— Ποιοι λόγοι οδηγούν μια μητέρα να σκοτώσει το παιδί της;
Ο φόνος είναι η ακραία, θανατηφόρα μορφή κακομεταχείρισης ενός παιδιού, αν δεν πρόκειται για καθαρά εγκληματική ενέργεια. Για κάθε παιδί που δολοφονείται υπάρχουν εκατονταπλάσια θύματα παραμέλησης ή και κακοποίησης. Πίσω από τέτοια περιστατικά βρίσκονται συχνά γονείς ανώριμοι, με προβλήματα κοινωνικοοικονομικά, προσωπικότητας, ψυχικής υγείας, χρήσης ουσιών.
Η προσποιητή ή προκαλούμενη νόσος από τα άτομα φροντίδας (γνωστή και ως «Σύνδρομο Μunchausen δι’ αντιπροσώπου») αφορά συνήθως τα τέκνα τους αλλά και υπερήλικες ή άτομα με αναπηρίες. Έχει σχετιστεί σε ποσοστό περίπου 10% με ανεξήγητους, αφύσικους θανάτους και ιδιαίτερα με πολλαπλούς, αφύσικους θανάτους σε μια οικογένεια (Νόμος Meadow), εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες που σχετίζονται με ψυχωτικό breakdown του γονέα την περίοδο του φόνου του παιδιού του.
Ειδικά για θανάτους που συμβαίνουν τον πρώτο χρόνο ζωής του βρέφους δεν είναι εύκολο να ξεχωρίσουμε μεταξύ αιφνίδιου θανάτου (ένα 5-11% είναι καμουφλαρισμένα εγκλήματα), συνδρόμου Μunchausen δι’ αντιπροσώπου και εγκληματικής πράξης.
Τα ΜΜΕ, τα social media και ηλεκτρονικά παιχνίδια που είναι τόσο ελκυστικά για τα παιδιά μας συμβάλλουν σημαντικά στην εξοικείωση με τη βία, τον θάνατο και τη φρίκη. Όμως άλλου είδους εξοικείωση θα έπρεπε να έχουν τα παιδιά μας, ας πούμε με τον θάνατο, π.χ. μέσα από βιωματικά σεμινάρια που θα προσφέρονται στο σχολείο από πραγματικούς γνώστες του αντικειμένου και επιστήμονες, όπως γίνεται στις σκανδιναβικές χώρες.
— Τι είναι αυτό που χρειάζεται να κάνουμε ως κοινωνία;
Σε κάθε περίπτωση χρειάζεται γνώση, εγρήγορση, διεπιστημονική προσέγγιση και συνεργασία μεταξύ ειδικών διαφόρων υπηρεσιών (ιατρικών, ψυχιατρικών, κοινωνικών, σχολικών κ.λπ.) για την προστασία των παιδιών.
Το κράτος έχει υποχρέωση να υποστηρίζει, πρακτικά και συναισθηματικά, ιδιαίτερα τις οικογένειες που βρίσκονται σε κίνδυνο, προκειμένου να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των παιδιών τους και να αποτρέπονται οι επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των θυμάτων, στη σωματική και ψυχική τους υγεία, ή και η μετάδοση της κακομεταχείρισης στις επόμενες γενιές.
— Ποιο είναι το δικό σας σχόλιο πάνω σε αυτή την τραγική υπόθεση;
Τοξικοί γονείς ανέκαθεν υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Προβληματίζομαι έντονα αναφορικά με τις (μη) αντιδράσεις των υπηρεσιών. Κρίνοντας, πρωτίστως εκ του αποτελέσματος, αλλά και πολλών, δυστυχώς εκ των υστέρων, ομολογιών περί υποψιών, οι υπηρεσίες φαίνεται πως απέτυχαν, και σε επίπεδο διασύνδεσης και συνεργασίας μεταξύ τους.
Προβληματίζομαι επίσης με τη συντεχνιακή, ψυχρή, ανεύθυνη και χωρίς ίχνος σκεπτικισμού και ενοχής αναφορά επαγγελματιών στα σοβαρά λάθη και τις παραλείψεις, που χαρακτηρίζουν ως αβλεψίες ή αστοχίες. Είναι δηλαδή κάτι σαν αστοχία υλικού; Έγινε στραβή στη βάρδια; Παράπλευρες απώλειες;
Στην πράξη, συχνά υπάρχει απουσία πραγματικού νοιαξίματος και επαγγελματισμού, οι πολλοί δεν θέλουν να «μπλέκουν», πολύ περισσότερο να βγάζουν το φίδι από την τρύπα. Αναφορικά δε με τις συλλογικές αντιδράσεις, θεωρώ ανώφελο εκ των υστέρων να ξορκίζουμε το κακό, να αναθεματίζουμε και να γινόμαστε λαλίστατοι, υπερκριτικοί, δηλώνοντας όλοι «σοκαρισμένοι». Mα δεν ξέρουμε σε τι κόσμο ζούμε;
Όλα τα παιδιατρικά νοσοκομεία της χώρας διαθέτουν εδώ και δεκαετίες παιδοψυχιατρικά τμήματα ή κλινικές, καθώς και κοινωνικές υπηρεσίες, ο ρόλος των οποίων είναι να παρέχουν συμβουλευτικές διασυνδετικές (διεθνώς «consultation liaison») υπηρεσίες στις παιδιατρικές και άλλες κλινικές και τμήματά τους.
Στο πλαίσιο αυτής της συνεργασίας, οι θεράποντες ιατροί ενός παιδιού ζητούν τη συνδρομή των ειδικών ψυχικής υγείας σε περιπτώσεις π.χ. εκτίμησης της γονεϊκότητας (parenting), διαφορικής διάγνωσης, ψυχικών επιπτώσεων χρόνιου σωματικού νοσήματος, «δύσκολων» ή ψυχικά διαταραγμένων γονέων κ.λπ.
Σε περιπτώσεις ακόμα και υποπτευόμενης παιδικής κακομεταχείρισης, παιδοψυχίατροι, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί κ.λπ. ενημερώνουν εγγράφως τις αρμόδιες εισαγγελικές αρχές ανηλίκων, με τις οποίες έχουν διαχρονικά ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας και συνεργασίας. Εννοείται πως το ίδιο μπορούν, και υποχρεούνται, να κάνουν απευθείας παιδίατροι και λοιποί γιατροί και κρατικοί λειτουργοί προκειμένου να προστατεύσουν έναν ανήλικο σε κίνδυνο και να αποτρέψουν χειρότερες επιπτώσεις.
Ωστόσο, οι δυσλειτουργίες και παραλείψεις των δημόσιων υπηρεσιών δεν πρέπει να αποτελούν άλλοθι ούτε για την παράκαμψη και την απαξίωσή τους ούτε και για την έως και προκλητική προβολή συγκεκριμένης ΜΚΟ ως πανάκειας και σχεδόν μοναδικής λύσης σε τέτοια συχνά σύνθετα και δύσκολα ψυχοκοινωνικά προβλήματα. Αντίθετα, υπάρχει ανάγκη ενίσχυσης, επόπτευσης και αποτίμησης των παρεχόμενων υπηρεσιών στις δημόσιες υπηρεσίες, όπου ο αριθμός των εργαζομένων έχει μειωθεί επικίνδυνα, ενώ πολλοί από τους εναπομείναντες είναι επιβαρυμένοι και ψυχικά κουρασμένοι.
Το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό των νοσοκομείων χρειάζεται να ευαισθητοποιείται και να εκπαιδεύεται σε θέματα ψυχικής υγείας των παιδιών και των γονέων τους, ώστε να ανιχνεύουν, να αξιολογούν τις συνολικές ανάγκες των περιστατικών και να ανταποκρίνονται με επάρκεια και αποτελεσματικότητα σ’ αυτές.
— Το τελευταίο διάστημα παρακολουθούμε την αύξηση περιστατικών βίας με θύματα τα πιο αδύναμα και ευάλωτα μέλη της κοινωνίας μας, τα παιδιά. Ποιες είναι οι αιτίες;
O κόσμος μας επιβαρύνεται συνεχώς. Μετά από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης και δύο χρόνια πανδημίας, ήρθε πόλεμος και έρχεται κλιματική αλλαγή. Κάθε κρίση την πληρώνουν όλοι, περισσότερο όμως οι πλέον αδύναμοι και ευάλωτοι πληθυσμοί, τους οποίους το κράτος έχει υποχρέωση να υποστηρίζει μέσω συγκεκριμένων προγραμμάτων, δράσεων και παρεμβάσεων.
Ωστόσο θα ήταν λάθος να αποδίδουμε όλα τα δεινά στο ευρύτερο περιβάλλον μας. Είναι τεκμηριωμένο επιστημονικά πως ο τρόπος που οι γονείς ασκούν τον ρόλο τους έχει έντονη και άμεση επίδραση στα τέκνα τους, ενώ διάφορα χαρακτηριστικά του παιδιού, γενετικά αλλά και περιβαλλοντικά καθορισμένα, παίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο στην εκδήλωση όχι μόνο επιθετικότητας και βίας αλλά και συναισθηματικών και άλλων διαταραχών.
Προφανώς, σχολείο, γειτονιά, κοινότητα και πολιτισμός διαδραματίζουν έναν ρόλο, αλλά έμμεσο και λιγότερο σημαντικό από εκείνον των γονέων. Οφείλω εδώ να τονίσω το πόσο διαδεδομένη είναι σήμερα η βία, σωματική και λεκτική, μεταξύ ενηλίκων καθώς και τον σημαντικό ρόλο της ανοχής και της ατιμωρησίας, που αποτελεί κάκιστο παράδειγμα για τα παιδιά και τους νέους μας.
— Πόσο έχουν επηρεαστεί οι έφηβοι και τα παιδιά από την πανδημία;
Οι διεθνείς μελέτες δείχνουν πως έχουν επηρεαστεί σημαντικά με προβλήματα όπως η κατάθλιψη και το άγχος, που έχουν αντίκτυπο και στη διαγωγή τους. Επιπλέον, και οι οικογένειες φαίνεται να έχουν επηρεαστεί σημαντικά, ενώ κάποιοι ήδη πιο επιβαρυμένοι πληθυσμοί συνανθρώπων μας (π.χ. φτωχότεροι, μεγάλες οικογένειες, μειονότητες) επηρεάζονται περισσότερο. Είναι ενδιαφέρον, μεταξύ άλλων, το εύρημα ότι η μικρότερη χρήση smartphones σχετίζεται με μικρότερα ποσοστά εμφάνισης κατάθλιψης στους εφήβους.
— Τι έδειξε η δική σας μελέτη;
Η μελέτη που κάναμε στο δεύτερο κύμα της πανδημίας δείχνει, συγκριτικά με τα προ πανδημίας επίπεδα, υψηλότερη επιβάρυνση σε προβλήματα συναισθήματος και συμπεριφοράς με συνομηλίκους, καθώς και χαμηλότερες θετικές κοινωνικές συμπεριφορές. Παράγοντες που σχετίζονταν με τη χειρότερη ψυχική υγεία των ανηλίκων ήταν το φύλο (κορίτσια), η μεγαλύτερη ηλικία, το χαμηλό κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο της οικογένειας, η απώλεια εργασίας των γονέων, το στρες λόγω των περιορισμών της κυκλοφορίας, η ανησυχία για μέλος της οικογένειας που νόσησε καθώς και η σωματική και ψυχική υγεία των γονέων.
Η πανδημία φαίνεται να αποτελεί πρόκληση για τις οικογένειες, αφού βρέθηκαν υψηλά ποσοστά (41%) οικογενειακής δυσλειτουργίας. Οι οικογένειες των παιδιών με αυτισμό είναι επίσης επιβαρυμένες, αν και διαφορετικά απ’ ό,τι με την οικονομική κρίση που προηγήθηκε, ενώ έχουμε επίσης παρατηρήσει μεταξύ των νοσηλευόμενων στην κλινική αυξανόμενα ποσοστά εφήβων με σοβαρή κατάθλιψη και αυτοκτονικότητα, καθώς και με προβλήματα διατροφής.
Η δεκαετία της οικονομικής κρίσης ανέδειξε το δράμα πολλών οικογενειών που δεν μπορούσαν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, με αποτέλεσμα πολλά από αυτά να καταλήγουν σε ιδρύματα, αφού «φιλοξενούνταν» προηγουμένως στο νοσοκομείο «Η Αγία Σοφία» επί εβδομάδες και μήνες, καταλαμβάνοντας πολύτιμα παιδιατρικά κρεβάτια, ελλείψει προνοιακών δομών φιλοξενίας.
— Πιστεύετε ότι έχουμε εξοικειωθεί πλέον με τον θάνατο και τη φρίκη;
Εσείς το είπατε. Στο χέρι μας είναι γονείς, εκπαιδευτικοί, ειδικοί υγείας και ψυχικής υγείας, κοινωνία και τα αρμόδια υπουργεία να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας, και κυρίως τις δυνατότητές μας. Τα ΜΜΕ, τα social media και ηλεκτρονικά παιχνίδια που είναι τόσο ελκυστικά για τα παιδιά μας συμβάλλουν σημαντικά στην εξοικείωση με τη βία, τον θάνατο και τη φρίκη.
Όμως άλλου είδους εξοικείωση θα έπρεπε να έχουν τα παιδιά μας, ας πούμε με τον θάνατο, π.χ. μέσα από βιωματικά σεμινάρια που θα προσφέρονται στο σχολείο από πραγματικούς γνώστες του αντικειμένου και επιστήμονες, όπως γίνεται στις σκανδιναβικές χώρες. Είναι ανάγκη να προβληματιστούμε σχετικά με τις πραγματικά σημαντικές αρχές και αξίες της ζωής, της δικής μας και των παιδιών μας.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.