Σε απόγνωση βρίσκονται οι παραγωγοί στη Θεσσαλία μετά την επέλαση της κακοκαιρίας Daniel, η οποία προκάλεσε -μεταξύ άλλων- τεράστιες καταστροφές στις καλλιέργειες της περιοχής.
Δενδρώδεις καλλιέργειες βυθίστηκαν στο νερό και στη λάσπη, καθώς οι πλημμύρες μετά την κακοκαιρία έπληξαν πολλές περιοχές της Θεσσαλίας. Πλέον, στην τρέχουσα καλλιεργητική σεζόν, δηλαδή από Οκτώβριο και μετά, η διαχείριση των εν λόγω καλλιεργειών θα είναι διαφορετική από την καθιερωμένη.
Ο δρ. Αλέξανδρος Παπαχατζής, καθηγητής Δενδροκομίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, αναφορικά με τη διαχείριση των εδαφών στον θεσσαλικό κάμπο τα οποία έχουν υποστεί πλημμύρες, επισημαίνει πως το πλημμυρισμένο έδαφος μπορεί να βιώσει αυτό που ονομάζεται «σύνδρομο μετά την πλημμύρα». Πρόκειται για κάτι παρόμοιο με το «σύνδρομο της αγρανάπαυσης», όπου η γη αφήνεται άσπαρτη από οποιαδήποτε καλλιέργεια, για ολόκληρη τη χρονιά. Τα πλημμυρισμένα εδάφη θα αντιμετωπίσουν προβλήματα που προκαλούνται από τη μείωση των ποσοστών αποικισμού ωφέλιμων μικροοργανισμών - μυκήτων του εδάφους.
Οι γεωργικές εκτάσεις που επλήγησαν από τις πλημμύρες και θα αφεθούν χωρίς να φυτευτούν με καμία ετήσια καλλιέργεια, ή έστω και με μία καλλιέργεια κάλυψης του εδάφους, θα έχουν πιθανές οικονομικές και εδαφικές περιβαλλοντικές συνέπειες. Ο καθηγητής εξηγεί πως μία από αυτές τις πιθανές αλλαγές είναι η αλλαγή στη βιολογική υγεία του εδάφους. Η ύπαρξη καλλιεργήσιμων φυτών, όπως τα ψυχανθή (μηδική, τριφύλλι, βίκος, κ.ά.) σε τέτοιες περιοχές θα βοηθήσει στη δημιουργία της μικροβιακής κοινότητας στη ριζική ζώνη, η οποία είναι απαραίτητη για τον κύκλο της απορρόφησης των θρεπτικών ουσιών, ειδικά του φωσφόρου. Συνιστάται οι σπόροι των φυτών που θα χρησιμοποιηθούν, να είναι επικαλυμμένοι με «μυκόρριζες». Πρόκειται για μύκητες που συμβιώνουν με τις ρίζες των φυτών και απορροφούν νερό και θρεπτικά στοιχεία από το έδαφος για να τα αποδώσουν στις ρίζες.
Ο καθηγητής συμπληρώνει πως οι δενδρώδεις καλλιέργειες είναι πολυδάπανες και χρειάζονται κάποια χρόνια για να αποδώσουν πλήρη παραγωγή. Επομένως η απώλειά τους, σύμφωνα με τον ειδικό επιστήμονα, μπορεί να αποτελέσει σοβαρή οικονομική καταστροφή για τον καλλιεργητή. Παράλληλα, είναι και καλλιέργειες ευαίσθητες στις ασθένειες του εδάφους, λόγω υπερβολικής υγρασίας, αλλά και στην «ασφυξία των ριζών» κυρίως από την μακρόχρονη κάλυψη του εδάφους με λιμνάζοντα νερά (πλημμύρες, βροχές, κλπ.).
Πόσες ημέρες «αντέχουν» στις πλημμύρες οι δενδρώδεις καλλιέργειες
Συνήθως, μέχρι και για 2 ημέρες, οι συγκεκριμένες καλλιέργειες που έχουν πλημμυρίσει, δεν έχουν κάποιο πρόβλημα «ασφυξίας των ριζών». Μάλιστα, αν ακολουθήσει μία πολύ καλή αποστράγγιση του εδάφους, τότε δεν υπάρχει ούτε πρόβλημα κάποιων ασθενειών, όπως η φυτόφθορα, που προσβάλλει τον «λαιμό», δηλαδή το σημείο που ακουμπά ο κορμός του δένδρου με το έδαφος, με αποτέλεσμα να σαπίζει και να ξεραίνεται σταδιακά όλο το δένδρο.
Τα περισσότερα δένδρα (όπως η ροδακινιά, αμυγδαλιά, κερασιά, φιστικιά, καρυδιά, μηλιά, ελιά, κλπ.) αντέχουν στις πλημμύρες μέχρι περίπου 7 ημέρες, μετά αρχίζουν τα προβλήματα της «ασφυξίας των ριζών». Εξαίρεση αποτελούν η δαμασκηνιά και η κορομηλιά, που αντέχουν σε πλημμυρισμένο έδαφος, μέχρι και 30 ημέρες, αλλά και όσα άλλα δένδρα, όπως η αμυγδαλιά και η ροδακινιά που προανέφερα, όταν είναι εμβολιασμένα πάνω σε «υποκείμενα» (το κάτω μέρος του φυτού που το χρησιμοποιούμε για τις ιδιότητές του κυρίως ως προς το έδαφος) δαμασκηνιάς.
Τι είναι η «ασφυξία των ριζών» στις δενδρώδεις καλλιέργειες
Ο καθηγητής Αλέξανδρος Παπαχατζής διευκρινίζει πως η «ασφυξία των ριζών» είναι η έλλειψη οξυγόνου, που προκαλείται συνήθως από την κατάκλιση με νερό των εδαφών, στα οποία υπάρχουν δενδρώδεις καλλιέργειες, δημιουργώντας έτσι ένα αναερόβιο περιβάλλον στην περιοχή της ριζόσφαιρας των δένδρων, με παράλληλη αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα και του αιθυλενίου, τα οποία δηλητηριάζουν τα δένδρα μας και στο τέλος ξεραίνονται.
Ποια θα είναι η διαχείριση των καλλιεργειών
Ο καθηγητής Δενδροκομίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας δεν παραλείπει να τονίσει ποια πρέπει να είναι η διαχείριση των καλλιεργειών, οι οποίες πλημμύρισαν.
Η διαχείριση τους εστιάζεται στους παρακάτω τομείς:
- φροντίζουμε για την άμεση απομάκρυνση και αποστράγγιση των πλημμυρισμένων οπωρώνων, είτε με αντλίες για την αναρρόφηση των υδάτων, είτε ανοίγοντας αυλάκια διαφυγής του νερού.
- απομακρύνουμε όλα τα φερτά υλικά (ξύλα, άχυρα, σκουπίδια, κλπ.) και περνάμε όταν στεγνώσει το έδαφος, έναν ελαφρύ «καλλιεργητή», ώστε να αεριστεί καλύτερα, προσπαθώντας όμως να μην συμπιέσουμε το έδαφος μας με ιδιαίτερα βαριά μηχανήματα.
- αμέσως μετά την απομάκρυνση των υδάτων, «ξελακώνουμε» γύρω από τον κορμό (λαιμό) του δένδρου, ώστε να μην υπάρχουν συνθήκες υπερβολικής υγρασίας που ευνοούν την ανάπτυξη των ασθενειών.
- ποτίζουμε γύρω από τον κορμό (και τον κορμό) των δένδρων με “Chestnut compound” (σκεύασμα της Καστανιάς). Παρασκευάζεται, αναμειγνύοντας 2 κιλά θειικό χαλκό (γαλαζόπετρα) σε σκόνη, με 9 κιλά ανθρακική αμμωνία (σόδα) μέσα σε πλαστικό σκεύος χωρίς νερό. Διαλύουμε κατόπιν 30γρ. από αυτό το σκεύασμα, σε 10 λίτρα νερό και ποτίζουμε στην ρίζα.
- επαλείφουμε το κάτω μέρος του κορμού του δένδρου και κυρίως τον «λαιμό» με «βορδιγάλειο πολτό», έτοιμο, ή τον παρασκευάζουμε εμείς με θειικό χαλκό (γαλαζόπετρα) και ασβέστη (συνταγή θα βρείτε στο διαδίκτυο).
- συνιστάται ανάμεσα από τα δένδρα του οπωρώνα, η σπορά μιας καλλιέργειας κάλυψης σαν «χλωοτάπητας» (γκαζόν), εάν είναι δυνατόν με ψυχανθή (μηδική, τριφύλλι) εμπλουτισμένα και με μυκόρριζα, αλλιώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε ακόμη και την αυτοφυή βλάστηση που θα την κουρεύουμε.
Ο καθηγητής καταλήγει τονίζοντας ότι η φύτευση πολυετών δενδρωδών καλλιεργειών, με το βαθύ ριζικό τους σύστημα και τη συγκαλλιέργειά τους με τα ψυχανθή (σαν φυτά κάλυψης), όχι μόνο δίνουν ένα συμπληρωματικό εισόδημα τα πρώτα χρόνια, μέχρι να μπουν τα δένδρα σε πλήρη παραγωγή, αλλά αυξάνουν κιόλας το πορώδες του εδάφους, αποστραγγίζοντάς το καλύτερα και δημιουργώντας ευνοϊκότερες συνθήκες απορρόφησης των θρεπτικών στοιχείων από τα δένδρα.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ