Είναι παντού. Στις βιτρίνες, στις φωτογραφίες, στα έντυπα, στις τηλεοπτικές σειρές, στους καφέδες. Θα μπορούσαμε να πούμε πως τα γλυκά είναι «το νέο μαύρο», αλλά στην πραγματικότητα δεν είναι ούτε τόσο νέα και σχεδόν ποτέ μονόχρωμα.
Ο Ρόαλντ Νταλ έγραψε τον Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας το 1964 και πριν το remake του Tim Barton γυρίστηκε σε ταινία το 1971. Ο Χάνσελ και η Γκρέτελ των αδερφών Γκριμ γεύτηκαν το τεράστιο ζαχαρωτό σπίτι της κακιάς μάγισσας το 1812. Το περίφημο “Like Water for Chocolate” γυρίστηκε το 1992. Πράγματι, η σοκολάτα πάντα ήταν καλοδεχούμενη στη λογοτεχνία, στο σινεμά, στο τραπέζι μας ή σε όποιο άλλο δωμάτιο θεωρούταν απαραίτητη.
Η έκρηξη πολύχρωμης τρούφας των τελευταίων χρόνων έχει αποκτήσει νέα χαρακτηριστικά και διαστάσεις, που δεν περιορίζονται στην εξωστρέφεια του #foodporn, ούτε καν στα “σοκόλαση” comments που συνοδεύουν κάθε εκδοχή λιωμένης κουβερτούρας. Τα ζαχαροπλαστεία των κέντρων με τις εντυπωσιακές βιτρίνες πολλαπλασιάζονται και εξαπλώνονται, ενώ ξεφυτρώνουν και πολλά χαριτωμένα καφέ που βασίζονται εξίσου στη βουτυρόκρεμα και τους συγγενείς της. Η κρίση δεν φαίνεται να έχει μειώσει την παραγωγή και την κατανάλωση, καθώς η ανάγκη για κάτι όμορφο, γλυκό και οικονομικό μοιάζει να αυξάνεται. Μπορεί το αντίτιμο για ένα ντόνατ ή cupcake να είναι πολλαπλάσιο της πραγματικής του αξίας, παραμένει όμως μια μονοψήφια απόλαυση.
[H σειρά “2 Broke Girls” διηγείται την ιστορία δύο κοριτσιών που εργάζονται στο Brooklyn και ονειρεύονται να αποκτήσουν το δικό τους μαγαζί με cupcakes.]
Η υπερτίμηση δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και συμβολική. Πόση χαρά μπορείς να αντλήσεις άραγε από ένα καλοσχηματισμένο γλυκάκι; Πόση χαμένη παιδικότητα μπορεί να συσσωρευτεί σε ένα ροζ γλάσο; Η όλη διαδικασία πολλές φορές ανάγεται σε ιεροτελεστία: επιλογή του πιο όμορφου, φωτογράφιση και χώνεψη. Μαρέγκα πολλαπλών χρήσεων λοιπόν και όχι, σε καμία περίπτωση δεν είναι επιλήψιμο. Είναι μια μικρή πολυτέλεια που οι περισσότεροι μπορούν ακόμα να προσφέρουν στον εαυτό τους. Δεν είναι παράδοξο, αντιθέτως, ιστορικά αποδεδειγμένο πως η βιομηχανία των γλυκών είναι από τις πιο ανθεκτικές σε περιόδους κρίσης. Η σοκολάτα Snickers έκανε την εμφάνιση της το 1930, το ίδιο και γλειφιτζούρια Tootsie Pops.
[Confectioner’s Journal, 1943]
Σήμερα οι απαιτήσεις μας αυξάνονται, καθώς η ανάγκη μας για γλυκό δεν περιορίζεται στο λιωμένο περιεχόμενο. Εξίσου σημαντικό, αν όχι σημαντικότερο, ρόλο παίζουν η εμφάνιση, η ονομασία και η προέλευση. Ζημιωμένα βγαίνουν τα ζαχαροπλαστεία της γειτονιάς, καθώς αυτού του είδους η κατανάλωση έχει συνδυαστεί περισσότερο με την “έξοδο” παρά με την σπιτική απόλαυση. Εντός των τεσσάρων τειχών τη σκυτάλη στην ικανοποίηση υπογλυκαιμίας παίρνει το DIY “γλυκάκι”, που με τη σειρά του διακοσμείται, φωτογραφίζεται, χωνεύεται.
Το δικό μας παραμύθι ίσως να μην κρύβει την κακιά μάγισσα πίσω από τα ζαχαρωμένα ράφια του, παρά μόνο το φίλτρο της Αλίκης που διαστρεβλώνει μεγεθύνοντας (ή μικραίνοντας) τις τάσεις, τους εαυτούς μας και την προσωπική μας Χώρα των Θαυμάτων.
σχόλια