Ακόμα και την εποχή του Ζάετς και του Καρούλια, τέτοιο χάλι δεν το είχαμε δει. Η οιαδήποτε επαρχιακή ομάδα ξέρει πια ότι με λίγο τρέξιμο, με λίγες κλοτσιές και κάποιο φοβέρισμα τον ΠΑΟ τον έχει στο τσεπάκι. Η γύμνια της ομάδας καταπλήσσει διότι χρήματα υπάρχουν, μεταγραφές γίνονται, βεντέτες αγοράζονται, γήπεδο «ετοιμάζεται», αλλά πέραν τούτων ουδέν. Τι πταίει άραγε;
Οι πιο φρόνιμοι και είρωνες μετρούν τα κατά στα δάχτυλα των δύο χεριών. Ποιος είναι ο πρώτος σκόρερ του γερμανικού πρωταθλήματος; Ο Γκέκας - Έλλην, πρώην παίκτης του Παναθηναϊκού. Ποιος είναι ο καλύτερος αμυντικός μας; Ο Κυριάκος - πρώην στόπερ του Παναθηναϊκού. Πού βασίζεται η επίθεση της ΑΕΚ; Στον Λυμπερόπουλο, πρώην κυνηγό του Παναθηναϊκού. Πόθεν προέρχεται ο βασικός κορμός της Εθνικής μας; Από τον Παναθηναϊκό βέβαια. Σε ποια ομάδα ανήκαν οι Νικοπολίδης και Κωνσταντίνου; Στον Παναθηναϊκό. Πώς γίνεται λοιπόν παίκτες που αποδίδουν -στο εξωτερικό και στο εσωτερικό- να «λείπουν» από την ομάδα και να ρίχνουν μαύρη πέτρα πίσω τους;
Οι Βαρδινογιάννηδες εφάρμοσαν στην ομάδα τις τακτικές της επιχειρησιακής στυγνότητας, λησμονώντας ότι το μυστικό του κάθε συνόλου είναι κάτι που δεν αγοράζεται: η «οικογένεια», η ομοψυχία και η αθλητική αλληλεγγύη. Πίστεψαν ότι μπορεί κανείς να στήσει μιαν ομάδα ψυχρά, από τα έξω, όπως άλλοι στήνουν επιχειρήσεις μαϊμούδες. Παίρνω είκοσι νοματαίους, νοικιάζω κάποιον ξενόγλωσσο κόουτς, βάζω τους κοντυλοφόρους να γράφουν σαχλαμάρες και να τις κρεμάνε στα μανταλάκια - τι άλλο είναι η ομάδα;
Το εφεύρημα της «Ριζούπολης», ότι δήθεν οι παίκτες πούλησαν την ομάδα -και αλήθεια να είναι- βαρύνει τους διοικούντες. Επί μια δεκαετία δεν κατάφεραν να προστατεύσουν τους παίκτες από τη συστηματική εχθρότητα των αθλητικών αρχών, δεν αξιοποίησαν τον Κυράστα, που ήταν ο καλύτερος προπονητής, κέρδισαν τέλος ένα νταμπλ που τους το «έδωσε» η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση ενώ θα έπρεπε να το της το πετάξουν στα μούτρα. Ενοχοποιώντας τους παίκτες (που περιέργως απέδιδαν στην Ευρώπη...) ουσιαστικά αποδέχθηκαν το ρόλο του αδύναμου θύματος που τελικά στρέφεται κατά του εαυτού του.
Σήμερα η ομάδα δεν έχει φρόνημα· κανένας παίκτης δεν εκτιμάει τον εαυτό του και τους συμπαίκτες τους (γελάει ο κόσμος μαζί σου, αλληλοβρίζονται στις προπονήσεις). Όσοι παίζουν δεν είχαν γνωρίσει κάποιο ένδοξο παρελθόν, ώστε αυτό τουλάχιστον να τους κρατήσει όρθιους. Έχει παρελθόν ο Έντεμπε, ο Λεοντίου, ο Δάρλας και ο Σέριτς; Ανάστημα στην ομάδα δεν υπάρχει, παίκτης που να εμπνέει σεβασμό ούτε γι' αστείο. Οι αντίπαλοι τους πιάνουν από τ' αυτιά και σχεδόν διασκεδάζουν.
Βέβαια αν η ομάδα είχε κατέβει στο Πανθεσσαλικό με Βίκτωρ, Μπόβιο, Γκονζάλες και Σαλπιγγίδη, ίσως τα πράγματα να ήταν διαφορετικά. Ποιος φταίει λοιπόν αν οι παίκτες δε φτουράνε και τελικά βγαίνουν κούτσαυλοι; Το καταλαβαίνουμε αν συγκρίνουμε την ομάδα ποδοσφαίρου με την ομάδα μπάσκετ και τον Τζίγκερ με τους Γιαννακοπουλαίους.
Ο Παύλος -ακόμα και στο ντύσιμο και στην κοψιά- είναι άνθρωπος παλαιάς κοπής. Το μάτι του έχει ζεστό δάκρυ, βλέπει τους αθλητές σαν ανθρώπους και όχι σαν οικονομικά μεγέθη, κρατάει έναν προπονητή χρόνια στη σειρά για να φτιάξει παράδοση και προϋποθέσεις συλλογικού μύθου. Το ισοζύγιό του δεν το ξέρουμε, βλέπουμε όμως έναν άνθρωπο που λάμπει επειδή τα «παιδιά» του γνωρίζουν επιτυχίες. Κατ' αναλογία, η ομάδα του Παύλου στο μπάσκετ είναι ό,τι η Μπαρτσελόνα ή η Τσέλσι στο ποδόσφαιρο. Πώς επετεύχθη αυτό; Πάντως όχι μόνο με τα λεφτά. Μόνο με λεφτά -ευτυχώς- τίποτα δε γίνεται. Και τίποτα χωρίς λεφτά.
Απομένει ο κόσμος του Παναθηναϊκού, το αλύτρωτο πράσινο πλήθος που από χρόνο σε χρόνο και από αποτυχία σε αποτυχία απώλεσε την αυτοπεποίθηση και τον αυτοσεβασμό του, διαποτίστηκε από το σύνδρομο του μυγιάγγιχτου αποτυχημενάκια καταντώντας γραφική φιγούρα πτωχαλαζόνα παρελθοντολάτρη. Εξάλλου, καθώς η ομάδα όλο και βυθίζεται, δεν βγαίνει νέα γενιά πράσινων πιτσιρικάδων. Μετά το Γουέμπλεϊ ουσιαστικά το φυτώριο πήρε την κατιούσα.
Από τη Βουλή και την τηλεόραση μέχρι τα σχολεία και τα αναψυκτήρια το (ποδοσφαιρικό) τριφύλλι έχει χάσει τη μάχη. Ειδικά στην τηλεόραση το καθεστώς είναι εξωφρενικό. Σπορκάστερ, σχολιαστές, κληθέντες παλαίμαχοι, πολιτικοί, όλοι ομνύουν στη γνωστή παρα-ποδοσφαιροφροσύνη των τελευταίων χρόνων. Συμβαίνει μάλιστα το εξής αλλόκοτο: ο ΟΣΦΠ, σε ανάλογα χάλια με τον ΠΑΟ, δίνει διαρκώς την εντύπωση ότι βρίσκεται σε πορεία προόδου, ότι δικαιώνει τις ελπίδες των οπαδών, ότι πρωταγωνιστεί και ότι έχει μπροστά του ανοιχτό πεδίο δόξης.
Ακόμα και στον πόλεμο των εντυπώσεων οι διοικούντες τον ΠΑΟ αποδεικνύονται ατζαμήδες και τυριά. Ξέρουμε τι θα γίνει τις επόμενες βδομάδες. Θα νοικιαστεί κάποιος προπονητής, θα αναγγείλουν κάποια βροντερά ονόματα, θα διώξουν όσους πήραν πέρυσι και, όντας βέβαιοι ότι ο κόσμος ξεχνάει το καλοκαίρι ό,τι παθαίνει το χειμώνα, θα ξεκινήσουν τη νέα σεζόν με τους γνωστούς τρεις στόχους: πρωτάθλημα, κύπελλο, Ευρώπη. Ποιος θα τους πει τέλος πάντων ότι «μας πήρανε χαμπάρι»;
σχόλια