι 4 εκ των 11 (ανάμεσά τους και ένας ανήλικος) περιγράφουν λεπτομερώς τη διαδικασία της επαναπροώθησης. Πρόκειται για τους: Yasin O., Mikail E. (τα πλήρη στοιχεία τους είναι στη διάθεση της εφημερίδας).
«Διασχίσαμε το ποτάμι στις 26 Απριλίου, γύρω στις 16:00. Ήμασταν 11 άτομα, 8 ενήλικες και 3 μικρά παιδιά κάτω των 9 ετών. Ανάμεσα στους ενήλικες ήταν και μια έγκυος γυναίκα (8 μηνών) και μια ηλικιωμένη με κινητικό πρόβλημα που κινείται με πατερίτσες, μαζί με τα δύο της παιδιά.
Όταν μας επιτέθηκαν, οι 4 εξ αυτών φορούσαν αστυνομική στολή (ανάμεσά τους υπήρχε και μία γυναίκα) και οι άλλοι 4 φορούσαν στολές παραλλαγής . Ένας από αυτούς, μάλιστα, φορούσε και μάσκα που κάλυπτε ολόκληρο το πρόσωπο. Εμείς φύγαμε από την Τουρκία λόγω του καθεστώτος του Ερντογάν. Είμαστε αντιφρονούντες και αντιμετωπίζουμε διώξεις.
Στις 26 Απριλίου, λοιπόν, περάσαμε το ποτάμι, γύρω στις 16:00. Πήγαμε κατευθείαν στο κοντινότερο χωριό, που το λένε Λαγυνά – ήμασταν πολύ διψασμένοι. Μετά την είσοδό μας στο χωριό, ένα αυτοκίνητο της αστυνομίας με δύο αστυνομικούς –η μία ήταν γυναίκα– σταμάτησε. Γρήγορα μας πήγαν σε άλλο μέρος –μας μετακίνησαν–, όπου δεν υπήρχε κανείς.
Ο άντρας αστυνομικός άρχισε να μας συμπεριφέρεται πολύ άσχημα. Η γυναίκα αστυνομικός ζητησε τις ταυτότητές μας και τις κράτησε. Επίσης, μας πήραν όλες τις ψηφιακές συσκευές και τις έβαλαν σε μια πλαστική σακούλα.
Λίγη ώρα μετά ένα κλειστό mini bus μάρκας Peugeot έφτασε κοντά μας. Μας έβαλαν μέσα – ήταν γεμάτο σκουπίδια. Έπειτα από μερικά λεπτά φτάσαμε στις όχθες του ποταμού Έβρου. Όταν άνοιξαν οι πόρτες του mini bus ήρθαμε αντιμέτωποι με στρατιώτες και αστυνομικούς . Ήταν πολύ τρομαχτικό. Αρχίσαμε να τους λέμε ότι θέλουμε απλώς να συμπληρώσουμε την αίτηση για άσυλο και ότι είμαστε θύματα του καθεστώτος Ερντογάν. Ένας στρατιωτικός που μιλούσε τουρκικά μάς απάντησε στη γλώσσα μας: "Θα απορρίψουμε κάθε σας αίτημα και θα σας στείλουμε πίσω όλους". Τότε άρχισαν να μας σπρώχνουν μέσα σε μια βάρκα στο ποτάμι. Τους είπαμε: "Αν μας στείλετε πίσω, θα αντιμετωπίσουμε πολύ βαριά τιμωρία και βασανιστήρια και παράνομο εγκλεισμό στη φυλακή". Σε αυτό το σημείο άρχισαν να μας χτυπούν με ξύλινα ρόπαλα.
Ένα από τα ρόπαλα έσπασε πάνω μας, καθώς μας χτυπούσαν. Τα ίδια ρόπαλα είδαμε μερικές ώρες αργότερα στο αστυνομικό τμήμα στο Σουφλί, όταν έγινε η κράτησή μας. Την ώρα που μας χτυπούσαν έσερναν και την ηλικιωμένη γυναίκα, μας κλοτσούσαν και μας έσπρωχναν προς το ποτάμι. Το γόνατο ενός από την ομάδα έπαθε αναστροφή –ακόμα δεν μπορεί να περπατήσει καλά–, ενώ έσερναν βίαια και την έγκυο, παρά τις εκκλήσεις μας να μην της συμπεριφέρονται έτσι.
Τα παιδιά έκλαιγαν και ρωτούσαν: "Θα μας σκοτώσουν;". Μετά από όλες αυτές τις βιαιότητες μας έβαλαν στη βάρκα και μας έσπρωξαν μέσα στο ποτάμι. Όλα τα κινητά μας τηλέφωνα πετάχτηκαν στο νερό από έναν μασκοφορεμένο στρατιώτη. Αφού μας έσπρωξαν, έφυγαν. Το πρώτο που κάναμε ήταν να ψάξουμε τα κινητά μας, για να δούμε αν έχουν καθόλου σύνδεση. Τα βρήκαμε, και ευτυχώς για εμάς ένα δούλευε ακόμα. Ήταν πολύ σκοτεινά όταν ξαναβγήκαμε στην τουρκική όχθη. Έκανε κρύο, οι περισσότεροι ήμασταν μούσκεμα και χωρίς φαγητό.
Είχαμε μόνο ένα μπουκάλι με γάλα, 200 ml, και όλοι μας, και οι 11, το μοιραστήκαμε. Επειδή δεν ήταν αρκετό, αναγκαστήκαμε να πιούμε από το βρόμικο νερό του ποταμού. Όλη τη νύχτα τα παιδιά κρύωναν και όλοι μαζί φοβόμασταν ότι η αστυνομία θα επέστρεφε. Το πιο μεγάλο μας άγχος ήταν αν θα μας έβρισκαν οι τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις.
Το πρωί διασχίσαμε ξανά το ποτάμι και περιμέναμε πολλές πολλές ώρες στην ελληνική πλευρά του ποταμού. Ένας φίλος μας από την ομάδα κάλεσε έναν Τούρκο δημοσιογράφο κι άρχισε να διαδίδεται η κατάστασή μας. Μετά από αυτό, δύο αυτοκίνητα της αστυνομίας ήρθαν και μας μετέφεραν στο αστυνομικό τμήμα Σουφλίου, όπου και έγινε η κράτησή μας.
Αυτοί οι νέοι αστυνομικοί στο Σουφλί ήταν ευγενικοί μαζί μας. Τη δεύτερη ημέρα που βρισκόμασταν στο κελί μάς επισκέφτηκε ένας συνήγορος, αλλά μερικοί υπεύθυνοι μας συμβούλεψαν να μη μιλήσουμε μαζί του. Επειδή φοβόμασταν μη μας ξαναπροώθησουν πίσω, κάναμε ό,τι μας είπαν και δεν του μιλήσαμε. Την τελευταία ημέρα της κράτησης στο κελί ήρθε κι ένα μέλος των Ηνωμένων Εθνών και μας μίλησε.
Του είπαμε να μας περιμένει έξω για να τα πούμε. Εν τω μεταξύ, εκεί, στο αστυνομικό τμήμα Σουφλίου, είδαμε τον στρατιωτικό που μιλούσε τουρκικά και μας είχε απειλήσει και χτυπήσει στο ποτάμι. Τον υποδείξαμε στον άνθρωπο των Ηνωμένων Εθνών, με τον οποίο μιλήσαμε αμέσως μετά την απελεύθερωσή μας.
Επιπρόσθετα, στο αστυνομικό τμήμα στο Σουφλί είδαμε πολλά ξύλινα ρόπαλα και στρατιωτικές στολές παραλλαγής σε ένα δωμάτιο. Ήταν σαν αυτά που η στρατιωτική ομάδα είχε χρησιμοποιήσει εναντίον μας, όταν μας έσπρωχναν στο ποτάμι.
Ακόμα και τόσες ημέρες μετά παραμένουμε αγχωμένοι με το θέμα της ασφάλειάς μας και τα παιδιά έχουν καθημερινά εφιάλτες.
Από τη στιγμή που δεν έχουμε άσυλο, δεν μπορούμε να πάμε στο νοσοκομείο και να ζητήσουμε ιατρική αναφορά για τις βιαιοπραγίες. Οι φωτογραφίες με τα σημάδια μας, είναι τραβηγμένες 6 μέρες μετά το περιστατικό».
Τι λένε στo Lifo.gr οι δικηγόροι 4 εκ των Τούρκων, Αντώνης και Θοδωρής Καραγιάννης
«Όσα οι εντολείς μας με πολύ φόβο μας εκμυστηρεύτηκαν, και αφού τους εξηγήσαμε ότι στην Ελλάδα ο Τύπος και η Δικαιοσύνη είναι τελείως ανεξάρτητα, αποτελούν μια ακόμα σαφή ένδειξη ότι οι παράνομες επαναπροωθήσεις-"pushbacks" αποτελούν τακτική κάποιων προσώπων που χαρακτηρίζει δυσμενώς τη χώρα μας διεθνώς. Τακτική που αν, όπως αναφέρουν οι μαρτυρίες, τελείται από Έλληνες αστυνομικούς ή με την ανοχή (παράλειψη δράσης) αυτών αποκτά ακόμα χειρότερη μορφή.
Οι παράνομες επαναπροωθήσεις όμως δεν αποτελούν μόνο σαφή και απροκάλυπτη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και των διεθνών συμβάσεων που η χώρα μας έχει υπογράψει. Όπως αντιλαμβάνεται κάποιος από την απλή ανάγνωση των περιγραφόμενων περιστατικών, στις συγκεκριμένες ενέργειες ενυπάρχει συρροή ποινικών αδικημάτων κακουργηματικής και πλημμεληματικής μορφής, που τελούνται μάλιστα από δημοσίους υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Υπάλληλοι, δηλαδή, οι οποίοι έχουν σαφές, συνταγματικά και νομικά, κατοχυρωμένο δικαίωμα να αρνηθούν την τέλεση αυτών, ακόμα κι αν αποτελούσαν διαταγή ανωτέρου.
Ανεξάρτητα από την πολιτική άποψη που έχει κάθε Έλληνας πολίτης για την προσφυγική κρίση, σίγουρα δεν τιμάει κανέναν η καθολική και βίαιη παραβίαση των διεθνών συμβάσεων και η τέλεση ποινικών αδικημάτων στα όρια της ελληνικής επικράτειας. Η παραβίαση των νόμιμων διαδικασιών καταγραφής και της νόμιμης επαναπροώθησης, όπως προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, παραβιάζει κάθε έννοια ευρωπαϊκού κράτους δικαίου και νομιμότητας και δημιουργεί επιτέλους την ανάγκη παρέμβασης των αρμόδιων εισαγγελικών αρχών προς διερεύνηση των επαναλαμβανόμενων καταγγελιών από πλήθος ιδιωτών - φορέων - διεθνών οργανισμών - δημοσιογράφων».
Η «ρουτίνα» των επαναπροωθήσεων
Δυστυχώς, δεν είναι η πρώτη φορά που τέτοιες καταγγελίες βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Τουλάχιστον τον τελευταίο ένα χρόνο φαίνεται ότι οι παράνομες επαναπροωθήσεις έχουν μετατραπεί σε μια κατάσταση πολύ συνηθισμένη στον Έβρο, ενώ ειδικά τα διεθνή μέσα ενημέρωσης και οι ανθρωπιστικές οργανώσεις φέρνουν συνεχώς το θέμα στο προσκήνιο.
Λίγες μόλις ημέρες μετά την επαναπροώθηση που συνέβη τη Μ. Παρασκευή, μια ομπρέλα 10 οργανώσεων και ΜΚΟ, που ασχολούνται ενεργά με το ζήτημα κι έχουν δημιουργήσει την «Καμπάνια για το Άσυλο», εξέδωσε μια κοινή ανακοίνωση στην οποία έθιγε την καθυστέρηση των αρχών στην ανάγκη της κατεπείγουσας διερεύνησης των συνεχιζόμενων καταγγελιών για τις άτυπες επιχειρήσεις επαναπροώθησης προσφύγων στον Έβρο, εντείνοντας, όπως σημείωνε, την πεποίθηση ότι τα σύνορα στον Έβρο αποτελούν ένα πεδίο εκτός δικαίου και εκτός νόμου, έναν τόπο μαρτυρίου για τους πρόσφυγες.
Όπως ανέφεραν χαρακτηριστικά στην επιστολή τους οι οργανώσεις ΑΡΣΙΣ, Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης Προσφύγων και Μεταναστών, ΕΠΣΕ, Ελληνικό Φόρουμ Προσφύγων, Κίνηση για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα - Αλληλεγγύη στους Πρόσφυγες Σάμος, Κόσμος χωρίς Πολέμους και Βία, ΛΑΘΡΑ, PRAKSIS, Πρωτοβουλία για τα Δικαιώματα των Κρατουμένων και Υποστήριξη Προσφύγων στο Αιγαίο, οι υπουργοί Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη, Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρης Βίτσας, και Δικαιοσύνης, Μιχάλης Καλογήρου, είναι «υπόλογοι» για κάθε καθυστέρηση στη διερεύνηση αυτών των καταγγελιών. Οι οργανώσεις έκαναν ακόμα λόγο για επιδεικτική βαρβαρότητα ένστολων ή μη στην περιοχή και παράνομες ενέργειες, οι οποίες αποτελούν αντικείμενο συγκεκριμένων οδηγιών και εντολών. Τέλος, σημείωσαν ότι πρόκειται για οργανωμένο σχέδιο το οποίο περιλαμβάνει τη συγκάλυψη και νομιμοποίηση των εγκληματικών μεθόδων που χρησιμοποιούνται.
Θέση στο παραπάνω ζήτημα και με αφορμή αυτές τις νέες καταγγελίες πήρε και το ΚΙΝ.ΑΛ. με ανακοίνωση που εξέδωσε ο Τομέας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Μεταναστευτικής Πολιτικής του.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση: «Για μια ακόμη φορά βλέπουν το φως τη δημοσιότητας καταγγελίες για παράνομες επαναπροωθήσεις Τούρκων πολιτών που φτάνουν στη χώρα μας για να ζητήσουν άσυλο. Αυτήν τη φορά, 11 από αυτούς κατάφεραν να διαφύγουν τη σύλληψη από τις τουρκικές αρχές και να γυρίσουν στην Ελλάδα. Θεωρούμε αυτονόητο ότι η ελληνική πολιτεία θα τους προσφέρει τη δυνατότητα να αιτηθούν άσυλο, όπως είναι υποχρεωμένη από την εθνική και ενωσιακή νομοθεσία. Παράλληλα, όμως, θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι μαρτυρίες τους, ώστε να αποκαλυφθεί ποιο είναι αυτό το δίκτυο παρακρατικών που δρα στα ελληνικά σύνορα "κάτω από τη μύτη", ελπίζουμε όχι με την ανοχή, των επίσημων αρχών».
To Lifo.gr ζήτησε την άποψη του εκπροσώπου του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι, Παναγιώτη Δημητρά, η οποία είναι η εξής: «Την τελευταία τριετία έχει καταγραφεί από δεκάδες ΜΚΟ αλλά και από διεθνείς διακρατικούς οργανισμούς του ΟΗΕ και του Συμβουλίου της Ευρώπης πρωτοφανής για τα μεταπολιτευτικά χρονικά συστηματική χρήση βίας και παράνομες επαναπροωθήσεις στην περιοχή του Έβρου από αστυνομικούς σε συνεργασία με αγνώστου ταυτότητας/ιδιότητας κουκουλοφόρους. Ως Ελληνικό Παρατηρητήριο των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ) έχουμε καταγράψει από εκθέσεις άλλων ΜΚΟ αλλά και απευθείας αναφορές πάνω από 500 περιπτώσεις (https://racistcrimeswatch.wordpress.com/2018/09/09/1-652/) που έχουμε υποβάλει σε ΟΗΕ και Συμβούλιο της Ευρώπης.
Όλα αυτά γίνονται σε μια δήθεν "εθνικά ευαίσθητη" συνοριακή και μειονοτική περιοχή: η "ευαισθησία" αυτή επιτρέπει να λειτουργούν εκεί, διαχρονικά, αδιάκοπα, από δεκαετίες μηχανισμοί του βαθέος κράτους (μυστικές υπηρεσίες και υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών που κανονικά έχουν αρμοδιότητα μόνο για τα εκτός Ελλάδας). Οι μηχανισμοί αυτοί συνεργάζονται με παρακρατικούς, οι οποίοι συμβάλλουν στο "βρόμικο" έργο του βαθέος κράτους, όπως συνέβαινε πριν από τη Μεταπολίτευση σε όλη τη χώρα. Όλα αυτά γίνονται με την καθοδήγηση της κεντρικής κυβέρνησης σε επίπεδο πρωθυπουργού και υπουργού Προστασίας του Πολίτη, ενώ το αρμόδιο, υποτίθεται, υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής είναι στην πράξη αποκλεισμένο από την περιοχή του Έβρου, σε αντίθεση με την παρουσία του στα νησιά για παράδειγμα».
Όπως συνέχισε να μας εξηγεί ο κ. Δημητράς, για ανάλογους λόγους είναι αποκλεισμένες από την περιοχή και οι ανθρωπιστικές ΜΚΟ, σε αντίθεση με την ισχυρή παρουσία τους στα νησιά, ενώ, όπως τόνισε ο ίδιος, ο Συνήγορος του Πολίτη ερευνά τις σχετικές καταγγελίες μέσω της αστυνομίας και ευθυγραμμίζεται άκριτα με τις απόψεις της τελευταίας.
Ο ίδιος κατέληξε:
«Οι εισαγγελικές αρχές, που μόλις διαβάσουν για κακομεταχείριση στην υπόλοιπη Ελλάδα διατάσσουν προκαταρκτικές εξετάσεις, παραμένουν παγερά αδιάφορες όταν διαβάζουν για το όργιο βίας και παρανομίας στον Έβρο. Όλα αυτά το ΕΠΣΕ θα τα ξαναθέσει στην Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των Βασανιστηρίων που θα εξετάσει τον Ιούλιο-Αύγουστο 2019 τη (μη) συμμόρφωση της Ελλάδας με τη Σύμβαση κατά των Βασανιστηρίων και στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης που έχει θέσει προθεσμία στην Ελλάδα την 1 Σεπτεμβρίου 2019 για να υποβάλει αναλυτική έκθεση για τη (μη) συμμόρφωσή της με τις 13 καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου για αστυνομική βία (οι εννέα μετά από προσφυγές του ΕΠΣΕ)».
H θέση των ίδιων αστυνομικών και η κινητοποίηση της κ. Γεροβασίλη με επίσκεψη στον Έβρο
Δέκα μόλις ημέρες μετά τις καταγγελίες για νέα επιχείρηση επαναπροώθησης στον Έβρο και εν μέσω μιας δημόσιας συζήτησης που «βράζει» γύρω από το θέμα, την περασμένη Κυριακή 5 Μαΐου η υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Όλγα Γεροβασίλη, με απάντησή της σε επιστολή του επικεφαλής της Ύπατης Αρμοστείας στην Ελλάδα, Φιλίπ Λεκλέρ (ο οποίος ανέφερε μαρτυρίες μεταναστών για πρακτικές προσώπων που φέρονται να ανήκουν σε Σώματα Ασφαλείας στην περιοχή του Έβρου), υποστήριξε πως: «Οι καταγγελλόμενες συμπεριφορές και πρακτικές ουδόλως υφίστανται ως επιχειρησιακή δραστηριότητα και πρακτική του προσωπικού των Υπηρεσιών Συνοριακής Φύλαξης, το οποίο κυρίως εμπλέκεται σε δράσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Από τη διερεύνηση των μέχρι σήμερα καταγγελλομένων περιστατικών και από τις εσωτερικές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί από τις αρμόδιες υπηρεσίες προκύπτει το συμπέρασμα ότι αυτά δεν δύνανται να επιβεβαιωθούν» και συμπλήρωσε: «Το πρώτο τετράμηνο του 2019, στην περιοχή δικαιοδοσίας των Δ.Α. Ορεστιάδας και Αλεξανδρούπολης, έχουν πραγματοποιηθεί 3.130 συλλήψεις υπηκόων τρίτων χωρών, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τις καταγγελίες περί επαναπροωθήσεων. Επιπλέον, κατά το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα που αναφέρεται στις καταγγελίες (25-29.04.2019), πραγματοποιήθηκαν στη συγκεκριμένη περιοχή 101 συλλήψεις υπηκόων τρίτων χωρών».
Παρ' όλα αυτά, η ΕλΕΔΑ (Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη) έχει διαφορετική άποψη όσον αφορά το αν και κατά πόσο διερευνώνται τελικά οι καταγγελίες. Όπως δήλωσε η δικηγόρος Κλειώ Παπαντολέων, πρώην προέδρος της ΕλΕΔΑ –και ανάμεσα σε άλλα συνήγορος πολιτικής αγωγής στη δίκη εναντίον του μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας, Αμβρόσιο–, «οι επαναπροωθήσεις, οι οποίες δεν είναι καινούργιο φαινόμενο, συμβαίνουν πάντα παράλληλα με τις νόμιμες συλλήψεις. Η πραγματικότητα των συλλήψεων δεν αναιρεί την πραγματικότητα των επαναπροωθήσεων. Το ζήτημα όμως είναι αν πρόκειται για θεσπισμένη παρανομία, δηλαδή πρακτικές που είναι γνωστές και γίνονται ατύπως ανεκτές, ή αν υπάρχει τμήμα του κρατικού μηχανισμού που δρα αυτόνομα, και βέβαια παράνομα. Αυτά απαιτούν διερεύνηση, όχι μόνο διοικητική αλλά και δικαστική. Η ΕλΕΔΑ έχει υποβάλει σχετική αναφορά εδώ και χρόνια στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα, παρά το γεγονός ότι είχαμε δώσει στοιχεία προσώπων που μέσω της δικαστικής συνδρομής θα μπορούσαν να εξεταστούν από ελληνικές δικαστικές αρχές. Ομοίως τότε επελήφθη αυτεπαγγέλτως και ο Συνήγορος του Πολίτη, χωρίς, εξ όσων γνωρίζω, να υπάρχει κάποιο πόρισμα μέχρι στιγμής».
Πίσω στον πολιτικό αναβρασμό που έχει προκαλέσει το ζήτημα των πρόσφατων push-backs, μία ημέρα μετά την επιστολή της στον Λεκλέρ, την Δευτέρα 6 Μαΐου η υπουργός Προστασίας του Πολίτη αναχώρησε για τον Έβρο, πραγματοποιώντας, ανάμεσα στα άλλα, επίσκεψη στο Τμήμα Συνοριακής Φύλαξης Φερών.
Στη σύσκεψη που ακολούθησε, παρουσία του γενικού επιθεωρητή Αστυνομίας Βορείου Ελλάδας, αντιστράτηγου Ανδρέα Αποστολόπουλου, του διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Ορεστιάδας, ταξίαρχου Πασχάλη Συριτούδη κ.ά., παρουσιάστηκε ο επιχειρησιακός σχεδιασμός για την ευρύτερη περιοχή του Έβρου σε σχέση με τα σύνορα της χώρας και κατ' επέκταση της Ε.Ε. Η υπουργός επισήμανε τον σοβαρό ρόλο της ΕΛ.ΑΣ., η οποία, όπως είπε, ανταποκρίνεται με επαγγελματισμό και ευαισθησία στο σύνθετο έργο της.
Το ενδιαφέρον νέο στοιχείο που προέκυψε από αυτήν τη συνάντηση είναι πώς μετά την τοποθέτηση του αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, αντιστράτηγου Αριστείδη Ανδρικόπουλου, τέθηκε προς συζήτηση και επεξεργασία, υπό μορφή διαβούλευσης, η πρόταση για ίδρυση Διεύθυνσης Συνοριακής Φύλαξης Έβρου.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Ελληνικής Αστυνομίας, η πρόταση έτυχε καθολικής αποδοχής από τους παρευρισκόμενους στη σύσκεψη, καθώς, ως κοινή διαπίστωση, προκρίθηκε ότι η πρωτοβουλία αυτή θα βοηθήσει σημαντικά στην κατεύθυνση της πληρέστερης διαχείρισης του μεταναστευτικού-προσφυγικού ζητήματος. Για τον κ. Ηλία Ακίδη, πάντως, πρόεδρο της Ένωσης Αστυνομικών Ορεστιάδας, το ζήτημα είναι πιο περίπλοκο και δεν αντιμετωπίζεται με τη σύσταση μιας νέας διεύθυνσης.
Καταρχάς, όπως κατηγορηματικά δήλωσε ο ίδιος στη LiFO, κινούμενος στο ίδιο μήκος με την κ. Γεροβασίλη, οι όροι «επαναπροώθηση» και «push-back» δεν υφίστανται γιατί κάτι τέτοιο, σύμφωνα με τον ίδιο, δεν ασκείται ποτέ από τους Έλληνες αστυνομικούς στα σύνορα. O ίδιος αρνείται τις καταγγελίες που γίνονται και άφησε αιχμές για τον ρόλο και τα κίνητρα των ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο θέμα.
Όπως μας είπε χαρακτηριστικά: «Κάνουμε αποτροπές, δεν κάνουμε επαναπροώθησεις. Όταν κάνουμε επιχειρήσεις αποτροπών, δεν τις κάνουμε σε ανθρώπους που έχουν περάσει τα σύνορά μας. Push-backs δεν συμβαίνουν. Για όσους διασχίσουν τον ποταμό και καταφέρουμε να τους βρούμε ακολουθείται η νόμιμη διαδικασία ταυτοποίησης και καταγραφής. Έχετε, όμως, υπ' όψιν σας πως το 90% όσων περνούν τον ποταμό πετούν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα στο νερό για να αποκρύψουν την πραγματική τους ταυτότητα και να ζητήσουν άσυλο. Για παράδειγμα, στην πραγματικότητα είναι από το Μαρόκο ή την Αλγερία και δηλώνουν χώρα προέλευσης τη Συρία».
Σύμφωνα με τον ίδιο, πάντως, οι Τούρκοι που περνούν το τελευταίο διάστημα τα σύνορα μέσω Έβρου, ζητώντας στη συνέχεια άσυλο, αυξάνονται διαρκώς. Όπως μας περιέγραψε, τα 200 χλμ. του ποταμού είναι πολύ δύσκολα διαχειρίσιμα, δεν ελέγχονται εύκολα, και δεν παρέλειψε να τονίσει πόσο προβληματική για τις επιχειρήσεις της αστυνομίας είναι η έλλειψη καμερών παρακολούθησης κατά μήκος του ποταμού, τις οποίες έχει υποσχεθεί το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη εδώ και 5 χρόνια, αλλά οι διαγωνισμοί για τη διάθεσή τους σκοντάφτουν διαρκώς σε γραφειοκρατικά ζητήματα και δεν τελεσιδικούν ποτέ.
Εκτός από τις κάμερες όμως, σύμφωνα με τον κ. Ακίδη λείπουν και τα ειδικά οχήματα, εξοπλισμένα με κάμερες γι' αυτού του είδους την παρακολούθηση, αναφέροντας μάλιστα πως η Βουλγαρία, που αντιμετωπίζει το ίδιο ζήτημα, διαθέτει τουλάχιστον 5 τέτοια οχήματα. Την ίδια στιγμή εξέφρασε και την ανησυχία πως καθώς από αυτή την περίοδο κι έπειτα θα ξεκινήσει να πέφτει η στάθμη του Έβρου, θα αυξηθούν σταθερά και οι ροές όσων θα αποπειραθούν να εισέλθουν παράνομα στη χώρα μας, ενώ τόνισε πώς το τελευταίο διάστημα σε πολλά χωριά στη γύρω περιοχή σημειώνονται κλοπές αυτοκινήτων αλλά και μέσα σε σπίτια απ' όσους περνούν παράνομα τα ελληνικά σύνορα, κάνοντας την κατάσταση εκρηκτική.
«Πάντως, αυτό που σταθερά καταγγέλλουμε οι Έλληνες αστυνομικοί είναι ότι είμαστε πολύ λίγοι για να αντιμετωπίσουμε το φαινόμενο. Βάσει των μνημονιακών υποχρεώσεών μας, αφαιρέθηκαν από το σώμα 6.700 οργανικές θέσεις, τη στιγμή που το μεταναστευτικό είναι ένα μείζον ζήτημα για τη χώρα μας» είπε, για να καταλήξει πως γίνονται πια κινήσεις στήριξης από το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, αλλά χρειάζεται πολύ μεγαλύτερη στήριξη.
* Στοιχεία, φωτογραφίες και έγγραφα του ρεπορτάζ είναι στο αρχείο της Lifo, διαθέσιμα για τις Αρχές.