Τα ευρήματα μιας μελέτης με επικεφαλής ερευνητές στη Σουηδία έδειξαν ότι η απλή εξέταση αίματος θα μπορούσε να ανιχνεύσει τη νόσο του Αλτσχάιμερ με την ίδια ακρίβεια όπως και οι τυπικές οσφυονωτικές παρακεντήσεις.
Η εξέταση αίματος ανιχνεύει το «p-tau217», μια μορφή της πρωτεΐνης tau, η οποία είναι μια πρωτεϊνική σφραγίδα της νόσου του Αλτσχάιμερ σύμφωνα με τους ερευνητές της μελέτης, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό JAMA Neurology.
Η μελέτη έγινε σε 786 άτομα και οι ερευνητές μπόρεσαν να χρησιμοποιήσουν το τεστ ALZpath p-tau217 για να αναγνωρίσουν τους ασθενείς ως πιθανούς, ενδιάμεσους ή απίθανους ασθενείς με νόσο του Αλτσχάιμερ.
Οι ειδικοί χαιρέτησαν τα ευρήματα της έρευνας λέγοντας πως «την περασμένη χρονιά, είδαμε απίστευτη πρόοδο στην ανάπτυξη τεστ για την ανίχνευση του Αλτσχάιμερ με βάση το αίμα. Και καθώς βλέπουμε όλο και περισσότερους διαφορετικούς τύπους τεστ να γίνονται διαθέσιμοι, μελέτες όπως αυτή είναι το κλειδί για να κατανοήσουμε ποιες είναι πιο ακριβείς», δήλωσε η Δρ Sheona Scales, Διευθύντρια Έρευνας στο Alzheimer's Research UK.
Τα άτομα που νοσούν με Αλτσχάιμερ έχουν συσσώρευση πρωτεϊνών γνωστών ως αμυλοειδές και tau στον εγκέφαλό τους, που είναι ένας από τους κύριους τρόπους ανίχνευσης της νόσου. Το Αλτσχάιμερ γενικά διαγιγνώσκεται με βάση τα συμπτώματα των ανθρώπων, όπως προβλήματα μνήμης, για παράδειγμα.
Η βελτίωση της διάγνωσης θα είναι ακόμη πιο ζωτικής σημασίας με την επικείμενη άφιξη νέων θεραπειών για τη νόσο του Αλτσχάιμερ. Σε αυτή τη νέα μελέτη, τα επίπεδα του p-tau217 στο αίμα αντανακλούσαν τα επίπεδα των πρωτεϊνών αμυλοειδούς και tau που παρατηρήθηκαν σε scannings εγκεφάλου και οσφυϊκές παρακεντήσεις.
«Προτού οι οποιεσδήποτε εξετάσεις αίματος γίνουν τυπικά διαγνωστικά εργαλεία, πρέπει ανεξάρτητα να αποδεικνύονται ότι είναι τουλάχιστον τόσο ευαίσθητες και ακριβείς όσο οι εγκεκριμένες εξετάσεις, όπως οι οσφυϊκές παρακεντήσεις», είπε η Δρ. Scales, προσθέτοντας ότι το αιματολογικό τεστ «έχει τεράστιες δυνατότητες. να φέρει επανάσταση στη διάγνωση για άτομα με υποψία Αλτσχάιμερ».
»Αυτό που είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο για τη νέα μελέτη είναι ότι οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μία μέθοδο για να ομαδοποιήσουν τους ανθρώπους σε αυτούς που ήταν πολύ πιθανό να έχουν Αλτσχάιμερ, σε αυτούς που ήταν πολύ απίθανο να έχουν τη νόσο και σε μια «ενδιάμεση» ομάδα που θα χρειαζόταν περαιτέρω τεστ με χρήση συμβατικών μεθόδων όπως οσφυϊκές παρακεντήσεις ή σαρώσεις PET», είπε η Δρ Scales. Η χρήση της εξέτασης αίματος με αυτόν τον τρόπο, σύμφωνα με τις προβλέψεις των ερευνητών, θα μπορούσε να μειώσει τη ζήτηση για αυτά τα τεστ κατά ποσοστό περίπου 80%.
Ωστόσο, υπάρχουν ακόμα αναπάντητα ερωτήματα, σύμφωνα με την δρ. Scales. «Πρέπει να αποκτήσουμε μια καλύτερη εικόνα για το πώς λειτουργούν καθημερινά αυτοί οι τύποι αιματολογικών εξετάσεων σε συστήματα υγειονομικής περίθαλψης του πραγματικού κόσμου», σημείωσε. Επίσης, όπως και οι νέες θεραπείες, έτσι και οι εξετάσεις αίματος πρέπει να περάσουν από ρυθμιστική έγκριση για να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν σε ένα περιβάλλον υγειονομικής περίθαλψης.
Οι άνθρωποι αξίζουν μια γρήγορη και ακριβή διάγνωση, η οποία «θα μας φέρει τελικά πιο κοντά σε μια θεραπεία για την άνοια», είπε η δρ Scales.
Με πληροφορίες του alzheimersresearchuk