Από τη Λένα Φουτσιτζή
Η συγκινητική, συναρπαστική και έντονα προσωπική ομιλία της Τζόντι Φόστερ στις Χρυσές Σφαίρες ήταν ίσως η σημαντικότερη στιγμή της τελετής. Ήταν επίσης μια ιδιαίτερη στιγμή για την ομοφυλοφιλική κοινότητα που έκανε πολλούς να πανηγυρίσουν για τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο αναφέρθηκε δημοσίως στον σεξουαλικό προσανατολισμό της.
Κάποιοι επέκριναν την ηθοποιό για το ότι δεν ξεστόμισε τη λέξη «λεσβία» ή «ομοφυλόφιλος» και για το γεγονός ότι περίμενε δεκαετίες για να μιλήσει ανοιχτά, άλλοι όμως θεώρησαν ότι οποιοσδήποτε τρόπος είναι σωστός και το σημαντικό ήταν ότι μίλησε μέσα από την καρδιά της.
«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι εν μέρει μίλησε κωδικοποιημένα και πιθανόν δε μπορούσε να εκφράσει ξεκάθαρα το γεγονός ότι είναι λεσβία» είπε ο Fred Sainz της Εκστρατείας Ανρθώπινων Δικαιωμάτων, μιας ομάδας που μάχεται για τα δικαιώματα των γκέι. «Αλλά ήταν κατανοητό για τον καθένα ότι ήθελε να δηλώσει ότι είναι γκέι. Είναι άξια συγχαρητηρίων, δεν έχει σημασία πόσο δυσνόητα ή άναρθρα μπορεί να φάνηκαν τα λόγια της σε μερικούς. Ήταν πάρα πολύ θαρραλέα».
Η Τζόντι Φόστερ γεννήθηκε στο Λος Άντζελες στις 19 Νοεμβρίου 1962, ως νεότερη από τα τέσσερα παιδιά της Έβελυν «Μπράντι» και του Λούτσιους Φόστερ. Η μέλλουσα κάτοχος Όσκαρ ξεκίνησε την καριέρα της σε ηλικία 3 ετών και ο πρώτος της ρόλος ήταν «το κοριτσάκι του Κόπερτον» σε μια διαφήμιση για την τηλεόραση.
Η μικρή Τζόντι φάνηκε ότι ήταν ιδιαίτερα έξυπνη καθώς άρχισε να μιλάει σε ηλικία εννιά μηνών και έμαθε τον να διαβάζει όταν ήταν τριών ετών. Ενώ ποτέ δεν έλαβε συστηματικά μαθήματα ηθοποιίας ξεκίνησε μια επιτυχημένη καριέρα με τη μητέρα της, Μπράντι, να βρίσκεται πάντα στο πλευρό της, παίζοντας τον διπλό ρόλο της μητέρας και του μάνατζερ. Σύμφωνα με την ενήλικη Φόστερ «η επίδρασή της ήταν πολύ ισχυρή, ήταν αυτοδίδακτη, αλλά δεν ήταν τυχοδιώκτης. Όσο δούλευα έμενε στο τρέιλερ και διάβαζε».
Ο πρώτος αξέχαστος και δύσκολος ρόλος της Φόστερ ήρθε όταν ήταν μόλις 12 ετών, στην ταινία «Ταξιτζής» του 1976 του Μάρτιν Σκορσέζε, όπου υποδύθηκε μια πόρνη-παιδί, αντικείμενο εμμονής του χαρακτήρα του τίτλου, που υποδύθηκε ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Η απόδοσή της χάρισε μια υποψηφιότητα για Όσκαρ και την εγκαθίδρυσή της ως σταρ του σινεμά.
Όμως η Φόστερ ένιωθε άβολα με την αυξανόμενη φήμη της. Αναζητώντας την ανωνυμία και μια συνηθισμένη συλλογική εμπειρία γράφτηκε το πανεπιστήμιο του Yale. Μετά την αποφοίτησή της έκανε τη μετάβαση από το παιδί-σταρ σε μια ώριμη ηθοποιό παίζοντας σε μια σειρά από ταινίες της δεκαετίας του 1980. Ο επόμενος μεγάλος ρόλος της ήταν στην ταινία «Οι Κατηγορούμενοι» του 1988 για τον οποίο κέρδισε βραβείο Όσκαρ και Χρυσή Σφαίρα. Ήταν ήδη μια από τις πιο αναγνωρισμένες και αξιοσέβαστες ηθοποιούς του Χόλιγουντ όταν υποδύθηκε την πράκτορα Κλαρίς Στάρλινγκ για την ταινία «Η Σιωπή των Αμνών» το 1991, κερδίζοντας το δεύτερο της Όσκαρ και τη Χρυσή Σφαίρα.
Απολαμβάνοντας την επαγγελματική και οικονομική της ελευθερία στη συνέχεια ακολούθησε έναν διαφορετικό δρόμο, δοκιμάζοντας την σκηνοθεσία. Το σκηνοθετικό της ντεμπούτο έγινε με την ταινία "Little Man Tate" (1991) με την οποία κέρδισε επιπλέον αναγνώριση.
Η Φόστερ σε όλη τη διάρκεια της καριέρας της κρατούσε την ιδιωτική της ζωή κρυφή, αποφεύγοντας μάλιστα να απαντάει στο τηλέφωνο ή διατηρώντας το σπίτι της χωρίς οικιακές βοηθούς, φοβούμενη τα ταμπλόιντ. Το 1998 γέννησε τον πρώτο της γιο, Christopher, και τον Charles το 2001, χωρίς να δημοσιοποιήσει την ταυτότητα του πατέρα, συζώντας με την τότε σύντροφό της, Cydney Bernard, την οποία αναγνώρισε δημοσίως για πρώτη φορά το 2007 λαμβάνοντας το βραβείο Sherry Lansing Leadership Award στο 16ο "Women in Entertainment Breakfast".
Σε μια συνέντευξη του 2011 στον Λέτερμαν, μιλώντας για τη μητέρα της:
Το 1976 ο Άντι Γουόρχολ ρώτησε την 14χρονη Φόστερ κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης «πότε σκόπευε να παντρευτεί». Η έφηβη Τζούντι απάντησε «Ποτέ. Ελπίζω. Πρέπει να είναι βαρετό να χρειάζεται να μοιράζεσαι το μπάνιο με κάποιον άλλον».
σχόλια