Η εξέταση ελαφιών για SARS-CoV-2 είναι λίγο πιο περίπλοκη από εκείνη σε ανθρώπους- ο στυλεός πρέπει να φτάσει πολύ πιο βαθιά στις σπηλαιώδεις μύτες τους, για παράδειγμα. Και τα εν λόγω ελάφια είναι συνήθως νεκρά, στο φορτηγάκι ενός κυνηγού ή κάποιο κρεοπωλείο, περιμένοντας να γίνουν χάμπουργκερ, λουκάνικα και μπριζόλες.
Ερευνητές συνεργάζονται με κυνηγούς εδώ και δεκαετίες στο πλαίσιο της τακτικής επιτήρησης της άγριας πανίδας για τη διαχείριση των πληθυσμών ελαφιών και την παρακολούθηση της εξάπλωσης μολυσματικών ασθενειών, όπως η φυματίωση των βοοειδών. Τελευταία όμως, οι επιστήμονες εξετάζουν επίσης τα ελάφια για τον ιό που προκαλεί την COVID-19 σε ανθρώπους.
Εκτός από την εκτίμηση της ηλικίας ενός ελαφιού με τον έλεγχο των δοντιών και τη μέτρηση των κεράτων του, οι ερευνητές καθαρίζουν τη λάσπη και το χορτάρι γύρω από τα ρουθούνια του ζώου πριν εισάγουν ένα στυλεό για να ελέγξουν για ιικό RNA. Στη συνέχεια, συλλέγουν αίμα για να ελέγξουν τα αντισώματα των ζώων αυτών κατά του κορωνοϊού. Η έρευνά τους έχει αποκαλύψει εκτεταμένη μόλυνση σε ελάφια με λευκή ουρά (Odocoileus virginianus) στη Βόρεια Αμερική, με εκατοντάδες μολυσμένα ζώα σε 24 πολιτείες των ΗΠΑ και αρκετές επαρχίες του Καναδά.
Οι επιστήμονες θέλουν να καταλάβουν πώς ο ιός εισέρχεται στα ελάφια, τι συμβαίνει καθώς εξαπλώνεται μεταξύ τους και ποιον κίνδυνο μπορεί να ενέχουν οι μολύνσεις για άλλα άγρια ζώα και τον άνθρωπο.
Οι μεταλλάξεις που βρήκαν να κυκλοφορούν στα ελάφια είναι συνήθως οι ίδιες που εξαπλώνονται σε ανθρώπους που ζουν κοντά στα ζώα, αλλά ορισμένες μελέτες υποδηλώνουν ότι ο SARS-CoV-2 στη φύση μπορεί ήδη να αναζητά νέες οδούς εξέλιξης μέσω νέων παραλλαγών.
Δεν είναι ακόμη σαφές αν ο κορωνοϊός μπορεί να εξαπλωθεί ευρέως στα ελάφια ή αν η μετάδοση από τα ζώα στον άνθρωπο θα μπορούσε να προκαλέσει επιδημίες. Ωστόσο, οι ερευνητές ανησυχούν όλο και περισσότερο για το ενδεχόμενο τα ελάφια να γίνουν δεξαμενή του ιού και να δημιουργήσουν ενδεχομένως νέες μεταλλάξεις. Ορισμένοι ερευνητές πιστεύουν ότι η εξαιρετικά μολυσματική μετάλλαξη της Όμικρον πέρασε χρόνο σε μια δεξαμενή ζώων πριν εμφανιστεί στους ανθρώπους.
Μέχρι στιγμής, τα μολυσμένα ελάφια δεν αρρωσταίνουν σοβαρά, αλλά θα μπορούσαν να μεταδώσουν τη μόλυνση σε ζώα που μπορεί να είναι πιο ευάλωτα. Και αυτό εγείρει τεράστια ανησυχία. «Μόλις εισέλθει στην άγρια ζωή», λέει η Marietjie Venter, επιδημιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Πρετόρια στη Νότια Αφρική, «βασικά δεν υπάρχει τρόπος να το ελέγξουμε αυτή τη στιγμή».
Πολλαπλές εστίες κρουσμάτων
Οι ερευνητές ανησυχούν έντονα για τις μολύνσεις της άγριας ζωής από την αρχή της πανδημίας του κορωνοϊού, αλλά η παρακολούθηση των κινήσεων του ιού είναι δύσκολη.
Στις αρχές Ιανουαρίου του 2021, ερευνητές του Υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ (USDA) έδειξαν ότι τα ελάφια σε αιχμαλωσία μπορούν να μολυνθούν με τον SARS-CoV-2, να τον αποβάλουν στη ρινική τους βλέννα και στα κόπρανά τους και να μεταδώσουν τη μόλυνση σε άλλα ελάφια σε γειτονικούς κλωβούς. Μέσα σε μια εβδομάδα, τα ζώα άρχισαν να παράγουν αντισώματα κατά του ιού, αλλά κανένα δεν ήταν ιδιαίτερα άρρωστο.
Τα αποτελέσματα εξέπληξαν τους επιστήμονες επειδή άλλα οπληφόρα, όπως αγελάδες, πρόβατα και κατσίκες, είναι αρκετά ανθεκτικά στη μόλυνση από κορωνοϊό, αν και μέχρι στιγμής, η επιδημία φαίνεται να περιορίζεται στη Βόρεια Αμερική.
«Κανείς δεν έχει εντοπίσει τον κορωνοϊό σε ευρωπαϊκά ελάφια μέχρι στιγμής, παρά τις πολλαπλές έρευνες», τονίζει η Ρέιτσελ Τάρλινγκτον, κτηνίατρος ιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ, στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι ερευνητές λένε ότι οι βιολογικές διαφορές δεν φαίνεται να εξηγούν την ασυμφωνία αυτή. «Όλα τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι τα ευρωπαϊκά είδη ελαφιών είναι εξίσου ευάλωτα με τα ελάφια με λευκή ουρά», πρόσθεσε. Αντίθετα, η επιδημία στη Βόρεια Αμερική φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της υψηλής πυκνότητας των ελαφιών και των συχνών αλληλεπιδράσεων των ανθρώπων μαζί τους.
Ανθρώπινη παρέμβαση
Ο τρόπος που μολύνονται τα ελάφια παραμένει μυστήριο. Οι άνθρωποι είναι γνωστό ότι μεταδίδουν παθογόνους μικροοργανισμούς στη φύση, όπως το βακτήριο Escherichia coli, τον ιό της ιλαράς και το πρωτόζωο Giardia, μεταξύ άλλων. Αλλά αυτά τα άλματα, ή «διαρροές», σπάνια οδηγούν σε μετάδοση. Ο ιός όμως θα μπορούσε να μεταδοθεί μέσω άμεσης επαφής, όταν για παράδειγμα οι άνθρωποι χαϊδεύουν ή ταΐζουν τα ζώα με το χέρι.
Μια άλλη πιθανή οδός μόλυνσης από τον SARS-CoV-2 θα μπορούσε να είναι περιβαλλοντική. Για παράδειγμα, τα ελάφια θα μπορούσαν να κολλήσουν τον ιό βάζοντας το ρύγχος τους σε χρησιμοποιημένες μάσκες που έχουν πεταχτεί στη φύση.
Μια άλλη πιθανότητα μπορεί να είναι τα μολυσμένα λύματα που μπορεί να καταλήξουν στις πηγές νερού των ζώων. Άλλα ζώα, όπως οι άγριες γάτες ή τα άγρια μινκ, θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως ενδιάμεσος ξενιστής, σύμφωνα με ορισμένες μελέτες. Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει μόνο μία πηγή μόλυνσης.
Όταν μολυνθεί ένα ελάφι, ο SARS-CoV-2 έχει πολλές ευκαιρίες για να εξαπλωθεί, να μεταλλαχθεί και ενδεχομένως να ανασυνδυαστεί με άλλους κορωνοϊούς. Επιπλέον, θα μπορούσε να εξελιχθεί ώστε να μολύνει και άλλα ζώα που βόσκουν, όπως πρόβατα, κατσίκες και αγελάδες, τα οποία μοιράζονται βοσκοτόπια με ελάφια.
«Από τη στιγμή που έχετε μια ενιαία δεξαμενή άγριων ζώων, είναι πιθανό να μεταπηδήσει σε άλλα άγρια ζώα ή ακόμη και σε οικόσιτα ζώα», δήλωσε στο περιοδικό, η Λίντα Σαίφ, ιολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο.
Η μετάδοση από ελάφι σε άνθρωπο, αν επιβεβαιωθεί, θα ήταν ανησυχητική, όπως και η επαναμόλυνση μεταξύ των ελαφιών. Τον περασμένο Δεκέμβριο και Ιανουάριο, ο Σουρές Κουτσιπούντι, ιολόγος στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, εντόπισε ένα ελάφι που είχε μολυνθεί με την Όμικρον και το οποίο είχε επίσης αντισώματα κατά της παραλλαγής Δέλτα.
«Αν τα ζώα μπορούν να επαναμολυνθούν, όπως ακριβώς και οι άνθρωποι, τότε ο ιός δεν θα εξαφανιστεί, αλλά θα συνεχίσει να κυκλοφορεί», τόνισε ο Κουτσιπούντι.
Οι ερευνητές λένε ότι δεν υπάρχουν ακόμη αρκετά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι τα ελάφια μπορούν να αποτελέσουν έδαφος αναπαραγωγής επικίνδυνων παραλλαγών. Ο Μπράιαν Ρίτσαρντς, βιολόγος άγριας ζωής και συντονιστής αναδυόμενων ασθενειών στο Εθνικό Κέντρο Υγείας Άγριας Ζωής της Γεωλογικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ στο Ουισκόνσιν, συμφωνεί ότι τα ελάφια δεν φαίνεται ακόμη να αποτελούν κίνδυνο.
«Από τα εκατομμύρια των ανθρώπων που συναναστράφηκαν με ελάφια κατά τη διάρκεια της περσινής κυνηγετικής περιόδου, μόνο ένα άτομο μολύνθηκε», είπε.
Αυτό που είναι σίγουρο πάντως, είναι ότι για την κατανόηση της κατάστασης θα απαιτηθούν περισσότερες δειγματοληψίες από ζώα. Οι επιστήμονες σχεδιάζουν περισσότερες πειραματικές μελέτες μόλυνσης για να δουν αν παραλλαγές όπως η Όμικρον και η Δέλτα, συμπεριφέρονται διαφορετικά στα ελάφια με λευκή ουρά, καθώς και ποια άλλα άγρια ζώα είναι ευάλωτα στον κορωνοϊό.
Με πληροφορίες από Nature