Επιστήμονες υποστηρίζουν ότι βρήκαν την πρώτη άμεση απόδειξη ότι οι άνθρωποι με κατάθλιψη έχουν μειωμένη δυνατότητα απελευθέρωσης σεροτονίνης στον εγκέφαλο.
Τα ευρήματα της έρευνας απεικόνισης εγκεφάλου αναζωπυρώνουν τη συζήτηση που υπάρχει στην ψυχιατρική για τη λεγόμενη υπόθεση της σεροτονίνης στην κατάθλιψη και αμφισβητούν τα συμπεράσματα ανασκόπησης που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο, η οποία δεν βρήκε «καμία σαφή ένδειξη» πως ευθύνονται τα χαμηλά επίπεδα σεροτονίνης.
Η νεότερη έρευνα, επιστημόνων του Imperial College London, έδειξε ότι οι άνθρωποι με κατάθλιψη έχουν μειωμένη απόκριση σεροτονίνης.
«Αυτή είναι η πρώτη άμεση απόδειξη πως η απελευθέρωση της σεροτονίνης αμβλύνεται στον εγκέφαλο ανθρώπων με κατάθλιψη», δήλωσε ο καθηγητής Όλιβερ Χάους, ένας από τους συγγραφείς της έρευνας. «Οι άνθρωποι συζητούν για αυτό το ζήτημα εδώ και 60 χρόνια, αλλά όλα βασίζονταν σε έμμεσες μετρήσεις, οπότε αυτό είναι ένα πραγματικά σημαντικό βήμα», συμπλήρωσε.
Η θεωρία της σεροτονίνης έχει προκύψει από στοιχεία έπειτα από μετά θάνατον εξετάσεις εγκεφάλων και δείγματα αίματος, που έδειχναν ότι η έλλειψή της θα μπορούσε να εμπλέκεται στην κατάθλιψη. Όμως, δεν υπάρχουν ακόμη αδιάσειστα στοιχεία ότι οι ανωμαλίες της σεροτονίνης είναι η υποκείμενη αιτία της κατάθλιψης. Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα θεωρείται κρίσιμη, για την παροχή καλύτερων θεραπειών.
Η νεότερη μελέτη τονίζει την άποψη ότι η σεροτονίνη παίζει ρόλο και δείχνει μια νέα τεχνική απεικόνισης του εγκεφάλου, που θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για καλύτερη κατανόηση γιατί τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα SSRI αποτυγχάνουν να βοηθήσουν το 10-30% των ασθενών.
«Αυτό είναι όσο πιο κοντά μπόρεσε να φτάσει κανείς έως τώρα. Είναι δύσκολο να μετρηθούν αυτοί οι πομποί στον εγκέφαλο ζωντανών ανθρώπων. Δεν μπορούμε να πάρουμε απλά ένα δείγμα. Αυτό είναι πιο κοντά που πιθανότατα θα βρεθούμε», δήλωσε ο Χάους.
Στη μελέτη συμμετείχαν 17 ασθενείς με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή ή κατάθλιψη που συνδέεται με το Πάρκινσον και 20 υγιείς εθελοντές. Στους μετέχοντες έγινε ειδική εξέταση για να διαπιστωθεί πόση σεροτονίνη δεσμεύεται σε συγκεκριμένους υποδοχείς του εγκεφάλου. Στη συνέχεια τους χορηγήθηκε αμφεταμίνη- η οποία διεγείρει την απελευθέρωση της σεροτονίνης- και επαναλήφθηκε η εξέταση. Στους ασθενείς με κατάθλιψη παρατηρήθηκε μειωμένη απόκριση σεροτονίνης.
Κάποιοι επιστήμονες που δεν εμπλέκονται στην έρευνα το χαρακτήρισαν σημαντικό εύρημα, άλλοι ήταν πιο επιφυλακτικοί και έθεσαν ερωτήματα για τα στατιστικά που παρουσιάστηκαν.
Ο Χάους υπογράμμισε ότι τα ευρήματα θα πρέπει να επαναληφθούν και στη συνέχεια να γίνουν περαιτέρω μελέτες, προκειμένου να καθοριστεί εάν τυχόν διαφορές στη σεροτονίνη προκαλούν κατάθλιψη ή αν προκύπτουν από την πάθηση.
«Είναι σημαντικό, γιατί ενώ οι σημερινές θεραπείες βοηθούν πολλούς, δεν λειτουργούν για όλους. Για μεγάλο αριθμό ανθρώπων, η πρώτη θεραπεία δεν έχει αποτέλεσμα και μερικοί δεν μπορούν να βρουν κάποια θεραπεία που τους βοηθά», επεσήμανε.
Με πληροφορίες από Guardian