Για «αντικρουόμενες αναφορές» σχετικά με το αν τα διαθέσιμα μονοκλωνικά αντισώματα είναι αποτελεσματικά έναντι της μετάλλαξης Όμικρον κάνει λόγο ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας, Ηλίας Μόσιαλος.
Στο πλαίσιο αυτό, ο κ. Μόσιαλος παραθέτει τις τελευταίες επιστημονικές εξελίξεις στον τομέα αυτό παρουσιάζοντας μελέτες γύρω από την αποτελεσματικότητα της θεραπείας διαφορετικών μονοκλονικών που έχουν αναπτυχθεί απέναντι στην Όμικρον.
Παράλληλα, αναφέρθηκε και στα αντιικά χάπια της Pfizer και της Merck. Ειδικότερα για το πρώτο τόνισε ότι «λόγω των υπαρχόντων περιορισμών διαθεσιμότητας ή προκλήσεων παραγωγής, η χρήση τους έχει περιοριστεί σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν σοβαρή νόσο».
Αναλυτικά η ανάρτηση του καθηγητή:
Κυκλοφορούν αντικρουόμενες αναφορές για το αν η θεραπεία με τα διαθέσιμα μονοκλωνικά αντισώματα που λειτουργούν ενάντια στην παραλλαγή όμικρον ΒΑ.1, είναι αντίστοιχα δραστικά έναντι της όμικρον BA.2. Οι νέες αυτές αλλαγές του ιού, όπως γνωρίζουμε, ευθύνονται για την αδρανοποίηση των διαθέσιμων μονοκλωνικών αντισωμάτων από τις εταιρείες Lilly και Regeneron, όταν ήρθαμε αντιμέτωποι με την επικράτηση της όμικρον και την υπερσκέλιση της δέλτα.
Μια πρόσφατη εργαστηριακή μελέτη έδειξε ότι η θεραπεία με sotrovimab απέτυχε να εξουδετερώσει την όμικρον BA.2 (https://www.biorxiv.org/content/10.1101/2022.02.07.479306v1). Ανακοινώνοντας τα αποτελέσματα, η ερευνητική ομάδα διατύπωσε το συμπέρασμα πως «επί του παρόντος καμία εγκεκριμένη θεραπεία με μονοκλωνικά αντισώματα δε θα μπορούσε να καλύψει επαρκώς όλες τις υποκατηγορίες της παραλλαγής όμικρον».
Μετά από την δημοσίευση των παραπάνω αποτελεσμάτων, η εταιρεία Vir Biotechnology, που ανέπτυξε το sotrovimab (με την εταιρεία GlaxoSmithKline), ανακοίνωσε πως τα δικά τους αποτελέσματα έδειξαν ότι η θεραπεία ήταν δραστική και έναντι της BA.2. Το δελτίο τύπου της εταιρείας (https://investors.vir.bio/.../data-suggest-sotrovimab...) δεν περιελάμβανε λεπτομέρειες της μελέτης, αλλά τα ευρήματα αναμένεται να δημοσιευτούν επίσης μέσα στην επόμενη εβδομάδα.
Η εταιρεία Lilly δήλωσε επίσης πως οι εργαστηριακές δοκιμές έδειξαν ότι το bebtelovimab όχι μόνο λειτούργησε ενάντια στην πιο κοινή παραλλαγή όμικρον ΒΑ.1, αλλά διατήρησε επίσης την αποτελεσματικότητά της έναντι της BA.2. Να προσθέσω εδώ πως υπάρχει και το μονοκλωνικό αντίσωμα Evusheld, της AstraZeneca, που είναι επίσης εγκεκριμένο. Συνίσταται όμως για τη μείωση του κινδύνου μόλυνσης από τον κορωνοϊό σε άτομα με εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα και όχι για τη θεραπεία ατόμων αφού προσβληθούν από τον ιό.
Υπάρχουν βέβαια και άλλες διαθέσιμες θεραπείες που μπορούν να αντιμετωπίσουν την παραλλαγή όμικρον, συμπεριλαμβανομένου του από του στόματος φαρμάκου Paxlovid της Pfizer και της ρεμδεσιβίρης (η οποία όμως χορηγείται ως ενδοφλέβια θεραπεία). Και οι δύο μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο νοσηλείας εάν κάποιος κολλήσει κορωνοϊό. Ωστόσο, λόγω υπαρχόντων περιορισμών διαθεσιμότητας ή προκλήσεων παραγωγής, η χρήση τους έχει περιοριστεί σε ασθενείς που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν σοβαρή νόσο. Σε αυτές τις ομάδες συμπεριλαμβάνονται εμβολιασμένοι και μη, με προϋπάρχουσες παθήσεις που συνεχίζουν να θεωρούνται ευάλωτοι.
Επίσης, υπάρχει και το εγκεκριμένο από του στόματος αντιικό φάρμακο, molnupiravir (μολνουπιραβίρη) της Merck, για εξονοσοκομειακή θεραπεία, με βάση μια κλινική δοκιμή φάσης 3 που έδειξε ότι μειώνει τη νοσηλεία και τον θάνατο κατά 30%. Αλλά λόγω και των δεδομένων χαμηλότερης αποτελεσματικότητας, οι ειδικοί λένε ότι προτιμώνται οι άλλες θεραπείες. Επιπρόσθετα, μια κλινική δοκιμή φάσης 2 σε 304 άτομα (όπου 218 έλαβαν μολνουπιραβίρη και 75 εικονικό φάρμακο), η μολνοπιραβίρη δε φάνηκε αποτελεσματική για ασθενείς με COVID-19 που χρήζουν ενδονοσοκομειακής περίθαλψης (https://doi.org/10.1056/EVIDoa2100044).
Που βρισκόμαστε δηλαδή τώρα. Στη χώρα μας έχουμε μεγάλη διαθεσιμότητα εμβολίων τριών διαφορετικών τεχνολογιών. Οι χώρες που προχωρούν σε σχεδόν πλήρη άρση των περιορισμών έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά πίεσης του συστήματος υγείας λόγω του κορωνοϊού, και ταυτόχρονα πολύ υψηλά ποσοστά εμβολιασμού αλλά και νόσησης του πληθυσμού. Στη χώρα μας έχουμε ακόμη και τώρα 300,000 περίπου συμπατριώτες μας άνω των 60 που δεν έχουν κάνει το εμβόλιο. Προσέχουμε, εμβολιαζόμαστε εάν δεν έχουμε εμβολιαστεί και ελπίζουμε να περάσει σύντομα το κύμα της Όμικρον.