Υπάρχει κάτι βαρύ και αξιοσέβαστο στις στιγμές ανθρώπων που εξομολογούνται λεπτομέρειες από μία δύσκολη περίοδο της ζωής τους.
Λόγου χάριν, η χθεσινή συνέντευξη της πρώην προέδρου της Βουλής, Ζωής Κωνσταντοπούλου – ασχέτως που οι δικές της δύσκολες στιγμές συνέπεσαν με τις δραματικότερες της χώρας – είχε αρκετά τέτοια σημεία: δεν είναι λίγο πράμα να μιλάς (σε μέρα σημαδιακή για τα γυναικεία δικαιώματα), στον ΣΚΑΪ, για το πώς επιχειρήθηκε και τελικώς επετεύχθη να μπεις στο περιθώριο · να χαρακτηριστείς ανεπιθύμητη · να τραμπουκίζεσαι για καιρό από το περιστύλιο μέχρι την έδρα κι από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων μέχρι το κατώφλι του βενζινάδικου της γειτονιάς σου.
Αγαθόν το εξομολογείσθαι. Και αγαθότερον, όταν έχει κάτι από ειλικρινή, υπόκωφο λυγμό, όχι από κλάψα. Και η Κυρία Κωνσταντοπούλου έθιξε και εξομολογήθηκε, όλα αυτά που αναμενόταν να θίξει και να εξομολογηθεί:
Για το τι απέγινε το Plan B: «O Αλέξης Τσίπρας έκανε ό,τι μπορούσε για να μην υπάρξει σχέδιο Β. Όμως, υπήρξαν σχέδια σε πείσμα και του τι επιδίωξε ο ίδιος».
Για το κρίσιμο βράδυ της διαπραγμάτευσης: «Το βράδυ της διαπραγμάτευσης του είχα στείλει μήνυμα ότι πρέπει να έρθει πίσω…. Γύρνα πίσω, μην υπογράφεις, για όλα μπορούμε να δώσουμε λύσεις…. Όχι, δεν πήρα απάντηση».
Για το θέμα του νομίσματος: «Εγώ δεν είμαι οπαδός και θιασώτης κανενός νομίσματος, εγώ τα νομίσματα τα θεωρώ και τα αντιμετωπίζω ως Μέσα, δεν θεωρώ ότι για να έχουμε ευρώ πρέπει να πεθάνει ένας άνθρωπος».
Για την κλιμακούμενη στοχοποίηση της: «Ο Δραγασάκης με στοχοποίησε, είχα ζητήσει να δω τον κ. Τσίπρα… Ήξερα ότι υπήρχαν πιέσεις από το περιβάλλον του, αλλά πίστευα ότι ο ίδιος δεν θα πρόδιδε τον λαό… Ήταν υπερβάλλουσα η εμπιστοσύνη που του έδειξα και πολλές φορές με κόστος προσωπικό – φαινόταν ότι η στοχοποίηση μου προερχόταν από το Μαξίμου»
Για τη «νύχτα των μεγάλων μαχαιριών»: «Δεν είχε τη διάθεση (σ.σ.: ο Αλέξης Τσίπρας) να βρίσκεται ενώπιος ενωπίω μαζί μου, γι’ αυτό και όταν με κάλεσε είχε συμπαραστάτες τον κ. Βούτση και τον κ. Φλαμπουράρη».
Και τίποτα απ’ όλα αυτά να μην παρέθετε η κ. Κωνσταντοπούλου, παρά μόνο τη σκηνή που συνασπίζονται όλοι για να πολεμήσουν (τη) μία, το μήνυμα θα είχε φτάσει στη σαλοτραπεζαρία. Κάνοντας τη διατύπωση εικόνα, εξανίσταται κάποιος, συμπάσχει.
Κάτι, όμως, είχε αλλάξει (χθες). Όχι η ουσία, αλλά κάπως το περιτύλιγμα. Όχι ο γνωστός, περήφανος ντιστεγκέ λόγος της κυρίας Κωνσταντοπούλου, αλλά το «φίλτρο», ίσως ο καλαίσθητος φωτισμός. Όχι το περιεχόμενο, αλλά η ροή, ο ρυθμός, ο αφηγηματικός τόνος.
Με δύο λόγια, μια πειστική, ανθρώπινη και πολιτική μαρτυρία για το τι πήγε στραβά (όλα) το καλοκαίρι που η χώρα γνωρίστηκε με τα capital controls. Merveilleux, που θα έλεγε και ο Γιουνκέρ.
Μόνο που οι καιροί είναι πονηροί. Είναι αδύνατον να ξεχάσει κανείς την – πολιτική, οικονομική, mediaκή – συγκυρία και να αξιολογήσει απλώς την παρουσία. Και πάλι, όλες οι ιστορικές εξομολογήσεις, έχουν μέσα τους και μια σταγόνα αυτοκριτικής. Σοβαρής. Και όσο κι αν δουλεύουν στο φουλ οι μηχανισμοί κοινωνικής αμνησίας, ας μη γελιόμαστε: η συνέντευξη δόθηκε στον ΣΚΑΪ. Στον σταθμό, όπου ακούστηκε το θρυλικό «τι είπατε;» της κας Κωνσταντοπούλου προς τη Σία Κοσσιώνη, μαζί με άλλα, καθόλου τιμητικά για τον σταθμό και τη λειτουργία του. Αλλά έτσι κι αλλιώς, ζούμε σε μέρες τρελές.