Δεν πάνε πολλά χρόνια που όσοι τολμούσαν να μιλήσουν για καθαρή πράσινη ενέργεια, για το βρόμικο κάρβουνο και για την αποθήκευση ενέργειας αντιμετωπίζονταν τουλάχιστον ως γραφικοί. Ήταν η εποχή που λίγοι αναφέρονταν στην κλιματική αλλαγή και ακόμη λιγότεροι γνώριζαν τις συνέπειές της στο περιβάλλον και στον άνθρωπο. Κι ας φώναζαν οι επιστήμονες, οι οικολόγοι και οι φτωχές αναπτυσσόμενες χώρες που υφίστανται τις επιπτώσεις εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες.
Όταν όμως στο παιχνίδι μπήκαν οι οικονομολόγοι, όλοι άνοιξαν διάπλατα τ' αυτιά τους και τα μάτια τους. Η κλιματική αλλαγή έχει επίπτωση στην παγκόσμια οικονομία, είπαν. Πρώτος ο σερ Nicholas Stern δημοσίευσε την έκθεση για τα οικονομικά της κλιματικής αλλαγής τον Οκτώβριο του 2006. Ακολούθησαν κι άλλοι. Λίγα χρόνια αργότερα, το 2011, ήρθε και η έκθεση της διεπιστημονικής Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ) της Τράπεζας της Ελλάδος που προβλέπει ότι το συνολικό κόστος για την ελληνική οικονομία λόγω της αλλαγής του κλίματος θα φτάσει, σωρευτικά έως το 2100, τα 701 δισ. ευρώ. Και, όπως διαφαίνεται, είναι ήδη αργά για δραστική ανάσχεση αυτής της πορείας, καθώς, με δεδομένη την αδράνεια της πολιτείας τα προηγούμενα χρόνια, ακόμα και αν αρχίσουν να λαμβάνονται από σήμερα δραστικά μέτρα, το κονδύλι, σύμφωνα με την ΕΜΕΚΑ, δεν πρόκειται να περιοριστεί πάνω από 30%.
Κανείς δεν αμφισβητεί πλέον ότι ο τομέας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) αποτελεί έναν από τους βασικούς τομείς στους οποίους θα πρέπει να στηριχτεί η ελληνική οικονομία στην προσπάθειά της να κερδίσει, στο μέτρο που της αναλογεί, το στοίχημα της ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής αλλά και της ανάπτυξης. Το υπό αναθεώρηση Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) θα θέτει δεσμευτικό στόχο για μερίδιο 35% των ΑΠΕ στην τελική κατανάλωση ενέργειας έως το 2030. Όσο για την παραγωγή ενέργειας από τον ρυπογόνο λιγνίτη, ο πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει τον φιλόδοξο στόχο της απολιγνιτοποίησης έως το 2028.
Αναγκαίες επενδύσεις 12 δισ. ευρώ σε ΑΠΕ
Τι σημαίνει ο συγκεκριμένος στόχος ως προς τις αναγκαίες επενδύσεις; Θα πρέπει έως το 2030 να εγκατασταθούν 14,5 GW σε ΑΠΕ, ισχύς που μεταφράζεται σε επενδύσεις μεγαλύτερες των 12 δισ. ευρώ. Την απάντηση στο ερώτημα πώς θα βρεθούν τα λεφτά σε μια χώρα που εξέρχεται από τη χειρότερη οικονομική κρίση των τελευταίων δεκαετιών έχει δώσει ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Διαχειριστή ΑΠΕ και Εγγυήσεων Προέλευσης κ. Γιάννης Γιαρέντης, μιλώντας πριν από λίγο καιρό στο Athens Investment Forum. Σύμφωνα με όσα ανέφερε, κάθε χρόνο αυξάνονται τα επενδυτικά κεφάλαια που καθορίζουν το πού και το πώς θα επενδυθούν τα χρήματα που διαθέτουν με βάση τα κριτήρια ESG (Environmental, Social, Governance criteria). «Με απλά λόγια, το χρήμα σήμερα θέτει όρους περιβαλλοντικής, κοινωνικής και εταιρικής ευθύνης. Εάν μια επένδυση είναι πράσινη, αφήνει οφέλη στις τοπικές κοινωνίες και γίνεται από εταιρείες που έχουν σύγχρονη εταιρική διακυβέρνηση, τότε τα μεγάλα επενδυτικά funds δίνουν το πράσινο φως» σημειώνει.
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Citibank, τα funds που αποφασίζουν να επενδύσουν σε εταιρείες με βάση τους δείκτες ESG έχουν αυξηθεί την τελευταία πενταετία από τα 5 στα 20 δισ. δολάρια. «Αυτό το νούμερο ίσχυε μέχρι το 2018. Φέτος εικάζεται ότι υπάρχει ακόμα μεγαλύτερη άνοδος» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Γιαρέντης, τονίζοντας ότι πλέον δεν γεννάται ερώτημα ως προς το εάν υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια αλλά ως προς το πώς αυτά θα επενδυθούν στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, την τελευταία δεκαετία επενδύθηκαν στις ΑΠΕ 2,6 τρισ. δολάρια παγκοσμίως. Όλοι οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί διαθέτουν ένα σημαντικό χαρτοφυλάκιο πράσινων ενεργειακών έργων, ενώ οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν διαμηνύσει ότι σταματούν τη στήριξη σε επενδύσεις άνθρακα. Πέρα, όμως, από τις χρηματοδοτικές ροές που έχουν ανοίξει προς την πράσινη ενέργεια, σημαντικό ρόλο στις επενδύσεις ΑΠΕ παίζει η προηγμένη και κατά πολύ φθηνότερη, συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια, τεχνολογία τόσο για τα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα όσο και για την αποθήκευση ενέργειας. Διότι με δεδομένη τη στοχαστικότητα των ΑΠΕ –δίνουν ενέργεια μόνο όταν φυσά ή όταν έχει ηλιοφάνεια–, η αποθήκευση ενέργειας κρίνεται απαραίτητη για την ασφάλεια εφοδιασμού της χώρας.
Γι' αυτό η κυβέρνηση ετοιμάζει θεσμικό πλαίσιο για την ανάπτυξη έργων αποθήκευσης ενέργειας με επίκεντρο την αντλησιοταμίευση, η οποία αποτελεί, μέχρι στιγμής, το φθηνότερο και τεχνολογικά πιο δοκιμασμένο σύστημα αποθήκευσης. Η ανάπτυξη της αντλησιοταμίευσης μπορεί να γίνει είτε μέσω νέων έργων (έχουν δρομολογηθεί ήδη δύο, σε Αμάρι Κρήτης και Αμφιλοχία) είτε με τη μετατροπή των υφιστάμενων υδροηλεκτρικών σε αναστρέψιμες μονάδες.
Όσον αφορά τους υβριδικούς σταθμούς (σύστημα παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ σε συνδυασμό με αποθήκευση) που αναμένεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στην ενεργειακή αυτονομία των μη διασυνδεδεμένων νησιών, ορισμένα εκκρεμή ζητήματα ρυθμίζονται με διατάξεις που περιλαμβάνονται στο ενεργειακό νομοσχέδιο που εισήχθη την περασμένη Παρασκευή προς συζήτηση και ψήφιση στη Βουλή, στις οποίες επιπλέον προβλέπεται ότι με απόφαση του υπουργού θα καθοριστεί το καθεστώς στήριξής τους.
Διεθνείς παίκτες στην εγχώρια αγορά ΑΠΕ
Πάντως, τα μηνύματα για επενδύσεις σε αιολική ενέργεια στην Ελλάδα είναι εδώ και καιρό ενθαρρυντικά, παρά το περίπλοκο ρυθμιστικό περιβάλλον, το οποίο η παρούσα κυβέρνηση έχει δεσμευτεί ότι θα αλλάξει, απλοποιώντας τις αδειοδοτικές διαδικασίες. Ήδη, άλλωστε, το νέο ενεργειακό νομοσχέδιο προβλέπει απλούστευση των διαδικασιών για προέγκριση και έκδοση οικοδομικών αδειών παλιών αιολικών σταθμών που εγκαταστάθηκαν προ του 2006, οι κάτοχοι των οποίων προβαίνουν σε αποξήλωση και αντικατάσταση του εξοπλισμού τους. Επίσης, προβλέπονται ρυθμίσεις για τη διευκόλυνση ένταξης των σταθμών ΑΠΕ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας και χορήγησης μεμονωμένων ενισχύσεων (με κοινοποίηση στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ε.Ε.) για σύνθετους σταθμούς ΑΠΕ μεγάλης ισχύος (άνω των 250 μεγαβάτ).
Μάλιστα, η κυβερνητική δέσμευση για μερίδιο 35% ΑΠΕ έως το 2030 στο ενεργειακό μείγμα της χώρας έχει προσελκύσει μεγάλους διεθνείς παίκτες, όπως η ιταλική Enel και η γερμανική RWE, οι οποίες φαίνεται ότι ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη αιολικών πάρκων στη χώρα μας.
Παράλληλα, στο συνέδριο Wind Mission Greece, το οποίο συνδιοργανώθηκε πρόσφατα στην Αθήνα από την Parity Platform (μια ψηφιακή πλατφόρμα που συνδέει επενδυτές με έργα ΑΠΕ), έδωσαν το «παρών» ανώτατα στελέχη της Innogy (του ομίλου RWE που δραστηριοποιείται στις ΑΠΕ), της IDEOL, της αμερικανικής Principle Power και της πορτογαλικής EDP Renovaveis – πρόκειται για εταιρείες που πρωταγωνιστούν διεθνώς στον τομέα των υπεράκτιων αιολικών πάρκων. Αμείωτο παραμένει και το ενδιαφέρον της νορβηγικής Equinor, της οποίας στελέχη συναντήθηκαν πρόσφατα με τον κ. Χατζηδάκη. Ανάπτυξη χαρτοφυλακίου ΑΠΕ σχεδιάζει και η ΔΕΗ, με στόχο να φτάσει το ένα γιγαβάτ εντός της επόμενης πενταετίας, είτε μόνη της είτε σε συμπράξεις με ιδιώτες.
Σύμφωνα με την Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας (ΕΛΕΤΑΕΝ), το πρώτο εξάμηνο του 2019 η συνολική αιολική ισχύς έφτασε τα 3.025,1 MW (μεγαβάτ). Στους βασικούς παίκτες του Top 5 των ΑΠΕ στην Ελλάδα κατατάσσονται η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή με 554,1 MW (18,3%), η ΕΛ.ΤΕΧ. ΑΝΕΜΟΣ με 292 MW (9,7%), η Iberdrola Rokas με 250,7 MW (8,3%), η EREN με 242,7 MW (8%) και η EDF ΕΝ Hellas με 238,2 MW (7,9%). Όσον αφορά την πράσινη ενέργεια από τον ήλιο, το 2018 τα φωτοβολταϊκά κάλυψαν περίπου το 7% των αναγκών της χώρας σε ηλεκτρική ενέργεια. Στην Ελλάδα είναι εγκατεστημένα 2.665 μεγαβάτ φωτοβολταϊκών, εκ των οποίων τα 2.106 επί εδάφους και τα υπόλοιπα σε στέγες κτιρίων.
σχόλια