OΣΟΙ ΓΚΡΙΝΙΑΖΟΥΝ ΟΤΙ στο Netflix έχει μόνο σκουπίδια, δίνουν άραγε ποτέ καμιά ευκαιρία στην «ποιότητα» όταν εμφανιστεί στο κανάλι; Ρητορικό το ερώτημα. Σε κάθε περίπτωση, πέρα από σειρές και ντοκιμαντέρ, κάθε τόσο εμφανίζεται και μια καλή ως εξαιρετική ταινία που κάνει πρεμιέρα στην πλατφόρμα, εξαργυρώνοντας το ποσό της μηνιαίας συνδρομής.
Η πιο πρόσφατη τέτοια περίπτωση φρέσκιας διανομής είναι η σύγχρονη «κοινωνική κομεντί» που ανέβηκε πριν από λίγες μέρες με τίτλο "The Forty-Year-Old Version" με σκηνοθέτρια, σεναριογράφο και πρωταγωνίστρια την φοβερή Rhada Blank, την σαραντάρα (και κάτι) Νεοϋορκέζα του τίτλου, που κάνει με την ταινία το εντυπωσιακό της κινηματογραφικό ντεμπούτο παρότι χρόνια στο (θεατρικό κυρίως) κουρμπέτι. Ας μην αποθαρρυνθεί ο θεατής από την άγνωστη δημιουργό, την «καλλιτεχνική» ασπρόμαυρη φωτογραφία ή τον «τοπικό» χαρακτήρα της πλοκής.
Η αυθεντικότητα της ταινίας δεν τίθεται προς συζήτηση, από την στιγμή που είναι κατά 90% αυτοβιογραφική. Ακόμα και το διαμέρισμα που μένει η δημιουργός και πρωταγωνίστρια είναι το πραγματικό της διαμέρισμα. Η Rhada Blank υποδύεται τον εαυτό της (ή μια πειστική εκδοχή του). Είναι μια θεατρική συγγραφέας που κάποτε είχε συμπεριληφθεί στους «30 πιο σημαντικούς και πολλά υποσχόμενους θεατρικούς συγγραφείς κάτω από 30», έκτοτε όμως δεν έχει καταφέρει να μετουσιώσει εκείνη τη δυναμική σε κάποιου είδους καθιέρωση της στον χώρο. Συγχρόνως, παλεύει να διαχειριστεί την απώλεια της μητέρας της και να πορευτεί ρομαντικά σε έναν κόσμο που το φλερτ και το σεξ δεν είναι πλέον αυτά που ήταν στα νιάτα της.
Εκτός από μια λαμπρή, διεισδυτική, συναισθηματική και κατά τόπους ξεκαρδιστική ματιά στα ζόρια που αντιμετωπίζουν οι πρώην φερέλπιδες και ταλαντούχοι δημιουργοί στο κατώφλι της μέσης ηλικίας, η ταινία αποτελεί και μια κομψή και ευαίσθητη ωδή στη Νέα Υόρκη.
Δεν είναι μόνο δική της η ευθύνη όμως αλλά και ενός ολόκληρου συμπλέγματος παραγωγών και χορηγών που απαιτούν πολύ συγκεκριμένες αφηγήσεις από τους μαύρους δημιουργούς. «Τι πρέπει να κάνω δηλαδή;» λέει σε μια απελπισμένη φάση η Rhada. «Να γράψω μιούζικαλ για τη δουλεία; Δεν έχω καμία διάθεση να κάνω πορνό φτώχιας και εξαθλίωσης, ούτε μπορώ να κάνω έργο για τους πολέμους στην Αφρική». Προς το παρόν βιοπορίζεται ως θεατρική δασκάλα σε ζόρικους μαθητές λυκείου, μέχρι που μια μέρα της έρχεται η έμπνευση να εκφραστεί μέσω του ραπ αυτοσχεδιασμού, παρά την προχωρημένη ηλικία της για το είδος, στο οποίο όμως αποδεικνύεται ότι έχει πραγματικό χάρισμα, αλλά και ένα ευρύ, καυστικό λεκτικό οπλοστάσιο που λείπει σε νεότερους καλλιτέχνες του hip-hop.
Η τοποθεσία, η (απαλών τόνων) ασπρόμαυρη φωτογραφία και το ύφος της ταινίας που κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας στο τελευταίο φεστιβάλ του Sundance, προκαλούν συνειρμούς με αντίστοιχες δημιουργίες εμβληματικών σκηνοθετών της Νέας Υόρκης, όπως το "She's Gotta Have It" του Σπάικ Λι (υπάρχει στο Netflix) ή το «Μανχάταν» του Γούντι Άλεν, ενώ ο τίτλος παραπέμπει σε ταινίες του Τζαντ Άπατοου όπως ο «Παρθένος ετών 40» ή το "This is 40" (επίσης διαθέσιμο στην πλατφόρμα).
Εκτός από μια λαμπρή, διεισδυτική, συναισθηματική και κατά τόπους ξεκαρδιστική ματιά στα ζόρια που αντιμετωπίζουν οι πρώην φερέλπιδες και ταλαντούχοι δημιουργοί στο κατώφλι της μέσης ηλικίας, η ταινία αποτελεί και μια κομψή και ευαίσθητη ωδή στη Νέα Υόρκη. Το μήνυμα της όμως είναι οικουμενικό και απευθύνεται σε πολύ κόσμο πέρα από τα όρια του Χάρλεμ, του Μπρούκλιν, της Νέας Υόρκης ή της Αμερικής. Απευθύνεται σε όσους και σε όσες κάποια στιγμή εκεί γύρω στα σαράντα (λίγο πριν, λίγο μετά, δεν έχει τόση σημασία) βρίσκουν ξαφνικά τοίχο, καθώς οι αναβολές και οι δικαιολογίες τελειώνουν, και πρέπει να βρουν τον ιδανικό τρόπο να παραμείνουν αληθινοί με τον εαυτό τους, συμβιβάζοντας τις φιλοδοξίες, τα όνειρα και την επιθυμία της αδέσμευτης έκφρασης με τις πανίσχυρες δυνάμεις της πεζής πραγματικότητας. Οι πιο πολλοί άνθρωποι εξάλλου είναι σαν την Rhada: ευάλωτοι και τρωτοί ακόμα κι όταν επιστρατεύουν ένα ζόρικο προσωπείο. Το ζητούμενο είναι να μην αφεθείς στην αυτολύπηση.
σχόλια